Μπορεί ο Αλέξης Τσίπρας και η παρέα του ΣΥΡΙΖΑ να υποστηρίζουν πως εκείνοι κατάφεραν το 2015 να φέρουν για 1η φορά την (ψευδεπίγραφη) αριστερά τους στην εξουσία, η αλήθεια όμως είναι πως είχε προλάβει το 1981 ο Ανδρέας Παπανδρέου και το ΠΑΣΟΚ.
Ο γεννημένος την 5η Φεβρουαρίου 1919 ιδρυτής του πάλαι ποτέ ΠΑΣΟΚ ο οποίος ταύτισε το όνομά του σε απόλυτο βαθμό με το κόμμα («το ΠΑΣΟΚ είναι ο Ανδρέας» έλεγαν – και λένε ακόμα- κάποιοι από τους φανατικούς υποστηρικτές του) δεν είναι μυστικό ότι αποτέλεσε πρότυπο για τον τέως πρωθυπουργό ο οποίος ανεπιτυχώς προσπάθησε να τον αντιγράψει. Ακόμα και σήμερα – και σε κόντρα της εσωκομματικής αντιπολίτευσης- ο Αλέξης Τσίπρας προσπαθεί να ταυτίσει το όνομά του με εκείνο του ΣΥΡΙΖΑ.
Ο Ανδρέας Παπανδρέου έδειξε από νωρίς τα όσα μπορούσε να καταφέρει. Λαοπλάνος για κάποιους, ρήτορας και οραματικός για άλλους, πολιτική προσωπικότητα σε κάθε περίπτωση, κατάλαβε τι ζητούσε ο λαός και το προσέφερε: στην εκλογική αναμέτρηση του ’81 ήρθε πρώτος με 48,07, ποσοστό που καθιστά κάθε συζήτηση για την απλή αναλογική αστεία. Διατήρησε τα ποσοστά και στην εκλογική αναμέτρηση του ’85 με 45,82. Το ποσοστό του ΠΑΣΟΚ το ’81 παραμένει το υψηλότερο της μεταπολίτευσης μέχρι σήμερα μετά από εκείνο του Κωνσταντίνου Καραμανλή το 1974 το οποίο όμως ήταν αναμενόμενο λόγω των πολιτικών συνθηκών της εποχής.
Πώς όμως ο Ανδρέας Παπανδρέου τα κατάφερε; Εκ του ασφαλούς: εκμεταλλευόμενος το «άστρο» του και την ρητορική του δεινότητα, υιοθέτησε χωρίς καμία επιφύλαξη όλα τα συνθήματα του ΚΚΕ στα οποία έδωσε μια αστική διάσταση. Αυτό όσο βρισκόταν στην αντιπολίτευση καθώς με την ανάληψη της διακυβέρνησης της χώρας πολλά από αυτά μπήκαν σε βαθιά κατάψυξη. Παρόλα αυτά ο Ανδρέας Παπανδρέου προχώρησε σε μέτρα υπέρ των μικρομεσαίων ενώ ο Γιώργος Γεννηματάς διέσωσε την αριστερά που έκρυβε μέσα του το ΠΑΣΟΚ με τη δημιουργία του ΕΣΥ.
Αξίζει να σημειωθεί πως σε έρευνα της εφημερίδας Καθημερινή το 2007, η πρώτη κυβέρνησή του αναδείχθηκε η καλύτερη της Μεταπολίτευσης και ο ίδιος ο σημαντικότερος πρωθυπουργός της περιόδου. Ομοίως, σε δημοσκόπηση για την εφημερίδα Real News το 2010 και σε έρευνα της εταιρείας ALCO το 2013, ψηφίσθηκε ως ο καλύτερος πρωθυπουργός μετά το 1974.
