Ποιος είναι ο ρόλος της πολιτικής; Μήπως να επιλέγει μεταξύ δύο πλευρών ή μήπως να επιλύει τις διαφορές τους; Ακούγοντας, βλέποντας και διαβάζοντας τους διαμορφωτές της κοινής γνώμης σχηματίζει κανείς την εντύπωση ότι η ενημέρωση έχει χαθεί στο συναίσθημα. Ο «καλός» Χαφτάρ και ο «κακός» Σάραζ, οι Γερμανοί που δεν μας «αγαπούν», οι Ιταλοί που τα «γυρνάνε» και οι ευρωπαίοι που «αδιαφορούν». Α, να μη ξεχάσω και τους Γάλλους που είναι επί… Μακρόν «ερωτευμένοι» με την Ελλάδα.
Του Χάρη Παυλίδη
Όλα αυτά προφανώς είναι σχετικά, όπως σχετικό είναι ότι σε ορισμένες περιπτώσεις πράγματι υπάρχουν στις διεθνείς σχέσεις «καλοί» και «κακοί». Ακόμα, όμως, και σ’ αυτές τις περιπτώσεις δεν κερδίζουν πάντα οι «καλοί», ενώ ενδέχεται το εθνικό συμφέρον ενδέχεται να εξαρτάται από την επικράτηση των «κακών». Εν ολίγοις οι φιλίες μεταξύ κρατών είναι θνητές, αλλά τα συμφέροντα είναι αθάνατα όπως είχε πει ο Ελευθέριος Βενιζέλος.
Κυρίως στην πολιτική δεν κερδίζει πάντα αυτός που έχει το δίκιο με το μέρος του. Η δύναμη και το συμφέρον είναι αυτά που κινούν τον τροχό της ιστορίας. Η μεγάλη παρεξήγηση σε ό,τι αφορά τις ελληνοτουρκικές σχέσεις, κι αυτό αφορά και τις δύο πλευρές, είναι ότι οι έχοντες δημόσιο λόγο δεν συζητούν για το πως είναι τα πράγματα, αλλά για το πως θα ήθελαν να είναι τα πράγματα.
Για την Τουρκία η πραγματικότητα αποτελεί διαχρονικό άγχος το οποίο δυσκολεύεται να εκλογικεύσει. Η επιθετική ρητορική των τελευταίων μηνών με κορύφωση την υπογραφή του μνημονίου με την κυβέρνηση της Τρίπολης είναι δηλωτική της νευρικότητας που επικρατεί στα ηγετικά κλιμάκια της γείτονος. Είναι γνωστό τι θέλει, αλλά το διεκδικεί με λάθος τρόπο. Και επικίνδυνο συνάμα. Κι εμείς; Αντιδρούμε ως οφείλουμε αποφασιστικά σε κυβερνητικό επίπεδο και συναισθηματικά σε επίπεδο διαμορφωτών της κοινής γνώμης.
Οι «καλοί» και οι «κακοί» που λέγαμε, με αρκετές δόσεις… «προς πολέμου προπαρασκευή» ως μοναδικής οδού για τη διαρκή ειρήνη. Ασφαλώς οι στρατηγοί έχουν τα δικά τους εγχειρίδια, αλλά οι πολιτικοί οφείλουν να επιλύουν τα προβλήματα με τον διάλογο. Και αυτή την ευθύνη δεν πρέπει να την εκχωρούν ούτα στα ΜΜΕ ούτε στη κοινή γνώμη. Πολύ απλά η εξωτερική πολιτική δεν ασκείται μέσω των δελτίων ειδήσεων και των δημοσιογράφων.
Και κάτι που ίσως θα πρέπει να ξανασκεφθούμε σε σχέση με την κατάσταση που έχει δημιουργηθεί. Να ξανασκεφθούμε πόσο διαφορετικά θα ήταν τα πράγματα εάν η Ευρώπη δεν έκλεινε την πόρτα στην Τουρκία ενώ την ίδια στιγμή της επιτρέπει να μπαινοβγαίνει από την πίσω πόρτα.
Ας το έχουμε υπ’ όψιν μας γιατί οι σημερινοί σύμμαχοι μπορεί να είναι οι αυριανοί «ουδέτεροι». Και σε κάθε περίπτωση ας είμαστε επιφυλακτικοί με τις συγκυριακές συμμαχίες. Μια αναδρομή στην ιστορία αρκεί για να εξαχθούν χρήσιμα συμπεράσματα.