Δύο είναι τα βασικά δεδομένα που προκύπτουν (και) από τις τελευταίες δημοσκοπήσεις: ότι αφενός η κυριαρχία της ΝΔ στην πρόθεση ψήφου και του Κυριάκου Μητσοτάκη στα ποιοτικά χαρακτηριστικά δεν αμφισβητούνται. Αφετέρου ότι ο κίνδυνος του λαϊκισμού και του αντισυστημισμού όχι απλώς παραμένει, αλλά είναι ισχυρότερος από ποτέ.

Ακόμη και από τη «μαύρη» περίοδο της Χρυσής Αυγής, η οποία μετά το χαρακτηρισμό της από τη Δικαιοσύνη ως εγκληματική οργάνωση έκανε τον κύκλο της και εξαφανίστηκε μετά τις εκλογές του 2019 και την αποτυχία της να ξαναμπεί στη Βουλή.

Γράφει η Έρση Παπαδάκη

Οι διαφορές ωστόσο σε σχέση με εκείνη την περίοδο είναι πολλές. Πρώτον, το πολιτικό σκηνικό σήμερα δεν διαμορφώνεται υπό την πίεση μιας οικονομικής και κοινωνικής αναταραχής, όπως συνέβη μία δεκαετία πίσω με τα μνημόνια.

Αντιθέτως, δύο φαίνεται ότι είναι οι βασικοί παράγοντες που ενισχύουν σήμερα αυτή την τάση: η παταγώδης αποτυχία των (παραδοσιακών) κομμάτων της αντιπολίτευσης ν’ αρθρώσουν ένα σοβαρό πολιτικό λόγο και να αντιπαρατεθούν με την κυβέρνηση και η γενικότερη τάση που επικρατεί στην Ευρώπη και σε ολόκληρο τον κόσμο, με την άνοδο είτε εθνικιστικών κινημάτων είτε πολιτικών σχηματισμών και ηγετών που βασίζονται στον αντισυστημισμό και τον καταγγελτικό, μηδενιστικό λόγο.

Η βασικότερη όμως διαφορά σε σχέση με τα χρόνια της κρίσης είναι ότι τώρα η αντίδραση αυτή έρχεται από δύο διαφορετικές κατευθύνσεις: και από δεξιά και από αριστερά.

Με άλλα λόγια, ο αντισυστημισμός και ο λαϊκισμός είναι αυτός που ενώνει δεξιά και αριστερά κόμματα, ενισχύοντας ότι την αίσθηση ότι οι παραδοσιακές διαχωριστικές γραμμές του παρελθόντος δεν υπάρχουν –κάθε άλλο– αλλά ότι ακριβώς ο λαϊκισμός και η τάση κόντρα στο σύστημα δεν έχει χρώμα και ιδεολογία. Στοιχείο το οποίο αναμφίβολα είναι καταστροφικό για τη δημοκρατία και στο τέλος της ημέρας για την ίδια τη χώρα και την πρόοδο που έχει συντελεστεί τα τελευταία χρόνια.

Αναμφίβολα δηλαδή στο προσκήνιο επανέρχεται το ερώτημα «σταθερότητα ή χάος», αφού οι ηγέτες αυτών των κομμάτων δεν διακατέχονται από μία συγκεκριμένη ιδεολογία ούτε πρεσβεύουν κάποιες συγκεκριμένες αξίες και αρχές. Ούτε καν έχουν ένα πρόγραμμα για την ίδια τη χώρα και τους πολίτες της και στο βωμό αυτών των κοντόφθαλμων πρακτικών δεν διστάζουν να θυσιάζουν τα πάντα και να εργαλειοποιούν τα πάντα.

Το απέδειξαν άλλωστε περίτρανα και συνεχίζουν να το αποδεικνύουν με την υπόθεση των Τεμπών και την εργαλειοποίηση του πόνου και του θρήνου των συγγενών και των οικείων των 57 θυμάτων της τραγωδίας, αλλά και κάθε μέρα, με μικρότερα και μεγαλύτερα παραδείγματα.

Όλα αυτά μάλιστα ενώ το ευρύτερο τοπίο γίνεται όλο και πιο σύνθετο και προκύπτουν κίνδυνοι και προκλήσεις που είναι δύσκολο να διαχειριστεί ακόμη και η πιο ορθολογική πολιτική ηγεσία – χαρακτηριστικό παράδειγμα η θύελλα των αμερικανικών δασμών και ο εμπορικός και οικονομικός πόλεμος που μοιραία ακολουθεί τις ανακοινώσεις του Ντόναλντ Τραμπ.

Είτε μιλάμε δε για ακροδεξιά είτε για ακροαριστερά αποδεικνύεται ένα και το αυτό, καθώς στόχος όλων είναι να πάνε κόντρα στο παραδοσιακό πολιτικό σύστημα και να εφορμήσουν στα «θερινά ανάκτορα», αδιαφορώντας για τις συνέπειες που μπορεί να έχει αυτό σε ολόκληρη την κοινωνία και για το αν θα ανακοπεί η πρόοδος μιας χώρας που καλά-καλά δεν έχει βγει από μία δεκαετή πολύπλευρη και επώδυνη κρίση.

Και βέβαια κάθε άλλο παρά «χαβαλές» μπορεί να είναι αυτή η κατάσταση, όπως επιχειρούν μάλλον επιπόλαια να την προσεγγίσουν κάποιοι. Το ποσοστό άλλωστε της αντισυστημικής ψήφου στις τελευταίες δημοσκοπήσεις και η απογοήτευση των πολιτών από το σύνολο του πολιτικού συστήματος δείχνει ότι υπάρχει πρόσφορο έδαφος για να καλλιεργηθεί μια τέτοια τάση που, όπως αναφέρθηκε παραπάνω, δεν γνωρίζει από πολιτικές καταβολές και κατευθύνσεις.

Ο κίνδυνος συνεπώς είναι υπαρκτός και αυτό δεν είναι ένα ζήτημα για το οποίο μονάχα η κυβέρνηση πρέπει να αναλάβει τις ευθύνες της. Οι ευθύνες αναλογούν στο σύνολο του πολιτικού συστήματος και η μάχη για να κερδηθεί ξανά η χαμένη του αξιοπιστία είναι δύσκολη και σκληρή, αλλά πρέπει να δοθεί. Αλλιώς το ερώτημα δεν μπορεί παρά να είναι μόνο «σταθερότητα ή χάος». Εκ δεξιών τε και εξ αριστερών.