«Η Κληρονομιά μου». Ο Χριστάκης Οδυσσέως Βαραβάς στο βιβλίο του καταγράφει ιστορικά γεγονότα όπως ο Α' Παγκόσμιος Πόλεμος, ο αγώνας της ΕΟΚΑ και η τουρκική ανταρσία.
Όπως σημειώνει και ο ίδιος στον πρόλογό του, ο ίδιος θέλησε «οι απόγονοι, με τη στενή και την ευρεία έννοια, να μάθουν από πρώτο χέρι τι προσέφερε η νεολαία της Λεμεσού στον Αγώνα της ΕΟΚΑ. Και, επίσης, οι ζώντες συναγωνιστές να γευτούν την αναγνώριση της προσφοράς τους. Αυτά ενώπιον φαινομένων παραποίησης, αποσιώπησης και οικειοποίησης πεπραγμένων, σε συνεντεύξεις και βιβλία».
«Ο Λόγος που καταθέτει ο Αγωνιστής Χριστάκης Βαραββάς – είναι εξόχως επίκαιρος και υπαρξιακά παιδαγωγός για τον σύγχρονο Ελληνοκύπριο, και ιδιαίτερα τους νέους μας, που αναζητούν εθνική διέξοδο και απαλλαγή από τον δούλειο ζόφο της τουρκικής εισβολής. Το βιβλίο καταθέτει τον Έρωτα Πατρίδας που είχε – και έχει - ο συγγραφέας και τον οποίο πετυχαίνει να καλλιεργήσει στον αναγνώστη που αφήνεται χωρίς παρωπίδες να το διαβάσει και να κατανοήσει το περιεχόμενό του» σημείωσε ο Πρόεδρος του ΣΕΑΛ Δ. Μικελλίδης κατά την παρουσίαση του βιβλίου.
«Δεν είναι η αυτοπροβολή ούτε οι έπαινοι που με ανάγκασαν να γράψω αυτό το βιβλίο. Αφού είχα μετροφυλλίσει το χρονικό του αγώνα του Αρχηγού μας Γεώργιου Γρίβα Διγενή έκπληκτος και με μεγάλη μου λύπη διαπίστωσα ότι δεν υπήρχε πουθενά αναφορά για την δράση των 35 ατόμων της ομάδας του τομέα Δημητράκη Αριστείδου στην οποία ανήκα και εγώ με τους άνδρες μου, οι οποίοι με επισκέπτονταν συχνά και μου αναφέρουν αυτό το παράπονο πως δεν υπάρχει καθόλου μνεία των ονομάτων τους στο χρονικό. Απαντούσα πως δεν γνωρίζω τον λόγο καθόσον δεν υπήρχε μνεία ούτε και στο δικό μου όνομα» εξήγησε ο ίδιος ο συγγραφέας αναλύοντας τους λόγους που τον οδήγησαν να καταγράψει όσα έχει ζήσει.
Συμπλήρωσε πως «η απορία μας λύθηκε όταν ένα πρωϊνό ο συναγωνιστής μου και γραμματέας του ΣΑΠΕΛ Χριστάκης Περεντός με κάλεσε στο ΣΑΠΕΛ και μου παρέδωσε «θησαυρό για μένα» όπως τόνισε στην τρισέλιδη ιδιόχειρη αναφορά του ο Δημητράκης Αριστείδου για την λεπτομερή δράση της ομάδας του με τα ονόματα των 35 μελών της. Τότε θεώρησα πως έπρεπε να γράψω αυτό το βιβλίο ως ιερό καθήκον και υποχρέωση μου, να αναφέρω την δράση των γενναίων συναγωνιστών μου σαν ένδειξη τιμής σαυτούς και τους απογόνους τους».
«Το υπό αναφορά βιβλίο είναι ουσιαστικά μια ωδή στο πνεύμα του Αγώνα του 1955. Βλέπουμε σε αυτό την ατμόσφαιρα μέσα στην οποία οι νέοι φοιτούσαν στο σχολείο, τον ενθουσιασμό που τους κυρίευε καθώς κατέβαζαν αγγλικές σημαίες και ύψωναν ελληνικές. Το πάθος που δονούσε τα στήθη τους, όταν άφηναν τα θρανία για να βγουν διαδηλωτές στους δρόμους. Το θάρρος απέναντι στους πάνοπλους στρατιώτες, τα καπνογόνα, τους εκφοβιστικούς πυροβολισμούς, τις συλλήψεις» σημείωσε ο Δ. Μικελλίδης ο οποίος χαρακτήρισε «στοιχείο θαυμασμού ακόμη και σήμερα η εμπιστευτικότητα των κινήσεων των μελών της ΕΟΚΑ, η ωριμότητα 14χρονων, 15χρονων, 16χρονων παιδιών. Αλλά και η αφέλεια που καμιά φορά οδηγούσε σε κίνδυνο. Γιατί όσο και να κατανοούσαν τη σπουδαιότητα, την ιερότητα και την κρισιμότητα των στιγμών οι έφηβοι δεν παύουν να είναι παιδιά, να κοχλάζει το αίμα τους, να έχουν υπέρμετρη αυτοπεποίθηση και να μην υπολογίζουν κινδύνους και ατυχίες».
