«Σήμερα που ξανανταμώνουμε, έχω την αίσθηση πως είναι σαν να κάνουμε μια νέα αρχή» είπε ο Αλέξης Τσίπρας ανοίγοντας με την ομιλία του τη συνεδρίαση της Προγραμματικής Συνδιάσκεψης του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ. Ετσι απλά και χαλαρά προσπάθησε να σβήσει, με μερικές λέξεις, πέντε περίπου χρόνια διακυβέρνησης της χώρας και ακόμα δύο χρόνια (αξιωματικής) αντιπολίτευσης. Τις μέρες μάλιστα της επετείου μιας από τις πιο σκοτεινές μέρες της Μεταπολίτευσης, της επετείου ενός δημοψηφίσματος που λίγο έλειψε να στοιχίσει στην Ελλάδα την ευρωπαϊκή της πορεία και προοπτική. Δυστυχώς, για τον αρχηγό της αξιωματικής αντιπολίτευσης, η πραγματικότητα είναι αμείλικτη και δεν ξεπλένεται με μια «νέα αρχή».

του Γιάννη Μεϊμάρογλου

Πώς θα μπορούσαν, άλλωστε, οι πολίτες της χώρας να λησμονήσουν τα διχαστικά αντιμνημονιακά κηρύγματα που ένωσαν τις πλατείες διχάζοντας τον ελληνικό λαό. Κηρύγματα που ακύρωσε στην πράξη ο ίδιος ο ΣΥΡΙΖΑ υπογράφοντας το δικό του μνημόνιο «υποταγής» στους ξένους. Πώς θα μπορούσαν οι πολίτες να προσπεράσουν τα εμφυλιοπολεμικά «ή εμείς ή αυτοί» και «πάμε να τους τελειώσουμε», πώς θα μπορούσαν να ξεχάσουν ότι ο ΣΥΡΙΖΑ της Αριστερός έγινε ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ της εξουσίας προκειμένου να κυβερνήσει, εξαγοράζοντας την Ακροδεξιά με κυβερνητικά πόστα και κομματικές θέσεις που ακόμη διατηρούν δικαιωματικά ορισμένοι ως ανταμοιβή της συμβολής τους στην «παρά φύση» συγκυβέρνηση. Από αυτή τη σκληρή πραγματικότητα είναι πολύ δύσκολο να απεμπλακεί η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ.

Ωστόσο, η «νέα αρχή» που ζήτησε ο Αλέξης Τσίπρας από τα μέλη της Συνδιάσκεψης του ΣΥΡΙΖΑ δεν αφορούσε μόνο την προσπάθειά του να περάσουν στη λήθη τα έργα και οι ημέρες της διακυβέρνησής του. Ο κύριος στόχος του, από το ίδιο το βράδυ των τελευταίων εκλογών, είναι η ριζική μετάλλαξη του κόμματός του, ως μοναδική ελπίδα προς μια δεύτερη έφοδο προς την εξουσία. Αφού απέτυχαν οι απόπειρες, αρχικά της «μαζικής εγγραφής νέων μελών» και στη συνέχεια της «προοδευτικής συμμαχίας», ήρθε η σειρά της «προοδευτικής διακυβέρνησης» να σκοντάψει στην πράξη. Δύσκολα θα βρεθούν προοδευτικοί «Ματρόζοι» πρόθυμοι να επωμιστούν ανάλογη ευθύνη.

Η «νέα αρχή» που ζητάει τώρα ο αρχηγός του ΣΥΡΙΖΑ αποτελεί στην ουσία την τελευταία προσπάθεια ιδεολογικής μετάλλαξης του (πρώην) κόμματος της ριζοσπαστικής Αριστερός. Μετά τα στάδια της κεντροαριστερής διεύρυνσης που κάποτε δαιμονοποιούσε και του σοσιαλδημοκρατικού μετασχηματισμού που κάποτε λοιδορούσε, ήρθε η σειρά της κεντρώας μετάλλαξης: «Πώς θα κερδίσουμε το Κέντρο; Με πολιτικές του μέσου όρου; Με κεντρώες ή δεξιόστροφες πολιτικές; Δεν κερδίζεται έτσι το Κέντρο. Εάν θέλουμε να κερδίσουμε τους προοδευτικούς πολίτες, πρέπει να έχουμε ένα σαφές πρόταγμα πολιτικής, ένα σαφές αριστερό πρόταγμα». Ο ιδεολογικός τυχοδιωκτισμός τίθεται στην υπηρεσία προσωπικών και κομματικών φιλοδοξιών.

Ποιες είναι, όμως, οι πολιτικές που μπορεί να συγκινήσουν τους πολίτες που αυτοτοποθετούνται στο «Πολιτικό Κέντρο»; Μήπως η πολιτική του ΣΥΡΙΖΑ στη Δικαιοσύνη που διαπόμπευσε πολιτικούς μέσα από τις κουκούλες, μήπως η πολιτική περιορισμού και ελέγχου της ενημέρωσης, μήπως η συνδικαλιστική πολιτική που γέννησε τις ΟΛΜΕ ή μήπως οι πολιτικές απαξίωσης της αριστείας και της αξιοκρατίας; Ολα αυτά έχουν προφανώς μικρή σημασία για τον αρχηγό της αντιπολίτευσης που εξακολουθεί να κάνει σχεδιασμούς επί χάρτου εικονικής πραγματικότητας. Ωστόσο, τα σύνθετα και κρίσιμα πραγματικά προβλήματα που αντιμετωπίζει η χώρα δεν λύνονται με επικοινωνιακά πυροτεχνήματα. Απαιτούν την υπεύθυνη, ρεαλιστική και συναινετική στάση των πολιτικών δυνάμεων.

  • Ο Γιάννης Μεϊμάρογλου είναι τοπογράφος μηχανικός του ΕΜΠ, εκδότης του ηλεκτρονικού περιοδικού metarithmisi.gr. Το άρθρο δημοσιεύεται στα Νέα