Η Ελευσίνα επιστρέφει δυναμικά στον χάρτη της ελληνικής βιομηχανίας, χάρη στη κυβερνητική πρωτοβουλία που δεν περιορίζεται σε τεχνικές ρυθμίσεις αλλά συνιστά μια βαθιά στρατηγική επιλογή. Με το νέο πλαίσιο για την αναβάθμιση των Ναυπηγείων και του Λιμανιού της πόλης, η κυβέρνηση επιχειρεί να αναστήσει έναν ιστορικό κλάδο, να ενισχύσει την ενεργειακή ασφάλεια της χώρας και της Ευρώπης, και να δημιουργήσει έναν νέο αναπτυξιακό πυλώνα στη Δυτική Αττική. Η επένδυση δεν αφορά ένα τοπικό έργο, αλλά τη συνολική αναδιάταξη του παραγωγικού μοντέλου της χώρας.
Για δεκαετίες, τα Ναυπηγεία Ελευσίνας ήταν παγιδευμένα σε έναν φαύλο κύκλο χρεών, ακυρώσεων, γραφειοκρατικών εμποδίων και πολιτικών καθυστερήσεων. Η υποβάθμιση ήταν τόσο βαθιά, ώστε πολλοί μιλούσαν για μια βιομηχανική υποδομή χωρίς μέλλον.
Ωστόσο, η κυβέρνηση επέλεξε να μην αφήσει αυτά τα 600 στρέμματα στρατηγικής σημασίας να μετατραπούν σε μνημείο παρακμής. Με τη νομοθετική πρωτοβουλία που φέρνει, επιχειρείται κάτι πολύ μεγαλύτερο: η μετατροπή της Ελευσίνας σε ολοκληρωμένο βιομηχανικό και ενεργειακό κόμβο, ικανό να υπηρετήσει τις ανάγκες του στόλου, της εμπορικής ναυτιλίας, αλλά και της ευρύτερης ενεργειακής αγοράς της Μεσογείου.
Σήμα επενδύσεων
Κεντρικό στοιχείο αυτής της προσπάθειας αποτελεί η συμμετοχή της αμερικανικής Development Finance Corporation (DFC), που με χρηματοδότηση 125 εκατ. δολαρίων δίνει ψήφο εμπιστοσύνης στην ελληνική οικονομία και στη σταθερότητα που η κυβέρνηση έχει κατορθώσει να εδραιώσει τα τελευταία χρόνια.
Η εμπλοκή της DFC δεν αποτελεί μόνο οικονομική ενίσχυση, αλλά και πολιτικό σήμα προς τους διεθνείς επενδυτές ότι η Ελλάδα μπορεί, επιτέλους, να υλοποιεί μεγάλα έργα με αξιοπιστία και συνέπεια. Σε μια περίοδο παγκόσμιας αβεβαιότητας, μια τέτοια επένδυση σε κρίσιμη υποδομή είναι ευθεία αναγνώριση της προόδου που έχει γίνει.
Η αναβάθμιση των ναυπηγείων στοχεύει στην πλήρη αναδιοργάνωση και στον εκσυγχρονισμό τους. Η νέα παραγωγική δυνατότητα θα επιτρέπει την εξυπηρέτηση έως 200 πλοίων ετησίως, ενώ η αναδιάρθρωση των εγκαταστάσεων θα δώσει χώρο σε νέες δραστηριότητες, όπως η γραμμή συναρμολόγησης εξαρτημάτων για υπεράκτιες ανεμογεννήτριες, η οποία ανοίγει έναν εντελώς νέο βιομηχανικό ορίζοντα για τη χώρα.
Παράλληλα, η δημιουργία ηλιακού πάρκου 30 MW εντός του ναυπηγείου αποτελεί μια επιλογή που ευθυγραμμίζεται με τους στόχους ενεργειακής αυτονομίας και βιωσιμότητας που έχει θέσει η κυβέρνηση.
