Οι πρόσφατες ευρωεκλογές εξέπεμψαν ισχυρά μηνύματα προς την κυβέρνηση, αλλά και την αντιπολίτευση. Μη παραβλέποντας τη χαλαρότητα της ψήφου σε μια εκλογική μάχη χωρίς ισχυρό διακύβευμα, κανένας δεν μπορεί να υποβαθμίσει τη σημασία της αποχής και των απωλειών ψηφοφόρων από τα τρία πρώτα κόμματα. 

Υπάρχει ένα νέο πολιτικό σκηνικό που πολύ απλά περιέγραψε ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης με τη φράση «Δεν υπάρχει πια το 41%». Το βλέπουμε όμως και στις καθημερινές αναταράξεις στον ΣΥΡΙΖΑ, στην προκήρυξη εκλογών για νέο πρόεδρο του ΠΑΣΟΚ μετά τις έντονες αμφισβητήσεις που δέχτηκε η ηγεσία του Ν. Ανδρουλάκη. 

Οι δημοσκοπήσεις που θα πραγματοποιηθούν τον Σεπτέμβριο θα μας δώσουν μια πρώτη γεύση κυρίως του πώς αντιλαμβάνονται οι πολίτες τα αντανακλαστικά της κυβέρνησης, αλλά των κομμάτων της κεντροαριστερής βασικά αντιπολίτευσης, τον βαθμό ικανοποίησης. Ας είμαστε σαφείς. Μιλάμε για μια πρώτη γεύση, αφού θα έχουν περάσει μόλις τρεις μήνες. Άλλωστε μέχρι τα μέσα Ιουλίου είχαν πραγματοποιηθεί ορισμένες δημοσκοπήσεις που έδειχναν άνοδο της Νέας Δημοκρατίας κατά 1%-1,5%, πτώση του ΣΥΡΙΖΑ κατά 1% και το ΠΑΣΟΚ στα ίδια, με τα άλλα κόμματα σε ακινησία. Χρήσιμες ήταν, αλλά βασικά χρησίμευαν αφετηριακά για τις μετρήσεις που θα ακολουθήσουν. Μια απαραίτητη σημείωση: Όσοι επικαλούνται έρευνες που γίνονται αρχές Αυγούστου, μάλλον τις φαντασιώνονται. 

Το κυβερνητικό στοίχημα 

Η κυβέρνηση θα κριθεί από αυτά που απασχολούν τους πολίτες και πριν απ’ όλα την ακρίβεια, σε συνδυασμό με το χαμηλό ύψος μισθών και συντάξεων. Δεν αναφερόμαστε μόνο για την ακρίβεια στο ράφι, αλλά για το σύνολο των οικονομικών παραγόντων που δυσχεραίνουν τη ζωή εκτεταμένων κοινωνικών στρωμάτων που πιέζονται, όπως τους λογαριασμούς του ηλεκτρικού ρεύματος, το ύψος ενοικίων κ.λπ. 

Επομένως κατ’ αρχάς θα κριθεί από τις κινήσεις που θα έχει προβεί αλλά και από τις δεσμεύσεις του ισχυρού χαρτιού της, που διατηρεί υψηλό απόθεμα πολιτικού κεφαλαίου και αξιοπιστίας, του πρωθυπουργού Κ. Μητσοτάκη, στην ΔΕΘ. Θα κριθεί από τη μάχη της καθημερινότητας και βασικά από την κατάσταση του ΕΣΥ, την παραβατικότητα και την αναβάθμιση της παρέμβασης της ΕΛ.ΑΣ. κ.λπ. 

Υπάρχουν βέβαια και άλλα στοιχεία που θα επηρεάσουν. Είναι η σοβαρότητα και η μεγαλύτερη ετοιμότητα της Πολιτικής Προστασίας που φαίνεται μέχρι στιγμής τουλάχιστον, εν μέσω δεκάδων χιλιάδων πυρκαγιών. Θα είναι οπωσδήποτε η στάση της και ο ρόλος της χώρας σε περίπτωση γενικότερης πολεμικής ανάφλεξης στην περιοχή, η θωράκισή της. 

Ωστόσο, θα είναι και η αποφασιστικότητα που θα δείξει στην προώθηση μεταρρυθμίσεων που θα φέρνουν την Ελλάδα πιο κοντά στον μέσο όρο της ΕΕ, αποφασιστικότητα που φάνηκε να αμφισβητείται από δυνάμεις του Κέντρου. Η πλήρης αξιοποίηση των πόρων του Ταμείου Ανάκαμψης, η ψηφιοποίηση της χώρας, η αναδιάρθρωση της αγροτικής οικονομίας, η αντιμετώπιση προβλημάτων της κλιματικής κρίσης, όπως π.χ. ο κίνδυνος λειψυδρίας κ.ά. Εν ολίγοις, θα κριθεί από την αποφασιστικότητα να προβεί σε μεγάλες αλλαγές με αποδέκτες την Ελλάδα της δημιουργίας, τους Ελληνες που δεν τα βγάζουν πέρα και τους νέους ανθρώπους που θέλουν να νιώσουν ασφάλεια, ευκαιρίες, δυνατότητες. 

