Η Ελληνική Επανάσταση δεν ήταν η πρώτη στη μεταναπολεόντεια Ευρώπη. Προηγήθηκαν η ισπανική, η πορτογαλική και οι δύο ιταλικές. Μετά τις φιλελεύθερες επαναστάσεις της Ιβηρικής και της Ιταλικής χερσονήσου, ήρθε η ώρα της Βαλκανικής. Η Ελληνική Επανάσταση δεν θα μπορούσε παρά να έχει κι αυτή φιλελεύθερο χαρακτήρα. Εάν η ελληνική δεν ήταν φιλελεύθερη, δεν θα ήταν επανάσταση, αλλά μια τοπική εξέγερση. Όπως γράφουν η Ελπίδα Βόγλη και ο Φιλήμων Παιονίδης (με αναφορά στον Νικηφόρο Διαμαντούρο), η ομάδα των φιλελεύθερων διανοουμένων που έρχεται στον ελλαδικό χώρο για να υπηρετήσει την «αναγεννώμενη» πατρίδα «συνέβαλε στη μετατροπή του ελληνικού Αγώνα, από περιφερειακό ζήτημα, το οποίο αφορούσε σχεδόν αποκλειστικά τον σουλτάνο, και από μια κλειστή οικογενειακή υπόθεση παραδοσιακών προκρίτων και οπλαρχηγών που πολεμούσαν για κάτι περισσότερο από ό,τι ήδη είχαν, σε ευρωπαϊκό επαναστατικό κίνημα οργανωμένο στη βάση των δικαιωμάτων των εθνών για αυτονομία και ελευθερία».
Δεν θα πρέπει να παρεξηγηθεί η έμφαση στον φιλελεύθερο χαρακτήρα. Η Επανάσταση ήταν κυρίως εθνική και είχε χαρακτήρα θρησκευτικού πολέμου, σχεδόν πολιτισμικής σύγκρουσης. Η τελική επιτυχία της βασίζεται σε πολλούς παράγοντες, αλλά κυρίως στην αντοχή του ελληνικού λαού και στην ικανότητα ανθρώπων όπως ο Κολοκοτρώνης και ο Μιαούλης. Αλλά είναι αδύνατον να την κατανοήσει κανείς εάν δεν εκτιμήσει τη φιλελεύθερη διάστασή της. Η Φιλική Εταιρεία ιδρύθηκε από ανθρώπους που είχαν εμπλοκή σε φιλελεύθερες μυστικές εταιρείες τεκτονικού ή καρμποναρικού τύπου. Ο Τσακάλωφ στο Ελληνόγλωσσο Ξενοδοχείο, ο Σκουφάς στον κύκλο του Κωνσταντίνου Ράδου, ο Ξάνθος στον ελευθεροτεκτονισμό. Οι αδελφοί Υψηλάντη στους τεκτονικούς κύκλους των μετέπειτα Δεκεμβριστών.
Ετσι, δεν πρέπει να μαε εκπλήσσει το γεγονός ότι ο Δημήτριος Υψηλάντης στη Διακήρυξη του Ιάσιου αναφέρεται στην Ισπανία («Μάρτυς σπανία, τις πρώτη καί μόνη κατετρόπωσε τάς ηττήτους φάλαγκας νός τυράννου»), το κέντρο της λεγόμενης «Φιλελεύθερης Διεθνούς». Δεν αρκείται σ’ αυτό, αλλά καλεί και τους φιλελευθέρους να έρθουν να πολεμήσουν για την Ελλάδα. Ακόμα και τα ονόματα των αρχαίων Ελλήνων που μνημονεύονται στη διακήρυξη δεν είναι τυχαία. Αναφέρεται, βέβαια, η γνωστή τριάδα των Περσικών Πολέμων (Μιλτιάδης, Λεωνίδας, Θεμιστοκλής), αλλά δίνεται έμφαση στους τυραννοκτόνους (Θρασύβουλος Αρμόδιος, Αριστογείτων, Τιμολέων).
Η διακήρυξη αυτή αρκούσε για να διευκολύνει το έργο του Μέτερνιχ. Παρουσίασε στον Ρώσο αυτοκράτορα Αλέξανδρο Α’ τον Υψηλάντη, «αυτόν τον φιλελεύθερο», όπως έγραφε περιφρονητικά στις επιστολές του, ως όργανο ενός υποτιθέμενου φιλελεύθερου διευθυντηρίου στο Παρίσι. Μάταια ο Καποδίστριας προσπαθούσε να διαψεύσει τις θεωρίες συνωμοσίας του Αυστριακού καγκελαρίου στη διάρκεια του 1821. Ο Καποδίστριας θεωρούσε βλαπτική για τα συμφέροντα των επαναστατημένων Ελλήνων την ταύτισή τους με φιλελεύθερες μυστικές εταιρείες. Γι’ αυτό και θεωρούσε θετικό το γεγονός ότι ο Αλέξανδρος Μαυροκορδάτος αποφάσισε να έρθει στην Ελλάδα. Ο Καποδίστριας γνώριζε πως ο Μαυροκορδάτος συμφωνούσε μαζί του και θα έκανε ό,τι χρειαζόταν. Και η αλήθεια είναι ότι ο Μαυροκορδάτος δικαίωσε τις προσδοκίες του.
