Η απόφαση των ΗΠΑ να πλήξουν τις βασικές πυρηνικές εγκαταστάσεις του Ιράν (Fordow, Natanz, Ισφαχάν) δεν είναι μια απλή στρατιωτική ενέργεια. Είναι μια κίνηση που ανοίγει την πύλη προς μια επικίνδυνη περιφερειακή και ίσως παγκόσμια σύγκρουση, με την Τεχεράνη να καλείται πλέον να απαντήσει, έχοντας περιορισμένα μέσα, αλλά πολλές επιλογές.
Οι αμερικανικές επιθέσεις κατέστρεψαν κρίσιμες υποδομές του ιρανικού πυρηνικού προγράμματος. Η άμεση στρατιωτική απάντηση από την πλευρά της Τεχεράνης υπήρξε αναμενόμενη, με την εκτόξευση βαλλιστικών πυραύλων κατά του Ισραήλ, οι περισσότεροι από τους οποίους αναχαιτίστηκαν επιτυχώς. Η τακτική αυτή χαρακτηρίζεται από κάποιους αναλυτές ως «κλιμάκωση για να επιτευχθεί αποκλιμάκωση» («escalate to de-escalate»), δηλαδή έντονη, αλλά ελεγχόμενη στρατιωτική αντίδραση, με στόχο να διατηρηθεί ένα περιθώριο διαπραγμάτευσης και αποτροπής γενικευμένης σύρραξης.
Ωστόσο, η αεροπορική και πυραυλική ικανότητα του Ιράν έχει τρωθεί σοβαρά από ισραηλινά πλήγματα των τελευταίων ημερών, γεγονός που αναγκάζει την Τεχεράνη να καταφύγει περισσότερο σε ασύμμετρες μορφές πολέμου. Οι φιλοϊρανικές παραστρατιωτικές οργανώσεις (proxies), όπως η Χεζμπολάχ στον Λίβανο, οι Χούθι στην Υεμένη, οι σιιτικές πολιτοφυλακές σε Ιράκ και Συρία, είναι οι πιθανότεροι φορείς αυτής της υβριδικής αντεπίθεσης.
Παράλληλα, το Ιράν στρέφεται στους βασικούς συμμάχους του: τη Ρωσία και την Κίνα. Ο Ιρανός αναπληρωτής υπουργός Εξωτερικών, Αμπάς Αραγτσί, μετέβη στη Μόσχα για «σοβαρές διαβουλεύσεις» με τον Βλαντιμίρ Πούτιν, ενώ έχει ήδη ξεκινήσει διαρκή επαφή με το Πεκίνο. Οι τρεις χώρες, μαζί με τη Βόρεια Κορέα, συνιστούν –σύμφωνα με πολλές δυτικές εκτιμήσεις– έναν ανεπίσημο «άξονα αυταρχισμού», με αμοιβαία υποστήριξη και συγκλίνουσες γεωστρατηγικές επιδιώξεις.
Η εμπλοκή της Μόσχας στον πόλεμο στην Ουκρανία περιορίζει την άμεση στρατιωτική συνδρομή προς το Ιράν, αλλά διπλωματική στήριξη, παροχή οπλικών συστημάτων ή μεταφορά τεχνολογίας μέσω Κίνας και τρίτων χωρών δεν μπορεί να αποκλειστεί.
Η σκιώδης απειλή: τρομοκρατικά χτυπήματα εντός της Δύσης;
Η πιο ανησυχητική όμως παράμετρος είναι η απειλή για τρομοκρατικές επιθέσεις σε Ευρώπη και ΗΠΑ από φανατικούς ισλαμιστές, που είτε έχουν σχέσεις με το ιρανικό καθεστώς, είτε απλώς μοιράζονται την εχθρότητα προς τη Δύση και το Ισραήλ.
Σύμφωνα με το CBS News, το FBI έχει αυξήσει την επιτήρηση υπόπτων πυρήνων της Χεζμπολάχ και άλλων φιλοϊρανικών οργανώσεων στις ΗΠΑ. Παράλληλα, όπως αναφέρει το «The Economic Times», οι βρετανικές υπηρεσίες πληροφοριών παρακολουθούν τουλάχιστον 15 περιπτώσεις ύπαρξης «πυρήνων σε ύπνωση» (sleeper cells) του Ιράν ή συνεργαζόμενων οργανώσεων, οι οποία θα μπορούσαν να ενεργοποιηθούν, όταν δοθεί η εντολή.
Το Daily Beast προειδοποιεί, ότι οι ενδεχόμενες ιρανικές απαντήσεις δεν θα περιοριστούν στα πεδία μάχης: «Η Τεχεράνη μπορεί να απαντήσει με ασύμμετρες ενέργειες όπως τρομοκρατία, απαγωγές και επιθέσεις εναντίον διπλωματών».
Ήδη ο υπουργός Εξωτερικών του Ισραήλ, Γκιντεόν Σαάρ, μίλησε για σχέδιο επίθεσης των Φρουρών της Επανάστασης κατά Ισραηλινών πολιτών στην Κύπρο, μια ανησυχητική αποκάλυψη για το εύρος της απειλής και τον γεωγραφικό της ορίζοντα.
Συμπερασματικά, το Ιράν φαίνεται να ακολουθεί μια τριπλή στρατηγική: Περιορισμένες στρατιωτικές ενέργειες υψηλού συμβολισμού, ενεργοποίηση περιφερειακών συμμάχων και ενίσχυση της απειλής για τρομοκρατικές επιθέσεις στο εξωτερικό. Η απειλή από μεμονωμένους ισλαμιστές, νόμιμους ή παράτυπους μετανάστες, που λειτουργούν ως «μοναχικοί λύκοι» ή ως οργανωμένα δίκτυα «sleeper cells», αναδεικνύεται πλέον σε έναν από τους σοβαρότερους κινδύνους για τη Δύση.
Η αυξημένη εγρήγορση των υπηρεσιών ασφαλείας σε ΗΠΑ και Ευρώπη, η στενότερη διακρατική συνεργασία και η διπλωματική απομόνωση της Τεχεράνης αποτελούν κρίσιμα εργαλεία για την αποτροπή περαιτέρω αποσταθεροποίησης. Το μόνο σίγουρο είναι ότι η επόμενη πράξη του δράματος δεν θα παιχτεί μόνο στη Μέση Ανατολή.