Μια πρώτη γεύση για το αν έπεισε το τελευταίο τρίμηνο ότι εργάζεται σε αυτή την κατεύθυνση και ότι θα εργαστεί και στη συνέχεια θα πάρουμε τον Σεπτέμβριο. Η κυβέρνηση έχει δύο ατού: την κυριαρχία Κ. Μητσοτάκη και την πεποίθηση ότι είναι ο μόνος από τους πολιτικούς αρχηγούς που μπορεί να είναι πρωθυπουργός και ότι δεν υπάρχει αυτή τη στιγμή καμία άλλη εναλλακτική πρόταση διακυβέρνησης. Εχει όμως και μειονεκτήματα: Ξόδεψε έναν χρόνο χαμηλής βαθμολογίας, άφησε να περικυκλωθεί από το σύνολο των πολιτικών δυνάμεων είτε αυτοχαρακτηρίζονται κεντροαριστερά είτε πιο δεξιά, που ουσιαστικά έκαναν την ίδια, εντυπωσιακά ομοιόμορφη και ισοπεδωτική κριτική, έδειξε μη ισχυρά επικοινωνιακά αντανακλαστικά, αφού φαινόταν συχνά να «χάνει την μπάλα», να τρέχει να εξηγήσει εκ των υστέρων, να μην κεφαλαιοποιεί τα θετικά βήματα. Υπάρχει και όλη αυτή η ακατανόητη συζήτηση για ένα κόμμα σαν την ΝΔ αν θα πρέπει να στραφεί προς το Κέντρο ή τα Δεξιά, που απασχολεί ένα μικρό κομμάτι της ελληνικής κοινωνίας και μοιάζει περισσότερο με πίεση για μια νέα κατανομή εσωκομματικής και όχι μόνο εξουσίας. 

Τι θα γίνει στο μέλλον θα δούμε στο πεδίο της εφαρμοσμένης πολιτικής και των συγκεκριμένων αποτελεσμάτων. Εχει πάντως σημαντικά περιθώρια να ανακτήσει μεσοπρόθεσμα σημαντικά τμήματα των απωλειών της, αφού η αντιπολίτευση φαίνεται να αναζητεί τι να κάνει. Οι δυνάμεις της Κεντροαριστεράς είδαν ακόμα και την ώρα που δεχόταν πλήγμα η ΝΔ ότι δεν μπόρεσαν να ενισχυθούν. 

Κεντροαριστερές αναζητήσεις 

Αυτό θα είναι ένα δεύτερο σημαντικό στοιχείο των δημοσκοπήσεων του Σεπτεμβρίου. Πώς θα πορευτεί ο ΣΥΡΙΖΑ; Θα μπορεί για πολύ η βάση του να παρακολουθεί ένα κόμμα που φαίνεται να αποτελείται από ομάδες που δεν έχουν μόνο πολιτικές ή ιδεολογικές διαφορές , αλλά που δυσκολεύονται να συνυπάρξουν; Τι προοπτικές δημιουργούνται εν όψει του Συνεδρίου; Θα υπάρξουν νέες αποχωρήσεις ή και νέα διάσπαση και πώς θα επιδράσει αυτό δημοσκοπικά σε ένα κόμμα που μοιάζει να βρίσκεται σε νευρική κρίση; 

Υπάρχει και το ΠΑΣΟΚ. Στο προηγούμενο διάστημα προσπάθησε η ηγεσία του να φανεί ολίγον πιο αριστερή, ελπίζοντας ότι θα εισπράξει δυνάμεις από τον ΣΥΡΙΖΑ. Ψευδαίσθηση. Πέρυσι και φέτος ο ΣΥΡΙΖΑ έχασε 1,2 εκατ. ψηφοφόρους. Το ΠΑΣΟΚ παρέμενε ακίνητο. Δεν εισέπραττε από τα αριστερά, δεν συγκινούσε κεντρώους. Οι εκλογές για τον νέο πρόεδρο άνοιξαν μια συζήτηση που ακόμα είναι « δειλή», άτολμη. Προς τα πού θα στραφεί και πώς θα το εισπράξει η κοινή γνώμη; Θα επιλέξει έναν δρόμο «κάν’ το όπως η Γαλλία», έναν πιο αριστερόστροφο δρόμο ή έναν δρόμο μιας σοβαρής, σοσιαλδημοκρατικής δύναμης με σαφή εναλλακτική δύναμη, με προτάσεις, με ματιά στο μέλλον, με δική του ατζέντα και όχι μιας δήθεν Αριστεράς; Πώς θα αντιδράσει η βάση του και τι τέλος πάντων θέλει; Ολα αυτά θα επηρεάσουν τις δημοσκοπικές επιδόσεις ΣΥΡΙΖΑ και ΠΑΣΟΚ και εν τέλει και της ΝΔ. 

Το πολιτικό σκηνικό είναι πιο ρευστό πια, έχει μεγάλο ενδιαφέρον και από τα γεγονότα και τις πρωτοβουλίες των κομμάτων θα κριθούν όλα. Μια πρώτη γεύση προς τα πού οδηγούμαστε, επιμένω όμως να μιλάω για μια πρώτη γεύση που θα δούμε στις δημοσκοπήσεις του Σεπτεμβρίου.