Η αναγνώριση ενός κράτους που δεν υπάρχει, που δεν έχει σύνορα, κυβέρνηση, σαφώς καθορισμένο πληθυσμό (δύο εκατομμύρια Παλαιστίνιοι έχουν οικειοθελώς ισραηλινή υπηκοότητα), γράφει στην ισπανική εφημερίδα «ABC» ο Γαλλοαμερικανός συγγραφέας Γκι Σορμάν, ισοδυναμεί με ουτοπία. Και εκτός αυτού, δεν βελτιώνει με κανέναν τρόπο τη δραματική κατάσταση των άτυχων Παλαιστινίων που δεν είναι πολίτες του Ισραήλ, παγιδευμένοι ανάμεσα στη διεφθαρμένη κυβέρνηση της Ραμάλα και τους τρομοκράτες της Χαμάς.

Για τον συγγραφέα και διανοητή της φιλελεύθερης σκέψης, «από την ίδρυση του κράτους του Ισραήλ, καμία παρέμβαση, είτε στρατιωτική είτε διπλωματική, από την Ευρώπη ή τις Ηνωμένες Πολιτείες δεν κατάφερε ποτέ να προωθήσει τον ανθρωπιστικό σκοπό των Αράβων ή την ασφάλεια των Εβραίων». Και συνεχίζοντας επισημαίνει ότι «στις διεθνείς υποθέσεις υπάρχουν καταστάσεις που δεν έχουν λύση. Η σχέση μεταξύ Ισραήλ και Παλαιστίνης σίγουρα εμπίπτει σε αυτήν την κατηγορία».

Η ιστορία διδάσκει

Κάνοντας ιστορική αναδρομή σημειώνει ότι το μόνο λίγο πολύ σταθερό modus vivendi που υπήρξε σε αυτήν την περιοχή χρονολογείται από την Οθωμανική Αυτοκρατορία. «Οι Οθωμανοί σουλτάνοι», γράφει, «από το παλάτι τους στην Κωνσταντινούπολη, καταλάβαιναν ότι η έννοια του έθνους-κράτους δεν ίσχυε για τη Μέση Ανατολή, ένα σύνολο κοινοτήτων με ποικίλες ταυτότητες και θρησκείες. Το καθεστώς που υιοθέτησαν, και το οποίο λειτούργησε αρκετά καλά, συνίστατο στη σύνδεση κάθε ατόμου όχι με μια γεωγραφική οντότητα αλλά με τη θρησκεία του».

Και όπως είναι φυσικό, όλα λειτουργούσαν σε σχετική αρμονία, αναφέρει χαρακτηριστικά, μέχρι που οι Ευρωπαίοι επέμειναν στην επιβολή τεχνητών συνόρων στη Μέση Ανατολή, στην ιδέα του έθνους-κράτους και της εθνικής ιθαγένειας. Από τη διάλυση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας τη δεκαετία του 1920, αυτό το τέχνασμα οδήγησε σε εμφύλιους πολέμους μεταξύ των νέων κρατών.

Είναι αλήθεια ότι, στην πολιτική, είναι σπάνιο για μια κυβέρνηση να αναγνωρίσει ένα λάθος και να ανατρέψει την απόφασή της, ανεξάρτητα από τον προσανατολισμό της. Επομένως, υποστηρίζει ο Γκι Σορμάν, οι Δυτικοί επιμένουν στο ίδιο λάθος. Αν οι Παλαιστίνιοι είναι απελπισμένοι –παραπέμποντας στη στάση του Ισπανού πρωθυπουργού Σάντσεθ και του Γάλλου προέδρου Μακρόν– είναι επειδή δεν έχουν έθνος-κράτος. Απαντώντας μάλιστα στο ερώτημα αν η ίδρυση έθνους-κράτους θα φέρει ειρήνη και ευημερία, είναι κατηγορηματικός: «Είναι ανοησία και δεν έχει καμία πιθανότητα επιτυχίας». Εξηγεί μάλιστα ότι «Οπως ακριβώς δεν υπάρχει έθνος-κράτος Δρούζων ή Κούρδων σε αυτήν την περιοχή, δεν υπάρχει και δεν θα υπάρξει ποτέ ένα καθαρά παλαιστινιακό έθνος-κράτος».

Οι μελλοντικές γενιές Ισραηλινών δεν θα το δεχτούν, και ειδικά με τις σημερινές συνθήκες. Οσο για τους Παλαιστίνιους, δυσκολεύονται να αυτοπροσδιοριστούν, καθώς η μόνη ταυτότητά τους είναι αυτή που τους επιβάλλεται από τα Ηνωμένα Εθνη, τα οποία τους ορίζουν νομοθετικά ως «πρόσφυγες» από γενιά σε γενιά.