Η επέκταση του λιμανιού, με την παραχώρηση 400 στρεμμάτων επιπλέον χώρου, δημιουργεί τις προϋποθέσεις για την ανάπτυξη ενός ολοκληρωμένου logistics hub που θα λειτουργεί συμπληρωματικά προς τον Πειραιά. Η Ελευσίνα αποκτά πλέον τον χώρο και τις υποδομές για να προσελκύσει εμπορευματικές και ναυτιλιακές δραστηριότητες υψηλής αξίας. Αυτό έχει διπλό όφελος: αφενός ενισχύει την οικονομική δραστηριότητα της περιοχής, αφετέρου αποσυμφορεί το κέντρο της Αττικής από φορτία που σήμερα πιέζουν υπέρμετρα τις βασικές οδικές και λιμενικές αρτηρίες.
Ακόμη πιο κρίσιμο είναι ότι η Ελευσίνα καθίσταται ενεργειακός κόμβος με διεθνή ρόλο. Η εγγύτητα στη Ρεβυθούσα και ο σχεδιασμός για υποστήριξη LNG πλοίων εντάσσουν την περιοχή στον χάρτη της ενεργειακής ασφάλειας της Ευρώπης.
Σε μια περίοδο όπου η ΕΕ αναζητά εναλλακτικές διαδρομές ενέργειας μετά τις γεωπολιτικές ανακατατάξεις, η Ελλάδα μετατρέπεται σε σταθερό και αξιόπιστο κρίκο αυτής της αλυσίδας. Και αυτό δεν είναι μια γενική διατύπωση· είναι στρατηγική πραγματικότητα που ενισχύει τη διεθνή θέση της χώρας.
Οι θετικές επιπτώσεις στην απασχόληση είναι επίσης εντυπωσιακές. Η πλήρης λειτουργία του συγκροτήματος αναμένεται να δημιουργήσει εκατοντάδες άμεσες θέσεις εργασίας, αλλά και χιλιάδες έμμεσες σε συμπληρωματικά επαγγέλματα. Σε μια περιοχή που για χρόνια ταλανίστηκε από την αποβιομηχάνιση και τα υψηλά ποσοστά ανεργίας, η επένδυση αυτή μπορεί να αποτελέσει «οξυγόνο» για την κοινωνική και οικονομική ζωή.
Στοίχημα αξιοπιστίας
Ωστόσο, πέρα από όλα τα οικονομικά, ενεργειακά και βιομηχανικά οφέλη, η επένδυση της Ελευσίνας έχει και μια άλλη διάσταση: είναι ένα στοίχημα αξιοπιστίας. Είναι η απόδειξη ότι η Ελλάδα μπορεί να ξεμπλοκάρει σύνθετες υποθέσεις, να προσελκύσει μεγάλους διεθνείς εταίρους και να υλοποιήσει έργα που δεν έμοιαζαν εφικτά πριν λίγα χρόνια. Η κυβέρνηση, μεθοδικά και χωρίς υπερβολές, αναλαμβάνει την ευθύνη να λύσει χρόνια προβλήματα και να ανοίξει νέες αναπτυξιακές προοπτικές.
Σε μια εποχή όπου η χώρα χρειάζεται να στηρίξει τη βιομηχανική της παραγωγή, να ανακτήσει τον ρόλο της στη Μεσόγειο και να ενισχύσει την ενεργειακή της αυτονομία, η Ελευσίνα αποτελεί ίσως το πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα στρατηγικής σκέψης και πολιτικής σταθερότητας. Η επένδυση στα Ναυπηγεία και στο Λιμάνι δεν είναι μια απλή επιχειρηματική συμφωνία· είναι μια εθνική επιλογή για το μέλλον.
Η Ελλάδα, επιτέλους, τολμά να αξιοποιήσει τα συγκριτικά της πλεονεκτήματα. Και η Ελευσίνα μπορεί να γίνει η πιο ηχηρή απόδειξη ότι, με σχέδιο και συνέπεια, ο χάρτης της ελληνικής οικονομίας μπορεί να αλλάξει πραγματικά.