«Η ίδια η Αριστερά ταυτίζεται με την απλή αναλογική». Η φράση αυτή, μέσαστην υπερβολή της, αποτελεί την πιο αινιγματική πολιτική δήλωση που ακούστηκε από την πλευρά του ΣΥΡΙΖΑ κατά τη διάρκεια της πρόσφατης κοινοβουλευτικής διαμάχης ενόψει της ψήφισης του νέου εκλογικού νόμου. Η δήλωση αυτή αναγορεύει το εκλογικό σύστημα της απλής και «άδολης» αναλογικής σε στοιχείο ταυτότητας της πολιτικής υπόστασης της σύγχρονης ελληνικής Αριστεράς.
του Κώστα Τζαβάρα
Ως γνωστόν, ένα εκλογικό σύστημα δεν είναι παρά η μαθηματική μέθοδος μετατροπής του αριθμού των ψήφων που λαμβάνει ένα κόμμα στον αριθμό των βουλευτικών εδρών που δικαιούται να καταλάβειτο κόμμα αυτό στο Κοινοβούλιο. Κατ’ ακολουθία, η υπαρξιακή ταύτιση μιας κομματικής μερίδας πολιτών με το αντικείμενο «απλή αναλογική»εμφανίζει έντονα στοιχεία ανορθολογισμού. Δηλαδή ενός πολιτικού μυστικισμού που μετατρέπει μαγικά το μέσο σε σκοπό, την ουσία σε διαδικασία, τον άνθρωπο σε πράγμα. Προφανώς, το αντικείμενο αυτό η αριστερά το χρησιμοποιεί ως πολιτικό «φετίχ» και το προβάλλει ως σκοπό της πολιτικής της ύπαρξης και ως αγωνιστικό της ιδεώδες. Με άλλα λόγια το καθιστά σημείο πολιτικής λατρείας ενός «άλλου αντ’ άλλου».
Βέβαια, μια τέτοια αντιστροφή της πραγματικότητας,δεν είναι ασυνήθιστη στο χώρο της ελληνικής Αριστεράς, η οποία στους πολιτικούς της αγώνες αρέσκεται να χρησιμοποιεί ένα είδος μαγικής-συμβολικής πολιτικής σκέψης. Μιας σκέψης που συχνά ξεφεύγει από τα συγκεκριμένα κοινωνικά και πολιτικά δεδομένα της εκάστοτε ιστορικής συγκυρίας για να ανοιχθεί σε περιττές γενεαλογίες, σε υπερβατικές ιδέες, σε συμβολισμούς, σε ανθρωπομορφισμούς, σε μεταφορές και μετωνυμίες, μέσω των οποίων χάνεται η αληθινή σημασία των πολιτικών πραγμάτων. Αναμφίβολα πρόκειται για μια μορφή φετιχισμού στην κυκλοφορία των πολιτικών νοημάτων, τα οποία πλέον κυκλοφορούν με τη μορφή πολιτικών εμπορευμάτων, δηλαδή αξιών ανταλλαγής. Η αξία, όταν φωτίζει το εμπόρευμα, το κάνει να φαίνεται σαν ιερογλυφικό, υποστηρίζει ο Κάρολος Μαρξ στο 1ο κεφάλαιο του Α΄ τόμου του Κεφαλαίου, όπου αποκαλύπτει τον φετιχισμό του εμπορεύματος ως μαγικού τρόπου υποκατάστασης της αληθινής κοινωνικής πραγματικότητας από ανταλλακτικές διαδικασίες και αινιγματικές σημασίες.
Κάτω από τις συνθήκες αυτές, η Αριστερά εμφανίζεται να είναι δέσμια προλήψεων και συμβολισμών εξαιτίας των οποίων ο πολιτικός διάλογος εκτρέπεται συχνά σε μια εκτός πραγματικότητας – και άρα εν πολλοίς ανώφελη – διαμάχη.
Έτσι συνέβη και στην περίπτωση του νέου εκλογικού νόμου, κατά τη συζήτηση του οποίου έπρεπε να ανταλλαγούν επιχειρήματα μεταξύ των αντιμαχομένων παρατάξεων για το πώς θα συνδυαστεί αρμονικά η ανάδειξη των αντιπροσώπων του λαού στο κοινοβούλιο με τη διασφάλιση της δυνατότητας να προκύψει βιώσιμη κυβέρνηση που να έχει την εμπιστοσύνη της νέας Βουλής. Αυτό απαιτούσαν τα πραγματικά και κανονιστικά δεδομένα της συγκεκριμένης κοινοβουλευτικής διαδικασίας που έπρεπε να καταλήξει στην ψήφιση του πλέον δημοκρατικού εκλογικού νόμου. Σε τέτοιες περιπτώσεις έπρεπε να αφήνεται περισσότερος χώρος στην αλήθεια και τη διαφάνεια και λιγότερος στους πολιτικούς συμβολισμούς. Όχι μόνο γιατί πίσω από τους συμβολισμούς είναι που συχνά χάνεται η αληθινή εικόνα της πραγματικότητας, αλλά και γιατί μέσω των συμβολισμών συνήθως κρύβουμε τους αληθινούς εαυτούς μας από τους πολίτες.
*O Κώστας Τζαβάρας είναι βουλευτής της Νέας Δημοκρατίας
** Το άρθρο δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα “Τα Νέα”