Δεν έκλεψε μόνο τα συνθήματα του ΚΚΕ όμως αλλά και τη μαζική οργάνωσή του ώστε να δημιουργηθεί το ΠΑΣΟΚ και τα όργανά του. Από το κυβερνητικό του έργο ξεχωριστή θέση στη νεοελληνική πολιτική ιστορία έχουν η αναγνώριση της Εθνικής Αντίστασης, ο εκδημοκρατισμός του συνδικαλιστικού κινήματος, αλλά και των Ελληνικών Ενόπλων Δυνάμεων, η δημιουργία του Εθνικού Συστήματος Υγείας και του Ανωτάτου Συμβουλίου Επιλογής Προσωπικού (ΑΣΕΠ) και η συνταγματική αναθεώρηση του 1985-1986, η οποία παγίωσε το σύστημα κοινοβουλευτικής εξουσίας που ισχύει έως και σήμερα, περιορίζοντας δραστικά τις «βασιλικές» εξουσίες του Προέδρου.
Ο Ανδρέας Παπανδρέου δημιούργησε και πολλούς φανατικούς εχθρούς στο εσωτερικό, ενώ προκάλεσε συχνά την αγανάκτηση της δυτικής κοινής γνώμης και σωρεία επικριτικών κειμένων στα δυτικά ΜΜΕ.
Άλλες σημαντικές τομές των κυβερνήσεών του ήταν η νομιμοποίηση του πολιτικού γάμου, η ψήφος στα 18, η εισαγωγή του μονοτονικού συστήματος γραφής (1982), η κατάργηση της σχολικής ενδυμασίας (1982), η θέσπιση των επιδομάτων (τέκνων, αναπηρίας κτλ), η αναγνώριση του εργατικού ατυχήματος, οι αλλαγές στο Οικογενειακό Δίκαιο όπως η καθιέρωση της ισότητας των δύο φύλων και η απαγόρευση του αναχρονιστικού θεσμού της προίκας, η κατάργηση πλείστων μεταξικών και μετεμφυλιακών νόμων, όπως αυτοί του τεντιμποϊσμού και της κατασκοπείας, η άσκηση ακηδεμόνευτης και πολυδιάστατης εξωτερικής πολιτικής και η μεγάλη ενίσχυση των Ενόπλων Δυνάμεων, η αναγνώριση της γενοκτονίας των Ελλήνων του Πόντου και η παραχώρηση άδειας επιστροφής στην Ελλάδα στους πολιτικούς πρόσφυγες του Δημοκρατικού Στρατού.
Από την άλλη επικρίθηκε για την μεγάλη αύξηση των δημοσίων δαπανών και του δημοσίου χρέους στην οικονομική του διαχείριση, την προσπάθεια επιβολής στη δημόσια διοίκηση που του καταλόγισαν και την εξωτερική του πολιτική, την οποία θεωρούσαν μαξιμαλιστική και επικίνδυνη στις μεθόδους και τους στόχους της, ενώ από τον χώρο της Αριστεράς υπήρξαν επικρίσεις για την αθέτηση προεκλογικών υποσχέσεων καθώς και για το καθεστώς προσωπολατρίας με το οποίο τον περιέβαλλαν τα πλήθη των πολιτικών οπαδών του.
Μετά τις εκλογές του ’85 επιχείρησε να βάλει μια τάξη στα οικονομικά αξιοποιώντας τον Κώστα Σημίτη, η αυστηρή λογιστική όμως του ανθρώπου που έμελλε να τον διαδεχθεί στην ηγεσία του κόμματος, υποχρέωσε τον Ανδρέα Παπανδρέου να τον απομακρύνει και να αξιοποιήσει τον Δημήτρη Τσοβόλα.
Εκτός από πολιτικός, ο Ανδρέας Παπανδρέου ήταν και «σταρ» και συχνά απασχολούσε τα ΜΜΕ με την κοινωνική του ζωή, ενώ πτυχές από το προσωπικό «στυλ ζωής» του έγιναν αντικείμενο μίμησης από πολλούς Έλληνες.