Η ερευνήτρια και Δόκτωρ Ιστορίας Σωτηρούλα Βασιλείου που επιμελήθηκε το βιβλίο εξήγησε πως διατρέχοντας την «Κληρονομιά», ο αναγνώστης διαπιστώνει πως η διάρθρωση είναι χρονολογική. Των έξι αφηγηματικών κεφαλαίων προηγείται ένα ιστορικό, ερευνητικό κεφάλαιο, εστιασμένο στην παρουσία του Χριστοφή Ιωάννου και των άλλων Κύπριων εθελοντών στο Μακεδονικό Μέτωπο, κατά τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο.

«Το πρώτο αφηγηματικό κεφάλαιο και δεύτερο του βιβλίου περιλαμβάνει τα παιδικά και τα πρώτα εφηβικά βιώματα του αφηγητή, ο οποίος γεννήθηκε στη Λεμεσό, το 1941, από τον Οδυσσέα Χριστοφίδη, γιο του Χριστοφή Ιωάννου και τη Μάρθα Λούκα. Τώρα το Βαραββάς πώς προέκυψε; Εκεί στη Λεμεσό, σε μια παιδική ξιφομαχία, ο Τάκης τραυμάτισε έναν φίλο στο μέτωπο. Τότε ο τραυματίας του είπε πως ήταν κακός, όπως ο Βαραββάς. Καθώς ο Τάκης ήταν και ζωηρός, το Βαραββάς καθιερώθηκε ως παρατσούκλι, που αργότερα αντικατέστησε επίσημα το επώνυμο» εξήγησε.
Στο παράρτημα του βιβλίου περιλαμβάνονται, μεταξύ άλλων, πρωτότυπη αλληλογραφία αναφορικά με τη δράση του Χριστοφή Ιωάννου στη Μακεδονία και αποσπάσματα άρθρων αλιευμένων από τον Τύπο.
Αποσπάσματα πηγών παρατίθενται και εμβόλιμα στο κείμενο, συμβάλλοντας στην ανασύσταση του κλίματος της εκάστοτε περιόδου και ενισχύοντας την τεκμηρίωση, η οποία οφείλει να διέπει κάθε έργο ιστορικής υφής.
Πέρα από τα ίδια τα πεπραγμένα των ετών 1955-1967, ιδιαιτέρως αξιοσημείωτη η εμβάθυνση του Τάκη Βαραββά στο υπόβαθρο και το αποτύπωμα της δράσης στον ίδιο. Θεμέλιος λίθος αυτού του υποβάθρου ήταν η θυσία του παππού στη Μακεδονία. Συνιστώσες αποτέλεσαν, τα άθλα των αγωνιστών του 1821, όπως τα διδασκόταν στο σχολείο και του τα αφηγείτο η μάνα, τα ποιήματα του Βασίλη Μιχαηλίδη, τα ελληνοχριστιανικά ιδεώδη και, ακόμα, «Ο Μικρός Ήρως». Στο αποτύπωμα της δράσης η υπερηφάνεια για την ομάδα και η βεβαιότητα για την εκπλήρωση του πατριωτικού καθήκοντος συναντούν το τραύμα, το οποίο κατάφεραν οι εκτελέσεις, τα βασανιστήρια και η ματαίωση της Ένωσης.
Πολλαπλά σημαντική δεν είναι μόνο η εξιστόρηση των αγωνιστικών βιωμάτων αλλά και η αποσπασματική έστω περιγραφή της προσωπικής και επαγγελματικής πορείας. Η επιχειρηματική διαδρομή του αφηγητή είναι ξεχωριστή αλλά και αντιπροσωπευτική των επιλογών των αγωνιστών, οι οποίοι ως πολίτες πάσχισαν να προκόψουν και να συμβάλουν στην πρόοδο του τόπου.
«Για αγωνιστές, όπως ο Τάκης Βαραββάς, που εντάχθηκαν στον Αγώνα έφηβοι και βγήκαν ενήλικες, το αίμα, οι ηρωισμοί, οι πόθοι, τα βασανιστήρια, και, τέλος, η χαρμολύπη του 1959 σφράγισαν ανεξίτηλα την προσωπικότητα και την πορεία τους. Τους οφείλουμε σεβασμό και ευγνωμοσύνη• καθήκον μας, η απελευθέρωση της ημικατεχόμενης, εδώ και 51 έτη, πατρίδας» κατέληξε η Δρ Σωτηρούλα Βασιλείου.