Μια πρωτοφανής διεθνής επιχείρηση, στην οποία μετείχαν οι αρχές 11 χωρών, κατέληξε στη σύλληψη 44 φερόμενων μελών ενός εγκληματικού δικτύου που θεωρείται ένα από τα πιο επικίνδυνα στην Ευρωπαϊκή Ένωση, δήλωσαν σήμερα ο οργανισμός της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την επιβολή του νόμου, Europol, και ο οργανισμός της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τη συνεργασία στον τομέα της ποινικής δικαιοσύνης, Eurojust.
«Αρκετές εγκληματικές οργανώσεις εργάζονταν από κοινού για να διαπράττουν πολυεγκληματικές δραστηριότητες μεγάλης κλίμακας εντός και εκτός της ΕΕ», δήλωσαν σε κοινή ανακοίνωση οι ευρωπαϊκοί οργανισμοί που έχουν την έδρα τους στη Χάγη, στην Ολλανδία.
Πρόκειται κυρίως για διακίνηση ναρκωτικών, ξέπλυμα χρήματος, παράνομο πλουτισμό μεταξύ άλλων, διευκρίνισαν.
«Το μέγεθος της διακίνησης ναρκωτικών που αποδίδεται στο δίκτυο είναι τεράστιο, με αναφερόμενες δραστηριότητες σε τρεις ηπείρους» ανακοίνωσαν οι Europol και Eurojust.
Μεγάλες ποσότητες διαφόρων παράνομων ναρκωτικών όπως κοκαΐνη, χασίς, κάνναβη και μεθαμφεταμίνη, κατασχέθηκαν κατά τη διάρκεια των ερευνών.
Κατά τη διάρκεια της επιχείρησης που συντόνισαν οι δύο ευρωπαϊκοί οργανισμοί, η οποία διεξήχθη την Τρίτη 22 Νοεμβρίου, πραγματοποιήθηκαν συνολικά 94 έρευνες σε όλη την Ευρώπη, που είχαν στόχο ταυτόχρονα τους αρχηγούς αυτών των εγκληματικών οργανώσεων και τους συνεργάτες τους.
Η διεθνής αυτή επιχείρηση σκούπα πραγματοποιείται έπειτα από πολύπλοκες έρευνες υπό τη Γενική Εισαγγελία της Λιθουανίας και την εγκληματολογική υπηρεσία της αστυνομίας της Λιθουανίας, μαζί με τους εταίρους τους στην Τσεχία, τη Λετονία, τη Γαλλία, την Πολωνία, τη Νορβηγία, τη Σλοβακία, την Ουγγαρία, την Ισπανία και τις Ηνωμένες Πολιτείες υπό τον συντονισμό των Eurojust και Europol.
Επτά συλλήψεις έγιναν στη Λιθουανία, 9 στην Τσεχία, 9 στη Γαλλία, 7 στη Σλοβακία, 5 στη Λετονία, 2 στην Πολωνία, 2 στη Νορβηγία, 1 στη Γερμανία, 1 στην Ισπανία, 1 στις ΗΠΑ.
Στη Γαλλία, εννέα άτομα συνελήφθησαν, εκ των οποίων ένας Ρώσος και ένας Λιθουανός, ηλικίας 50 ετών ο καθένας τους, που διέμεναν στην Κυανή Ακτή, στον νότο της χώρας. Οι δύο άνδρες θεωρούνται ύποπτοι ότι ήταν υπεύθυνοι για τη λήψη αποφάσεων για μια πολύ μεγάλη διακίνηση κοκαΐνης και κάνναβης προς τη Ρωσία, σύμφωνα με δικαστική πηγή και αστυνομική πηγή.
Αποτελούν αντικείμενο ευρωπαϊκού εντάλματος σύλληψης υπό εκτέλεση, το οποίο θα παραδοθεί στις λιθουανικές αρχές, προστέθηκε.
Οι άλλοι επτά συλληφθέντες, τρεις άνδρες και τέσσερις γυναίκες, αφέθηκαν ελεύθεροι χωρίς να τους ασκηθεί δίωξη σε αυτό το στάδιο. Είναι ύποπτοι για ξέπλυμα χρήματος και μη δικαιολόγηση πόρων, σύμφωνα με τη δικαστική πηγή. Σύμφωνα με πηγή που γνωρίζει την υπόθεση, το περιβάλλον του Ρώσου και του Λιθουανού φέρεται να είχε ωφεληθεί από τη γενναιοδωρία τους.
Στη Γαλλία, πολυτελή αντικείμενα ύψους άνω των 500.000 ευρώ κατασχέθηκαν καθώς και ακίνητα περιουσιακά στοιχεία, έγινε γνωστό από καλά ενημερωμένη πηγή.
Πού επιχειρούσε το δίκτυο
Το δίκτυο που φέρεται επίσης να συνδέεται με μεγάλες συμμορίες διακίνησης ναρκωτικών εκτός της ΕΕ, επιχειρούσε στη Λιθουανία, τη Λετονία, την Τσεχία, την Πολωνία, τη Γαλλία, τη Γερμανία και τη Σλοβακία.
“Ιδιαίτερα ευέλικτοι, οι εγκληματίες αυτοί προσαρμόζονταν γρήγορα στις νέες μεθόδους της διακίνησης των ναρκωτικών για να διαφεύγουν από τις δυνάμεις της τάξης”, σύμφωνα με τους ευρωπαϊκούς οργανισμούς.
Φορτία με ναρκωτικά βρέθηκαν σε πλοία και φορτηγά, καλά κρυμμένα μέσα σε χωρίσματα.
“Το εγκληματικό δίκτυο ήταν δομημένο σαν μια εταιρία, με διάφορες εγκληματικές ομάδες και πρόσωπα – μεσάζοντες που εργάζονταν μαζί πέρα από τα σύνορα για να ελέγχουν το σύνολο της αλυσίδας της διακίνησης των ναρκωτικών — από την οργάνωση τεραστίων αποστολών ναρκωτικών έως τη διανομή σε όλη την Ευρώπη και πέραν αυτής”, δήλωσαν οι Europol και Eurojust. Η συνεργασία μεταξύ των χωρών και των ευρωπαϊκών οργανισμών επέτρεψε να υιοθετηθεί κοινή στρατηγική για να προετοιμαστεί η τελική φάση των ερευνών και να “καταρρεύσει όλο το δίκτυο”, χαιρετίζουν στην ανακοίνωσή τους.