Η Φιλική Εταιρεία μπήκε κάτω από το χαλί, η σημαία της αντικαταστάθηκε με τη γαλανόλευκη, η διακήρυξη της 1/1/1822 ήταν υποδειγματική και περιείχε μια σαφή απόρριψη του ριζοσπαστικού φιλελευθερισμού: η επανάσταση δεν είναι «δημαγωγική». Την ίδια έγνοια είχε ακόμα και ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης. Στη δραματική σύγκρουση στα Βέρβενα έσωσε τους προεστούς λέγοντας τα εξής: «Αν σκοτώσωμεν τους προεστούς, θα ειπούν οι Βασιλείς ότι τούτοι δεν εσηκώθησαν διά την ελευθερίαν, αλλά διά να σκοτωθούν συνατοί τους, και είναι κακοί ανθρώποι, Καρβονάροι». Κυρίως όμως, ο Μαυροκορδάτος επιδόθηκε σε έναν μαραθώνιο διπλωματικό αγώνα για να αποδείξει ότι οι Ελληνες επαναστατούν με δύο κυρίως ταυτότητες που συγκλίνουν σε μία, ως χριστιανοί και ως «Απόγονοι του σοφού και φιλάνθρωπου Έθνους των Ελλήνων», δηλαδή ως Ευρωπαίοι χριστιανοί.
Ταυτόχρονα όμως ο ίδιος άνθρωπος μετέτρεψε την Επανάσταση σε φιλελεύθερη, όταν οργάνωσε το πρώτο επαναστατικό κράτος πάνω σε αρχές και θεσμούς που εισήγαγαν τρεις ριζοσπάστες φιλελεύθεροι, που ο ίδιος έφερε στην Επίδαυρο: ο Θεόδωρος Νέγρης, ο καρμπονάρος Βιντσέντζο Γκαλλίνα και ο 20χρονος Αναστάσιος Πολυζωίδns. Γιατί αυτή η αντίφαση; Διότι ο Μαυροκορδάτος μεταλλάχθηκε πολιτικά στην Πίζα, όταν συνέβη αυτό που ο Βασίλης Παναγιωτόπουλος ονομάζει συνάντηση του ηγεμονικού διαφωτισμού στη φαναριώτικη εκδοχή του με τον αγγλικό ρομαντισμό και τον αγγλικό φιλελευθερισμό. Ο Μαυροκορδάτος, συνεχίζει ο Παναγιωτόπουλος, θα «μπει ανυποχώρητα στον δρόμο του εθνικού ρομαντισμού – φιλελευθερισμού».
Οι φορείς αυτών των ιδεών, οι διανοούμενοι γύρω από τον Μαυροκορδάτο, «μπορεί να υστερούσαν σε στρατιωτική πυγμή, είχαν όμως δυσανάλογη επιρροή και κατάφεραν να εξασφαλίσουν ότι το κυοφορούμενο κράτος θα ήταν εξοπλισμένο με τα χαρακτηριστικά του φιλελεύθερου συνταγματικού πολιτεύματος», γράφει ο Richard Clogg. Η επανάσταση θα πάρει τη ριζοσπαστική στροφή της όταν παρουσιαστεί η ανάγκη διαμόρφωσή θεσμών, για τις ανάγκες της οποίας οι φιλελεύθεροι θα συναντηθούν με τοπικές πολιτικές παραδόσεις, όπως επισημαίνει ο Μιχάλης Σωτηρόπουλος. Αυτό θα προκαλέσει το ενδιαφέρον των Ευρωπαίων φιλελευθέρων από τις αρχές του 1822, διότι αυτή «η πρώιμη εκδήλωση του ελληνικού συνταγματισμού λειτούργησε ως αξιόλογο ερέθισμα στην ανέλιξη της δημοκρατικής πολιτειολογίας στην ευρωπαϊκή πολιτική σκέψη», σύμφωνα με τον Πασχάλη Κιτρομηλίδη. Η Ελλάδα, όπως εύστοχα παρατηρεί ο Νίκος Αλιβιζάτος, «χρησίμευε ως “εργαστήρι ιδεών” για τον πειραματισμό φιλελεύθερων θεσμών από ορισμένες πρωτοπορίες της μεταναπολεόντειας Ευρώπης, που αναζητούσε τότε τη νέα της φυσιογνωμία».