Έφηβος επαναστάτης
Τις προθέσεις του τις είχε δείξει από πολύ νωρίς, ήδη το 1934 όταν έφηβος ακόμα υπήρξε συνιδρυτής του Μαρξιστικού περιοδικού «Ξεκίνημα», όπου και δημοσίευσε πολλά άρθρα για το Σοσιαλισμό. Κάθε τεύχος του περιοδικού είχε στην προμετωπίδα του τους στίχους του Κωστή Παλαμά «Δουλέψτε τον ξανά τον κόσμο στη φωτιά!». Εναντίον του στράφηκε τότε η «Εστία», η πιο σημαντική εφημερίδα της Δεξιάς παράταξης εκείνη την εποχή, η οποία απαιτούσε τον εξοβελισμό του νεαρού Ανδρέα Παπανδρέου από την ελληνική κοινωνία γιατί «θα καθίστατο επικίνδυνος για τη χώρα».
Ήδη από τα εφηβικά του χρόνια, ο Ανδρέας Παπανδρέου είχε γνωριστεί με τρεις σημαντικές μορφές του σοσιαλιστικού κινήματος στην Ελλάδα, τον Παντελή Πουλιόπουλο (αργότερα εντάχθηκε και στην οργάνωσή του, την ΕΟΚΔΕ), τον Μιχάλη Ράπτη («Πάμπλο») και τον Πλάτωνα Δρακούλη.
Το 1937 συμμετείχε σε ομάδα δεκατριών νεαρών τροτσκιστών κομμουνιστών -με πολιτικές αναφορές στην ομάδα «Προλετάριος»-, μεταξύ των οποίων συγκαταλεγόταν και ο φιλόσοφος Κορνήλιος Καστοριάδης. Τα μέλη της «ομάδας των δεκατριών», συνελήφθησαν από την αστυνομία, εξαναγκάστηκαν σε υπογραφή δήλωσης μετανοίας και αποκήρυξης του κομμουνισμού και τελικά αφέθηκαν ελεύθεροι. Τον Ανδρέα Παπανδρέου ανέκρινε προσωπικά ο Κωνσταντίνος Μανιαδάκης, υφυπουργός Δημοσίας Ασφαλείας. Χρόνια αργότερα, το 1964, ως βουλευτής της ΕΡΕ ο Μανιαδάκης χρησιμοποίησε την «δήλωση μετανοίας» για να επιτεθεί πολιτικά στον Ανδρέα Παπανδρέου.
Σε ρόλο ηγέτη
Στις 12 Οκτωβρίου του 1966, χιλιάδες οπαδοί του υποδέχθηκαν τον Ανδρέα Παπανδρέου που επέστρεφε από 12ήμερη περιοδεία στη Σκανδιναβία. Ένα πανό έγραφε: «Καλώς όρισες Κένεντι της Ελλάδος». Κύρια αιτία αυτής της θριαμβευτικής υποδοχής ήταν ότι την προηγουμένη της αναχώρησής του είχε ασκηθεί ποινική δίωξη για «συνωμοσία προς εκτέλεσιν πράξεων εσχάτης προδοσίας», κατά όσων είχαν αναμιχθεί στην οργάνωση ΑΣΠΙΔΑ, πολιτικός εγκέφαλος της οποίας κατηγορήθηκε από τους συντηρητικούς αντιπάλους του ότι ήταν ο Ανδρέας Παπανδρέου. «Η δυναμική αυτή εκδήλωση αποφασιστικότητας στον αγώνα για τη δημοκρατία και οι επιδείξεις στοργής του αθηναϊκού λαού στο πρόσωπό μου θορύβησαν τους βασιλικούς κύκλους, τις αμερικανικές υπηρεσίες, το παρακράτος και φυσικά την κυβέρνηση Στεφανόπουλου», έγραψε αργότερα στο βιβλίο του «Η Δημοκρατία στο απόσπασμα» ο ίδιος ο Ανδρέας Παπανδρέου. Αμέσως μετά ο Α. Παπανδρέου πραγματοποίησε περιοδεία στην Κρήτη επικεφαλής ομάδας ογδόντα βουλευτών της Ένωσης Κέντρου, όπου αποθεώθηκε, προκαλώντας έτσι έντονη ανησυχία και στο εσωτερικό του κόμματός του, ακόμη και στον ίδιο του τον πατέρα, που αναλογιζόταν τις συνέπειες της ραγδαίας ανόδου της πολιτικής ισχύος του γιου του, ο οποίος υπερασπιζόταν όλο και πιο ριζοσπαστικές θέσεις.
