Με βάση την προσωπική της εμπειρία από την προεδρία Τραμπ, η πρόεδρος της ΕΚΤ Κριστίν Λαγκάρντ, απαντά με ιδιαίτερο τρόπο στο ενδεχόμενο επανεκλογής του Ρεπουμπλικανού πρώην Προέδρου, κάποιες φορές και με χιούμορ.
Όταν η δημοσιογράφος Φρανσίν Λάκουα του Bloomberg Television ρώτησε, στο περιθώριο του φόρουμ του Νταβός, τη Λαγκάρντ τη γνώμη της για τις προεδρικές εκλογές στις ΗΠΑ, η πρόεδρος της ΕΚΤ προκάλεσε γέλια στο ακροατήριο σηκώνοντας την κούπα της και λέγοντας: «Ναι, να πιω μια γουλιά καφέ πρώτα».
Λαγκάρντ: Όλοι ανησυχούμε για ενδεχόμενη επιστροφή του Τραμπ
Στη συνέχεια, όμως, η Λαγκάρντ εξήγησε τις δυσκολίες που θα αντιμετωπίσουν οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής εάν επιστρέψει στην εξουσία το 2025 ο Τραμπ - οι δημοσκοπήσεις προβλέπουν νέα αναμέτρησή του με τον Τζο Μπάιντεν στις προεδρικές εκλογές του Νοεμβρίου. Πρόσθεσε πάντως ότι, φυσικά, εναπόκειται στον αμερικανικό λαό να αποφασίσει ποιος θα ηγηθεί της χώρας του. «Αλλά προφανώς όλοι μας ανησυχούμε, επειδή οι Ηνωμένες Πολιτείες είναι η μεγαλύτερη οικονομία, η μεγαλύτερη στρατιωτική δύναμη στον κόσμο και υπήρξε φάρος της δημοκρατίας, με όλα τα καλά και τα αρνητικά της», σημείωσε. «Πρέπει να είμαστε εξαιρετικά προσεκτικοί και να περιμένουμε - ακριβώς όπως κάνουμε με τον πληθωρισμό» πρόσθεσε.
Η Λαγκάρντ τόνισε ότι θα πρέπει να μελετηθούν όλα τα σενάρια του «τι θα γίνει αν» και ότι η Ευρώπη θα πρέπει να ισχυροποιηθεί και να μην υποθέτει ότι μπορεί να επαφίεται σε υποτιθέμενους φίλους ανά την υφήλιο, γιατί αυτό μπορεί να αλλάξει.
Η Λαγκάρντ, που βρίσκεται στο τιμόνι της ΕΚΤ από τον Νοέμβριο του 2019, έχει εξαπολύσει και παλαιότερα βέλη κριτικής κατά του Τραμπ, αλλά τα τελευταία της σχόλια είναι τα πιο αιχμηρά υπό τη νυν ιδιότητά της. Άλλωστε, όπως σημειώνει το Bloomberg, οι κεντρικοί τραπεζίτες συνήθως καταβάλλουν μεγάλες προσπάθειες για να αποφύγουν να σχολιάσουν τις πολιτικές εξελίξεις. Το 2016, όταν ήταν επικεφαλής του ΔΝΤ και ο Τραμπ ήταν υποψήφιος για την προεδρία, η Λαγκάρντ τόνισε τους οικονομικούς κινδύνους των δασμών, μια από τις βασικές πολιτικές του. Τρία χρόνια αργότερα, πριν φύγει από την Ουάσιγκτον για τη Φρανκφούρτη, εξαπέλυσε νέα «πυρά» εναντίον του, λέγοντας ότι ο εμπορικός του πόλεμος με την Κίνα είχε επηρεάσει την παγκόσμια οικονομική ανάπτυξη.