Γιατί να θέσει ο Μαυροκορδάτος την Επανάσταση σε κίνδυνο επαναφέροντας τη φιλελεύθερη διάσταση που ήταν τόσο επικίνδυνη για τις βασιλικές αυλές; Γιατί ο ίδιος είχε αλλάξει στην Πίζα, έβλεπε τα πράγματα με διαφορετικό τρόπο, υπό την επιρροή φιλελεύθερων διανοουμένων όπως ο Κοραής ή ο Βενιαμίν ο Λέσβιος, των Ελλήνων νεαρών συνεργατών του, κυρίως όμως του φιλικού του ζεύγους Σέλλεϋ. Γράφει στις 3/4/1821 στη μεγάλη συγγραφέα Μαίρη Σέλλεϋ: «Ακόμα και μια σταγόνα αίμα να είχε απομείνει στις φλέβες μου, όσα μου γράψατε χθες θα αρκούσαν για να ξυπνήσουν μέσα στην ψυχή μου την αγάπη της ελευθερίας». Όμως οι Σέλλεϋ είναι ριζοσπάστες φιλελεύθεροι, θεωρούν ακόμα και τη Μεγάλη Βρετανία ένα κράτος τυραννικό. Οταν ο Πέρσυ Σέλλεϋ θα συναντήσει τον Μπάιρον στη Ραβέννα, θα τον πείσει ότι υπάρχουν Ελληνες που έχουν απαλλαγεί από τα ήθη της τυραννίας και ο σημαντικότερος από αυτούς είναι ο Μαυροκορδάτος. Ετσι ο Μπάιρον δεν μπορεί παρά να επιλέξει το Μεσολόγγι, γιατί η πόλη αυτή μετατρέπεται στο πολιτικό κέντρο του Αγώνα.
Βέβαια για τον Μαυροκορδάτο, όπως τονίζει ο Τζον Πετρόπουλος, «οι προσωπικές προτιμήσει δεν είχαν καμία θέση στις κρατικές υποθέσεις. Δεν ήταν ούτε δογματικός ούτε αφελής στο θέμα της αναζήτησης ξένης βοήθειας, αλλά είχε ως βάση τη ρεαλιστική αρχή ότι οι δυνάμει ενεργούσαν αποκλειστικά με γνώμονα το εθνικό τους συμφέρον». Οταν βρισκόταν ακόμα στην Πίζα, ζητούσε από τον βιβλιοπώλη του στη Γενεύη να τον προμηθεύει με κείμενα ακραίων φιλελευθέρων. Ο ίδιος όμως παρέμεινε μετριοπαθής και ήρθε σε σύγκρουση με τους Βρετανούς και τους Ελληνες ριζοσπάστες. Όπως γίνεται πάντα σ’ αυτές τις περιπτώσεις, η ομάδα που ο ίδιος δημιούργησε αυτονομήθηκε και οδήγησε στο Σύνταγμα της Τροιζήνας, το πιο φιλελεύθερο και δημοκρατικό της Ευρώπης.
Το αποτέλεσμα αυτής της πορείας, που κορυφαίοι ιστορικοί έχουν καταγράψει, συμπυκνώνει ο Πέτρος Πιζάνιας: «Από ιδεολογική άποψη, ο ανατρεπτικός χαρακτήρας της Επανάστασης τοποθετούσε της κοινωνικές ομάδες που ηγήθηκαν καθ’ όλη τη διάρκειά της στο επίκεντρο της ευρωπαϊκής διαφωτιστικής και φιλελεύθερης πολιτικής ιδεολογίας, μάλιστα στη ριζοσπαστική εκδοχή της. Η Ελληνική Επανάσταση δεν είχε παρά δευτερευόντως χαρακτήρα κοινωνικής ανατροπής, ήταν πρωτίστως μια πολιτική και ιδεολογική φιλελεύθερη επανάσταση».
* Ο κ. Αριστείδης Χατζής είναι καθηγητής Φιλοσοφίας Δικαίου και Θεωρίας Θεσμών στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και διευθυντής Ερευνών στο Κέντρο Φιλελεύθερων Μελετών (ΚΕΦίΜ). Η σειρά άρθρων με θέμα τα φιλελεύθερα, δημοκρατικά και νεωτερικά χαρακτηριστικά της Επανάστασης του 1821 αποτελεί μέρος του εκπαιδευτικού προγράμματος του ΚΕΦίΜ με θέμα: «Ελλάδα 2021: Διακόσια χρόνια από τη Φιλελεύθερη Επανάσταση». Το άρθρο δημοσιεύθηκε στην Καθημερινή της Κυριακής