Εκτός από την κλοπή των συνθημάτων της Αριστεράς, ο Ανδρέας Παπανδρέου δεν δίστασε να υιοθετήσει και σκληρές θέσεις σε εθνικά ζητήματα κερδίζοντας έδαφος και στους εθνικιστές. Η πρώτη περίοδος της μεταπολίτευσης άλλωστε προσφερόταν για αυτό λόγω της εθνικής τραγωδίας της Κύπρου ενώ η δήλωσή του το 1976 «βυθίσατε το Χόρα» θα μείνει στην ιστορία με τις πληροφορίες μέχρι σήμερα να μην επιβεβαιώνουν ούτε όμως και να διαψεύδουν αν ήταν σε συνεννόηση με τον πρωθυπουργό Κωνσταντίνο Καραμανλή. Πολύ απλά δηλαδή ο Ανδρέας Παπανδρέου μόνος του σήκωσε το επικοινωνιακό κυρίως βάρος που μοιράστηκαν Τσίπρας και Καμμένος το 2015.
Στο επίπεδο της οικονομίας ο Ανδρέας Παπανδρέου κατάφερε να ελέγξει τον πληθωρισμό, προχώρησε σε δύο υποτιμήσεις για να ενισχύσει τις εξαγωγές και εκτόξευσε το δημόσιο χρέος της Ελλάδας!
Οι κυβερνήσεις Παπανδρέου έφεραν μεγάλες αυξήσεις ονομαστικών μισθών στο δημόσιο, όσο και στον ιδιωτικό τομέα, μια αύξηση που ακυρώθηκε όμως σε μεγάλο βαθμό από τον υψηλό πληθωρισμό. Σύμφωνα με τα ιστορικά στοιχεία, την περίοδο 1981 – 1989 το βιοτικό επίπεδο της Ελλάδας, όπως αυτό εκφράζεται από τους δείκτες του Ακαθάριστου Εγχώριου Προϊόντος, βελτιώθηκε. Το κατά κεφαλήν πραγματικό εισόδημα εκφρασμένο σε δολάρια ΗΠΑ αυξήθηκε από 13.443$ το 1981 σε 14.148$ το 1989, δηλαδή σωρευτική αύξηση 5,2%. Συγκριτικά, η μεταβολή τα προηγούμενα 8 χρόνια ήταν 6,8% (12.582 εως 13.443) και τα επόμενα 8 χρόνια 15,7% (14.148 έως 16.371)
Κατά την διάρκεια της δεύτερης περιόδου διακυβέρνησης του ΠΑΣΟΚ με πρωθυπουργό τον Ανδρέα Παπανδρέου (1993 – 1996) οι ρυθμοί αύξησης του πραγματικού ΑΕΠ βελτιώθηκαν σε σχέση με την πρώτη διακυβέρνηση. Οι επεκτατικές δημοσιονομικές πολιτικές εγκαταλείφθηκαν με αποτέλεσμα ο πληθωρισμός να υποχωρήσει από το 14,4% το 1993 στο 8,2% το 1996. Ορισμένες σημαντικές παρεμβάσεις στον χώρο της οικονομίας, κατά την διάρκεια της τρίτης θητείας του Ανδρέα Παπανδρέου, περιλαμβάνουν την λήψη της απόφασης για την μετοχοποίηση του 7,6% του ΟΤΕ καθώς και την ίδρυση του Ανώτατου Συμβουλίου Επιλογής Προσωπικού (ΑΣΕΠ).
Μεγάλη του επιτυχία ήταν τα ΜΟΠ: Τον Μάρτιο του 1985, με πρότασή του, το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο καθιέρωσε τα Μεσογειακά Ολοκληρωμένα Προγράμματα (ΜΟΠ), η εφαρμογή των οποίων στόχευε στη βελτίωση των κοινωνικοοικονομικών διαρθρώσεων στις λιγότερο ανεπτυγμένες περιοχές της Κοινότητας. Ο Ανδρέας Παπανδρέου, για να εξασφαλίσει τη βοήθεια στη χώρα, δεν δίστασε να απειλήσει ευθέως τον Ζακ Ντελόρ που είχε αναλάβει την Προεδρία της Επιτροπής τον Ιανουάριο του 1985, ότι θα ασκούσε βέτο στην είσοδο Ισπανίας και Πορτογαλίας στην Κοινότητα.
