Τέτοιες μέρες, μέρες που η εθνική συλλογική μνήμη ξυπνά, κάθε χρόνο, θαρρείς μετά από έναν βαθύ λήθαργο, πολλά έρχονται στο νου. Ηρωικές στιγμές, γεγονότα, δηλώσεις, ιστορικές ομιλίες, ιστορικά κείμενα. Ένα απ’ αυτά είναι το περίφημο άρθρο του μεγάλου Γάλλου ακαδημαϊκού και συγγραφέα Μισέλ Ντεόν, ενός από τους σημαντικότερους φιλέλληνες.

Γράφει η Σοφία Βούλτεψη*

Τίτλος του, «Η ψυχή της Ελλάδας δεν υπέκυψε ποτέ».

Έγραψε ο Ντεόν: «Κατά μία έννοια η Ελλάδα χρειάζεται τις υπερβολές της για να πετύχει την εξέλιξή της. Ο Μαλρό τη χαρακτήριζε “Χώρα του Όχι”. Όχι στον Ιταλό ή Γερμανό επιτιθέμενο, όχι στην υποταγή στον κομμουνισμό. Πρόκειται για απεχθές κλισέ να την περιορίζει κανείς στους εφοπλιστές και στους μπουζουκτσήδες της, όταν γνωρίζουμε τη ζωτικότητα του πνεύματός της και το πάθος της για τον λόγο. Είναι δύσκολο να κυβερνηθούν; Βεβαίως, αλλά αυτό είναι η κληρονομιά τεσσάρων αιώνων τουρκικής κατοχής, ενός εμφυλίου πολέμου που ανέκοψε την ορμή ύστερα από τρία χρόνια βάναυσης γερμανικής κατοχής. Η χώρα επέζησε επειδή η ψυχή της δεν υποτάχθηκε ποτέ».

Και πραγματικά! Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο επέζησε η πατρίδα μας. Παρά τις μεγάλες εθνικές προκλήσεις, παρά τους εσωτερικούς διχασμούς που ταλανίζουν την πατρίδα μας ακόμη και σήμερα.

Για τη σημερινή μεγάλη μέρα, μια μέρα που κάνει περήφανους όλους τους Έλληνες και όλες τις Ελληνίδες, σε μια στιγμή που η πατρίδα βρίσκεται αντιμέτωπη με εθνικούς κινδύνους και δίνει έναν πολυμέτωπο αγώνα, επιλέγω για άλλη μια φορά δύο αποσπάσματα από τους αντίστοιχους πανηγυρικούς που εκφώνησαν την 27 Οκτωβρίου του 1969 και του 1960, στην Ακαδημία Αθηνών, ο Πέτρος Χάρης και ο Στρατής Μυριβήλης.

Ο Πέτρος Χάρης: «Δεν ξέρω πόσες ημέρες από τα τελευταία πενήντα ταραγμένα και δραματικά χρόνια μπορούμε να πούμε ότι ανήκουν σε όλους τους Έλληνες. Μια γρήγορα αναδρομή θα μας οδηγούσε στη θλιβερή διαπίστωση ότι στις πιο πολλές από τις μεγάλες ώρες που έζησε, έπειτα από το Eικοσιένα, ο βασανισμένος τόπος μας, είμαστε χωρισμένοι σε δύο, κάποτε και σε περισσότερους κόσμους. Και μόνο όταν φθάσουμε στην 28η Οκτωβρίου του 1940, έχουμε και πάλι το θαυμάσιο, μα και τόσο σπάνιο θέαμα της μιας και αδιάσπαστης Ελλάδας. Οι σειρήνες που ακούστηκαν εκείνη τη Δευτέρα έκαμαν το πιο δραματικό προσκλητήριο. Όπου κι’ αν κοίταζες, έβλεπες πρόσωπα που έζησαν και ζύγισαν μέσα σε λίγες στιγμές την αξία της ελευθερίας».

Και ο Στρατής Mυριβήλης: «Λοιπόν, εκεί που πορεύεται την καθημερινή του χαμοζωή ο λαός, απορροφημένος από τις έγνοιες της βιοπάλης, γλεντοκόπος από τη χαρά της νιότης ή σκυθρωπός από τον αγώνα της άχαρης δουλειάς, διχασμένος από τα πάθη και τα ιδιωτικά συμφέροντα, ακούει άξαφνα την ιερή καμπάνα της Φυλής να βαρά συναγερμό. Aυτιάζεται. Σταματά μεσοστρατίς και υψώνει με χτυποκάρδι τα μάτια προς την υψηλότατη κορφή. H καρδιά γιομίζει αναγάλλια, τα μάτια βουρκώνουν. Βλέπουμε στην κορφή ν’ ανεμίζει χαιρετιστικά η μεγάλη σημαία του Γένους. Τη γνωρίζουμε τούτη τη σημαία. Την έχουμε δει να τρικυμίζεται μέσα στους κύκλους του χρόνου. Την είδαμε με τα μάτια των προγόνων, που έχουν πεθάνει πριν από πολλά χρόνια. Την έχουμε στήσει εκεί ψηλά με τα ματωμένα μας χέρια. Από τούτη την κορυφογραμμή της 28ης του Oχτώβρη, μπορούμε ν’ αγναντέψουμε την πορεία της Φυλής μας. Έρχεται μια μέρα στη ζωή των Εθνών, που οι αιώνες ελέγχουν τα χαρτιά της ιστορικής των ταυτότητας. Τέτοια μέρα για την Ελλάδα είναι η μέρα της Σαλαμίνας, η μέρα του Μαραθώνα, η μέρα του τελευταίου Κωνσταντίνου, η μέρα της 25ης Μαρτίου. Τέτοια είναι και η μέρα της 28ης του Oχτώβρη. Αυτή τη μέρα δώσαμε ακόμη μια φορά εξετάσεις μπροστά στο Θεό και μπροστά στους ανθρώπους. Δείξαμε την ταυτότητά μας την Εθνική και βρέθηκε εν τάξει».

Είναι αυτά τα κείμενα η καλύτερη απάντηση σε όσους ακόμη και αυτή τη μέρα επιμένουν να διχάζουν και να ρίχνουν δηλητήριο στην ψυχή του λαού.

Και ο νοών νοείτω…


*Βουλευτής Β3 Νοτίου Τομέα Αθηνών, πρώην υφυπουργός παρά τω πρωθυπουργώ και κυβερνητική εκπρόσωπος, δημοσιογράφος