Σε τεχνολογικό επίπεδο, ο κόσμος εξελίσσεται ήδη σε διπολικός. Παρόλο που οι Ηνωμένες Πολιτείες εξακολουθούν να διατηρούν το μονοπώλιο σε ορισμένους βασικούς τομείς (μικροηλεκτρονική, βιοτεχνολογία), η Κίνα αναπτύσσεται ταχύτερα από άλλες τεχνολογικά προηγμένες δυνάμεις (Ιαπωνία, Γερμανία, Νότια Κορέα) και απειλεί άμεσα την παγκόσμια τεχνολογική κυριαρχία των ΗΠΑ.
του Έρολ Ούσερ*
Ωστόσο, υπάρχουν τομείς στους οποίους οι ΗΠΑ συνεχίζουν να κυριαρχούν. Ειδικότερα, στην παραγωγή ολοκληρωμένων κυκλωμάτων μικροπλακετών (chips), δηλαδή μικροεπεξεργαστών (hardware), η Κίνα δεν βρίσκεται στην πρώτη θέση. Υπάρχει εξήγηση: η κυβέρνηση της Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας (ΛΔΚ) έθεσε ως εθνική προτεραιότητα την ανάπτυξη της μικροηλεκτρονικής τεχνολογίας τη δεκαετία του 1980, περίοδο κατά την οποία η χώρα αντιμετώπισε ισχυρούς περιορισμούς-δασμούς στη διακρατική προμήθεια υλικού. Αργότερα, η κατάσταση βελτιώθηκε ελαφρώς, σε κάθε περίπτωση όμως, οι ΗΠΑ κυριαρχούν σήμερα στην αγορά του hardware και αρχίζουν να ασκούν πίεση στους αντιπάλους τους, συμπεριλαμβανομένης της Κίνας. Χαρακτηριστικό παράδειγμα η περίπτωση της Huawei: η κινεζική εταιρεία δεν μπορεί πλέον να χρησιμοποιεί το λειτουργικό σύστημα Android, με αποτέλεσμα οι κατασκευαστές μικροπλακετών να πρέπει να λάβουν άδεια από την κυβέρνηση των ΗΠΑ για να προμηθεύσουν την κινεζική εταιρεία. Οι αποστολές smartphones της Huawei για το 2021 αναμένεται να μειωθούν δραματικά ακριβώς επειδή η εταιρεία δεν είναι σε θέση να αγοράσει hardware.
Το πρώτο στάδιο της μη-εμπορικής τεχνολογικής αντιπαράθεσης διεξάγεται σε εταιρικό επίπεδο. Τα διπλώματα ευρεσιτεχνίας για ασήμαντα τεχνολογικά προϊόντα και η συσσώρευση ευρεσιτεχνιών δυσχεραίνουν την είσοδο νέων παραγόντων στην αγορά, μειώνοντας παράλληλα την ποιότητα και το εύρος των προϊόντων. Το δεύτερο στάδιο προϋποθέτει την ανάμειξη των κυβερνήσεων.
Το παράδειγμα της Huawei δείχνει με ποιο τρόπο ο εμπορικός πόλεμος μετατρέπεται σε τεχνολογικό. Αν και όμοιοι, από εννοιολογικής άποψης, ως προς τον αντίκτυπό τους στην αγορά, ο εμπορικος πόλεμος και ο τεχνολογικός ανταγωνισμός διαφέρουν ως προς τα κίνητρά τους. Ο πρώτος διεξάγεται ανάμεσα σε οικονομικά ενδιαφερόμενα μέρη, ενώ ο δεύτερος υποστηρίζεται από ένα σύνολο συμφερόντων που βασίζονται στην εθνική ασφάλεια.
Έτσι, το 2019, οι Ηνωμένες Πολιτείες συμπεριέλαβαν για πρώτη φορά μια σειρά από νέες τεχνολογίες στους εξαγωγικούς της ελέγχους. Αυτές είναι, για παράδειγμα, η μετα-κβαντική κρυπτογραφία και οι κλασικοί αλγόριθμοι ασφαλείας. Ένας τέτοιος έλεγχος αποκλείει την τεχνολογική και, πολλώ δε μάλλον, την επιστημονική συνεργασία μεταξύ κρατών σε τομείς όπου δεν έχουν εμφανιστεί ακόμη έτοιμες λύσεις.
Συνάγεται εύλογα το συμπέρασμα ότι η κβαντική υπεροχή θα ανοίξει πράγματι το δρόμο για μια νέα τεχνολογική κυριαρχία. Πριν από δέκα χρόνια, η κυβέρνηση της ΛΔΚ έθεσε ως εθνική προτεραιότητα την κβαντική τεχνολογία, και έως τώρα η Κίνα έχει ξεπεράσει σημαντικά τις Ηνωμένες Πολιτείες στην κατοχύρωση ευρεσιτεχνιών. Την ίδια στιγμή, οι ΗΠΑ πρωτοστατούν στον κλάδο των επιστημονικών εκδόσεων. Από τεχνολογικής πλευράς, ο κόσμος εξελίσσεται σε διπολικός, και από την άποψη αυτή, η Ρωσία έχει αναπόφευκτα εμπλακεί σε μια σφαίρα επιρροής.
Είναι σημαντικό να επισημάνουμε ότι η Ρωσία υστερεί σε ορισμένες βασικές τεχνολογίες και διαθέτει μια μέτρια εγχώρια αγορά, γεγονός που καθιστά πολλά οικονομικά πρότζεκτ μη βιώσιμα. Ωστόσο, λαμβάνοντας υπόψη τους τεχνολογικούς κινδύνους, η Ρωσία μπορεί να επικεντρωθεί με επιτυχία σε πραγματικά σημαντικούς τομείς, όπως είναι η παραδοσιακή βαριά βιομηχανία (πυρηνική, στρατιωτική, διαστημική τεχνολογία) και οι νέοι υποσχόμενοι τομείς (τεχνητή νοημοσύνη, κβαντικές τεχνολογίες).
Οι κβαντικές τεχνολογίες διαθέτουν μια τεράστια «ανατρεπτική δύναμη», όπως αποδεικνύεται από την τεράστια δυναμική της ανάπτυξη την τελευταία πενταετία. Είναι ένας από τους τομείς στους οποίους η Ρωσία μπορεί να συμμετάσχει ισότιμα με τις ηγετικές χώρες του κόσμου, θα πρέπει ωστόσο να συμπεριλάβει στα προγράμματά της ξένες εταιρίες, υπό την προϋπόθεση ότι οι ξένοι παράγοντες θα παραμείνουν ανταγωνιστικοί στη ρωσική αγορά, ούτως ώστε να αποκλειστεί η πιθανότητα εξάρτησης από έναν μόνο εταίρο. Πριν από λίγους μήνες, έγινε γνωστό ότι η Ινδία εγκαινίασε το κβαντικό της πρόγραμμα και η δημιουργία μιας κοινής αγοράς κβαντικών τεχνολογιών με τη συμμετοχή της Ινδίας ενδέχεται να είναι μία από τις λύσεις.
*O Έρολ Ούσερ (Erol User) είναι πρόεδρος και CEO της USER HOLDİNG. Επιχειρηματίας και φιλάνθρωπος, πρόκειται έναν από τους καινοτόμους παίκτες της επιχειρηματικής τουρκικής σκηνής. Η USER HOLDİNG είναι επενδυτική τραπεζική εταιρεία που προσφέρει συμβουλευτικές υπηρεσίες τόσο σε τουρκικές όσο και διεθνείς εταιρείες.