Τα έξι από τα επτά Προγράμματα των MOΠ αντιστοιχούσαν στα έξι Διαμερίσματα που ήταν τότε χωρισμένη η Ελλάδα (Βόρεια Ελλάδα, Δυτική Ελλάδα, Κεντρική Ελλάδα, Νήσοι Αιγαίου, Κρήτη και Αττική), ενώ το τελευταίο ήταν θεματικό (MOΠ Πληροφορικής). Η εφαρμογή των ΜΟΠ στην Ελλάδα έγινε αρχικά την περίοδο 1983-1989 ενώ επεκτάθηκαν χρονικά μέχρι το 1993. Σύμφωνα με μελέτη της Τράπεζας της Ελλάδας «η εφαρµογή των ΜΟΠ στην Ελλάδα δεν ήταν ικανοποιητική λόγω ανεπαρκούς προετοιµασίας και έλλειψης εµπειρίας. Αυτό προκύπτει από το γεγονός ότι τα κονδύλια των ΜΟΠ µεταφέρθηκαν χρονικά και ενσωµατώθηκαν στο ΚΠΣ 1989-93.». Ταυτόχρονα όμως, σύμφωνα με το Υπουργείο Εξωτερικών «Η σημασία των ΜΟΠ όμως ήταν πολύ μεγαλύτερη των πρόσθετων πόρων που εγκρίθηκαν τότε για την Ελλάδα γιατί εγκαινίασαν την προσπάθεια για την ανάπτυξη διαρθρωτικής πολιτικής από πλευράς ΕΕ, η οποία αποκρυσταλλώθηκε το 1988 στη νέα διαρθρωτική πολιτική, το πρώτο «πακέτο Delors».»
Η Μάργκαρετ Θάτσερ, η συντηρητική πρωθυπουργός του Ηνωμένου Βασιλείου που ήταν πολέμιος του κράτους πρόνοιας και των παροχών στις χώρες του Νότου και συγκρούστηκε πολλές φορές με τον Ανδρέα Παπανδρέου, είπε γι’αυτόν: «Δεν τον συμπάθησα, αλλά ποτέ δεν έφυγε από Διάσκεψη Κορυφής της ΕΟΚ, χωρίς να πάρει κάτι για τη χώρα του».
Ο Ανδρέας Παπανδρέου ήταν ένας εκ των έξι ηγετών των Τεσσάρων Ηπείρων (Ευρώπη, Αφρική, Ασία, Αμερική) οι οποίοι πήραν την πρωτοβουλία κίνησης υπέρ της παγκόσμιας ειρήνης και αφοπλισμού των υπερδυνάμεων. Μαζί με τον Ανδρέα Παπανδρέου στην κίνηση των 6 συμμετείχαν ο Σουηδός Πρόεδρος Ούλωφ Πάλμε, η Ινδή Πρωθυπουργός Ίντιρα Γκάντι, ο Πρόεδρος της Αργεντινής Ραούλ Αλφονσίν, ο Πρόεδρος του Μεξικού Μιγκέλ Ντελαμαντρίτ και ο Πρόεδρος της Τανζανίας Τζούλιους Νιερέρε. Ο Ανδρέας Παπανδρέου είχε άριστες σχέσεις με πολλούς Ευρωπαίους ηγέτες. Ο Φρανσουά Μιτεράν, ο Ούλωφ Πάλμε και ο Σλόμπονταν Μιλόσεβιτς ήταν μερικοί από αυτούς.
Από μερίδα του διεθνούς, και κυρίως από την πλειονότητα του δυτικού τύπου της εποχής, ο Ανδρέας Παπανδρέου χαρακτηρίστηκε ως λαϊκιστής. Αναλυτές όπως ο Νικόλας Δεμερτζής και ο ιστορικός Ρίτσαρντ Κλογκ χαρακτήρισαν την δεκαετία του ‘80 ως «δεκαετία του λαϊκισμού».