Μια μάχη χρειάζεται το πεδίο στο οποίο θα δοθεί και απαραιτήτως τους πρωταγωνιστές. Επιπλέον η επιλογή του χρόνου έχει καταλυτική σημασία στην έκβαση της μάχης. Είναι αυτονόητο ότι και να υπάρχει το πεδίο εφόσον δεν υπάρχουν αντίπαλοι δεν υπάρχει μάχη. Εκτός και εάν επί του πεδίου υπάρχει διεκδικητής ο οποίος σχεδιάζει να το καταλάβει. Όλα αυτά έχουν τη σημασία τους μια και την επαύριο της τριπλής νίκης της Νέας Δημοκρατίας υπό την ηγεσία του Κυριάκου Μητσοτάκη, Εθνικές- Ευρωεκλογές- Περιφερειακές- ξεκίνησε μια συζήτηση για την «Μάχη του Κέντρου».
του Χάρη Παυλίδη
Ένας εκ των πρωτεργατών της Γαλλικής Επανάστασης, ο Σαιν- Ζυστ, είχε πει ότι «νικούν μόνο όσοι συμμετέχουν σε μια μάχη». Αυτό καλό είναι να το σημειώσουν όσοι σχεδιάζουν μάχες και όσοι τις αναλύουν πριν καν δοθούν. Διότι στην προκειμένη περίπτωση ακούγεται και ως ανέκδοτο να καλείται διαρκώς ο Κυριάκος Μητσοτάκης να δώσει μια μάχη χωρίς αντίπαλο. Και μάλιστα όταν οι θεωρητικοί πάντα επί του πεδίου αντίπαλοί του δεν έχουν καμία διάθεση να τη δώσουν. Και αναφέρομαι τόσο στον Αλέξη Τσίπρα όσο και στον πρόεδρο του ΚΙΝΑΛ που θα προκύψει μετά από τις εκλογές της 12ης Δεκεμβρίου.
Το Κέντρο είναι το πεδίο επί του οποίου υποτίθεται ότι συνεχίζεται η μάχη, όπου υπενθυμίζεται ώστε να το εμπεδώσουν κάποιοι ότι, η Νέα Δημοκρατία έχει την κυριαρχία του χώρου πολύ πριν αφήσει το δικό του κεντρώο αποτύπωμα ο σημερινός αρχηγός της και Πρωθυπουργός της χώρας. Θυμίζουμε στους «αμνήμονες» ότι η ίδρυση της Νέας Δημοκρατίας είχε σκοπό να ενώσει την αστική παράταξη συνθέτοντας τις ιδεολογικές και πολιτικές αρχές του Κέντρου και της δημοκρατικής Δεξιάς. Αυτή λοιπόν η «Μάχη του Κέντρου» δόθηκε το 1974 και κερδήθηκε το 1977.
Το ΠΑΣΟΚ που είχε αποκηρύξει το Κέντρο από το 1974 φόρεσε το κοστούμι του σοσιαλισμού επιλέγοντας να δώσει τη μάχη στο πεδίο της Αριστεράς και την κέρδισε, αφήνοντας κενό το χώρο του Κέντρου για τη Νέα Δημοκρατία που με την προσθήκη του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη και κορυφαίων στελεχών του κεντρώου χώρου το 1977 προσέδωσε στην Κεντροδεξιά φιλελεύθερο κεντρώο προσανατολισμό. Άρα η λεγόμενη «Μάχη του Κέντρου» δεν δόθηκε το 2019 πολλώ δε μάλλον δεν συνεχίζεται αφού δεν έγινε. Άλλωστε και να ήθελε κάποιος να δώσει σήμερα μια τέτοια μάχη και υποτιθέστο ότι υπάρχει το πεδίο, το ερώτημα είναι ποιος θα ήταν αυτός που θα έλεγε στον Κυριάκο Μητσοτάκη είμαι πιο «κεντρώος» από σένα;
Μήπως ο Αλέξης Τσίπρας; Μα ο άνθρωπος που έφερε την «πρώτη φορά Αριστερά»; Κι αν υποθέσουμε ότι «μετανόησε» και έγινε εν μια νυκτί «κεντρώος», με ποιους θα δώσει τη μάχη; Με τον Πολάκη, με τον Τζανακόπουλο ή μήπως με τους «άλκιμους» εκ ΠΑΣΟΚ; Μήπως ένας εκ των Νίκου Ανδρουλάκη ή Γιώργου Παπανδρέου; Μα οι άνθρωποι σε όλους τους τόνους δηλώνουν ότι ανήκουν στη σοσιαλδημοκρατία και ο στόχος τους είναι ο επαναπατρισμός των ψηφοφόρων που άφησαν το ΠΑΣΟΚ για να βρουν στέγη στο ΣΥΡΙΖΑ. Σημειωτέον ότι η πλειονότητα των παροικούντων την Χαριλάου Τρικούπη θεωρούν ότι η συνεργασία του ΠΑΣΟΚ με τη Νέα Δημοκρατία ήταν αυτή που οδήγησε στα σημερινά μονοψήφια ποσοστά.
Κατόπιν όλων αυτών παραμένει απορίας άξιον γιατί συνεχίζεται μια συζήτηση χωρίς περιεχόμενο αφού κανείς πραγματικά δεν διεκδικεί το Κέντρο, κανείς δεν έχει τα «προσόντα», αλλά επιπλέον δεν υπάρχει και πεδίο διαθέσιμο για να διεκδικήσει. Μήπως θα έπρεπε να αντί να μιλάμε για «Μάχη του Κέντρου» να μιλάμε για μάχες στο χώρο της Αριστεράς με λάφυρο την Κεντροαριστερά;