Πρωταγωνίστρια των τελευταίων βουλευτικών εκλογών, η άκρα δεξιά ετοιμάζεται να μετάσχει για πρώτη φορά στον κυβερνητικό συνασπισμό στο Ισραήλ με στόχο «να ενισχύσει την εβραϊκή ταυτότητα» της χώρας, προς μεγάλη ανησυχία της αραβικής μειονότητας.
Πριν δύο χρόνια το ακροδεξιό κόμμα του Ιταμάρ Μπεν Γκβιρ κατάφερε να συγκεντρώσει μόλις το 0,42% των ψήφων στις εκλογές. Ένα χρόνο αργότερα ο τότε πρωθυπουργός του Ισραήλ Μπενιαμίν Νετανιάχου άσκησε την επιρροή του προκειμένου ο Μπεν Γκβιρ να ενώσει τις δυνάμεις του με έναν άλλο ακροδεξιό πολιτικό, τον Μπεζαλέλ Σμότριτς, με την ίδρυση του κόμματος «Θρησκευτικός Σιωνισμός». Το κόμμα συγκέντρωσε σε εκείνη την εκλογική αναμέτρηση το 5% των ψήφων.
Σήμερα ο «Θρησκευτικός Σιωνισμός» είναι το τρίτο μεγαλύτερο κόμμα στο Ισραήλ, έχοντας συγκεντρώσει ποσοστό 11% στις εκλογές της Τρίτης, δηλαδή μισό εκατομμύριο ψήφους. Μια άνοδος που συνδέεται τόσο με την τάση της ισραηλινής κοινωνίας να στραφεί προς τα δεξιά όσο και με τις πρόσφατες εξελίξεις, εκτιμούν οι αναλυτές.
«Ο Νετανιάχου νομιμοποίησε την ακροδεξιά διότι την είχε ανάγκη για τον συνασπισμό του, την ώρα που πολλοί Ισραηλινοί τη θεώρησαν απλώς ως μια πιο σκληρή εκδοχή του κόμματός του Λικούντ», εξήγησε ο Γιόσι Κλάιν Χαλεβί, ερευνητής του ινστιτούτου Shalom Hartman στην Ιερουσαλήμ.
«Ο Μπεν Γκβιρ υιοθέτησε το εγχειρίδιο της ευρωπαϊκής άκρας δεξιάς, κυρίως αυτό της Μαρίν Λεπέν, προκειμένου να αλλάξει την εικόνα του και να εμφανιστεί ως ένας αξιοσέβαστος πολιτικός και κατάφερε να πείσει πολλούς ψηφοφόρους ότι είναι μετριοπαθής», υπογράμμισε ο Κλάιν Χαλεβί.
«Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι είναι ένας ταλαντούχος πολιτικός (…) αλλά το γεγονός ότι βρέθηκε σε ένα μεγαλύτερο κόμμα και ότι είχε τη στήριξη του Νετανιάχου άλλαξε τα πάντα», εκτίμησε ο Σλόμο Φίσερ ειδικός στη δεξιά του Ισραήλ.
«Υπάρχει επίσης ένα άλλο φαινόμενο: η κοινωνία του Ισραήλ γίνεται ολοένα και περισσότερο δεξιά και (…) περισσότερο παραδοσιακή και πιο εθνικιστική από ηθικής και θρησκευτικής άποψης», εξήγησε.
Αυτός ο εθνικισμός αυξάνεται περισσότερο «στην περιφέρεια» απ’ όσο στα αστικά κέντρα και επίσης στις «λαϊκές τάξεις» και τροφοδοτείται από την ισραηλινοπαλαιστινιακή σύγκρουση, σημείωσε.
Οι εκλογές αυτές διεξήχθησαν την ώρα που η βία στη Δυτική Όχθη έχει οξυνθεί.
Έπειτα από μια σειρά αιματηρών αντιισραηλινών επιθέσεων την άνοιξη ο ισραηλινός στρατός έχει πραγματοποιήσει περισσότερες από 2.000 επιδρομές στη Δυτική Όχθη, κυρίως στη Τζενίν και τη Ναμπλούς. Στις επιχειρήσεις αυτές ξεσπούν συχνά επεισόδια μεταξύ του στρατού και Παλαιστινίων και μέχρι στιγμής έχουν σκοτωθεί περισσότεροι από 120 άνθρωποι από την παλαιστινιακή πλευρά, ο βαρύτερος απολογισμός εδώ και επτά χρόνια.
«Φόβος»
Το ρεύμα της ακροδεξιάς ξεκίνησε στο Ισραήλ από τον ακραίο ραβίνο Μέιρ Καχάν, το κίνημα του οποίου, το Kach, τέθηκε εκτός νόμου μετά τη δολοφονία 29 Παλαιστινίων που προσεύχονταν στη Χεβρώνα της Δυτικής Όχθης το 1994 από έναν υποστηρικτή του, τον Μπαρούχ Γκόλντσταϊν.
Ο Μπεν Γκβιρ είχε για καιρό φωτογραφία του Γκόλντσταϊν στο σαλόνι του, αλλά έκτοτε έχει πάρει αποστάσεις. Εξάλλου ο ίδιος στην προεκλογική του εκστρατεία επέκρινε συχνά στη συμμετοχή ενός αραβικού κόμματος στον απερχόμενο κυβερνητικό συνασπισμό του κεντρώου Γιαΐρ Λαπίντ.
Η προοπτική να μετάσχει στην κυβέρνηση η άκρα δεξιά ανησυχεί τους Ισραηλινούς Άραβες, που αποτελούν σχεδόν το 20% του πληθυσμού της χώρας.
«Υπάρχει μεγάλη αγανάκτηση για το γεγονός ότι ο Νετανιάχου σχηματίζει κυβέρνηση με τον Μπεν Γκβιρ. Οι άνθρωποι ανησυχούν για τα μέτρα που θα εφαρμοστούν (…) και ότι η ένταση θα οξυνθεί στις πόλεις με μικτό πληθυσμό», εξήγησε ο Τζααφάρ Φάραχ διευθυντής της Moussawa, μιας μη κυβερνητικής οργάνωσης προάσπισης των δικαιωμάτων των Ισραηλινών Αράβων.
«Οι πολίτες αναρωτιούνται πώς θα είναι εφικτή η συμφιλίωση (μεταξύ Εβραίων και Αράβων). Πραγματικά δεν υπάρχει ελπίδα», υπογράμμισε.
Στο Ισραήλ η αραβική μειονότητα βασίζεται στα αραβικά κόμματα στην Κνεσέτ. Όλα μαζί συγκέντρωσαν στις εκλογές της Τρίτης τον ίδιο αριθμό ψηφοφόρων με την άκρα δεξιά, περίπου μισό εκατομμύριο, αλλά εξέλεξαν λιγότερους βουλευτές λόγω εσωτερικών διαφωνιών.
Για την Φέντα Ταμπούνι, υποστηρίκτρια του αραβικού συνασπισμού Χάντας/ Τάαλ, ένα είναι το συμπέρασμα των εκλογών: «Το Ισραήλ γίνεται ολοένα και πιο ρατσιστικό, φασιστικό (…) και αυτό θα οδηγήσει σε περισσότερη βία και ταπείνωση».