Εκδίωξη τρομοκρατών

Ο Γκι Σορμάν τάσσεται υπέρ της «οριστικής εκδίωξης των τρομοκρατών μισθοφόρων της Χαμάς από τη Λωρίδα της Γάζας», προτείνοντας ως λύση να καταθέσουν τα όπλα τους, να απελευθερώσουν τους ομήρους και να αναζητήσουν καταφύγιο σε μια χώρα πρόθυμη να τους φιλοξενήσει. Προσθέτει, μάλιστα, ότι κάτι ανάλογο είχε προτείνει στο παρελθόν η Οργάνωση για την Απελευθέρωση της Παλαιστίνης (PLO) του Γιάσερ Αραφάτ, με την Τυνησία. «Σήμερα», όπως γράφει, «αυτή η χώρα θα μπορούσε να είναι η Αλγερία, το καθεστώς της οποίας υποστηρίζει τη Χαμάς». Επισημαίνοντας ότι οι άμεσοι γείτονες –η Αίγυπτος, η Ιορδανία και τα Εμιράτα– δεν θέλουν να έχουν καμία σχέση με τους δυνάστες της Γάζας. Γι’ αυτό και δεν τους παρέχουν καμία βοήθεια, ούτε καν ανθρωπιστική, γνωρίζοντας ότι η Χαμάς παρακρατεί τη βοήθεια για να τη μεταπωλήσει.

Μόλις απελευθερωθούν οι όμηροι και η Χαμάς εκδιωχθεί, κατά τον Γκι Σορμάν, η ισραηλινή κυβέρνηση θα αναγκαστεί να μετριάσει τη στρατιωτική επιθετικότητά της και να διαπραγματευτεί μια πιθανή συνύπαρξη: αυτή που επικρατούσε ακόμη και πριν από την έναρξη αυτής της σύγκρουσης που εξαπέλυσε η Χαμάς, εκείνη την αποφράδα ημέρα της 7ης Οκτωβρίου.

Ωστόσο αναγνωρίζει ότι το πιο δύσκολο θα είναι να πειστούν οι Εβραίοι. Γιατί εδώ και χίλια χρόνια έχουν μάθει με τον πλέον σκληρό τρόπο ότι μόνο η βία μπορεί να τους προστατεύσει από την εξόντωση. Αλλωστε το να είσαι Εβραίος σημαίνει να εσωτερικεύεις το γεγονός ότι ο αντισημιτισμός δεν θα εξαφανιστεί ποτέ, ότι μερικές φορές αυτός ο αντισημιτισμός ονομάζεται αντισιωνισμός και ότι το Ισραήλ δεν θα θεωρηθεί ποτέ από τους γείτονές του ως κράτος όπως οποιοδήποτε άλλο.

Οικονομική ανάπτυξη

Θα είναι επίσης δύσκολο, αν και πολύ λιγότερο, να πεισθούν οι Παλαιστίνιοι ότι υπάρχουν μορφές οργάνωσης, εκτός από το έθνος-κράτος, λιγότερο αποδεκτές για τον αγώνα τους, αλλά πιο λειτουργικές. Οπως, για παράδειγμα, τα ελβετικά καντόνια ή οποιαδήποτε άλλη μορφή ομοσπονδίας. Αυτή η ομοσπονδιακή ή συνομοσπονδιακή φόρμουλα, αντί να βασίζεται στη χρήση βίας, θα μπορούσε να βασίζεται στην οικονομική ανάπτυξη: μια φιλελεύθερη οικονομία που θα περιλαμβάνει το Ισραήλ, τους οικισμούς της Δυτικής Οχθης, την ίδια τη Δυτική Οχθη και τη Γάζα θα οδηγούσε σε μια ευημερία που είναι σχετικά άγνωστη στον αραβικό πληθυσμό της περιοχής. Η οικονομική ανάπτυξη θα ήταν, κατά τη γνώμη του, ο πιο ριζοσπαστικός διαλύτης κατά του εθνοτικού μίσους.

Καταλήγοντας, αναρωτιέται γιατί συγκινούμαστε τόσο πολύ από τον πόλεμο στη Γάζα και καθόλου από τα χιλιάδες θύματα του πολέμου στο Σουδάν ή την εξόντωση των Ουιγούρων και των Θιβετιανών από την Κίνα. «Ακόμα», σημειώνει, «και στην περίπτωση της Ουκρανίας, η συμπαράσταση των Ευρωπαίων εξασθενεί».