Η «ελληνοποίηση» των εξελίξεων οι οποίες λαμβάνουν χώρα στην περιοχή, που ασφαλώς και άπτονται του ελληνικού ενδιαφέροντος –αλλά δεν σημαίνει απαραίτητα ότι αφήνουν την Ελλάδα εκτός των τεκταινόμενων– αποτελεί προσφιλές θέμα για όλους όσοι επιδίδονται σε μια πατριωτική ρητορική.
Σ’ αυτή τη βάση έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον να δούμε την τριμερή Τουρκίας, Λιβύης και Ιταλίας, όχι με τα μάτια του Νίκου Ανδρουλάκη και όσων τέλος πάντων βρήκαν την ευκαιρία να χτυπήσουν την κυβέρνηση. Να δούμε ποια είναι η σημασία της για την επισπεύδουσα Ιταλία και κυρίως το ειδικό ενδιαφέρον που έχει λόγω της κρίσης στη Λωρίδα της Γάζας για την Τουρκία.
Η συνάντηση στην Κωνσταντινούπολη μεταξύ της πρωθυπουργού της Ιταλίας, Τζόρτζια Μελόνι, του πρωθυπουργού της Λιβύης, Αμπντουλχαμίντ Ντμπάιμπα, και του Τούρκου προέδρου, Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, του οποίου ο ρόλος ενισχύθηκε μετά τις επιθέσεις της 7ης Οκτωβρίου και τις μαζικές ροές μεταναστών από τη Λιβύη, δείχνει κατ’ αρχάς ότι χωρίς τη συμμετοχή της Αγκυρας η Ιταλία δύσκολα θα μπορέσει να καταλήξει σε συγκεκριμένες συμφωνίες για τη διαχείριση του Μεταναστευτικού στην περιοχή της. Το ταξίδι της Τζόρτζια Μελόνι στην Κωνσταντινούπολη αποτελεί μέρος μιας ευρύτερης περιοδείας στη Μεσόγειο –η οποία περιελάμβανε επίσης μια στάση στην Τύνιδα, όπου συναντήθηκε με τον πρόεδρο Κάις Σαΐντ– με στόχο τον περιορισμό των παράτυπων αναχωρήσεων μεταναστών, και την ενίσχυση των σχέσεων με τις χώρες της περιοχής.
Ο ρόλος της Τουρκίας στη Λιβύη παραμένει κεντρικός και ως εκ τούτου η Ιταλία δεν θα ήθελε να απωλέσει τον ρόλο που διαχρονικά διαδραματίζει στη Λιβύη. Συνεπώς η Ελλάδα δεν είχε νόημα να συμμετέχει σε συζητήσεις που αφορούν τον διαμερισμό της Λιβύης σε ζώνες επιρροής της Ιταλίας και της Τουρκίας. Ας σημειωθεί ότι κατά τη διάρκεια του εμφυλίου πολέμου η Τουρκία ήταν η μόνη χώρα που μετείχε στρατιωτικά για την υποστήριξη της κυβέρνησης της Τρίπολης το 2019, στέλνοντας στρατεύματα για να αποκρούσουν την επίθεση του Χαλίφα Χαφτάρ. Τα τελευταία χρόνια η Αγκυρα έχει ξεκινήσει μια πολιτική προσέγγιση με την Κυρηναϊκή (Ανατολική Λιβύη) που είναι η έδρα του Χαφτάρ: το Κοινοβούλιο του Τομπρούκ αξιολόγησε ακόμη και μια θαλάσσια συμφωνία με την Τουρκία, παρόμοια με αυτή που υπεγράφη με την Τρίπολη το 2019, εις βάρος της Ελλάδας. Αν και η συμφωνία αυτή τη στιγμή έχει σταματήσει, το γεγονός και μόνο ότι δεν έχει αποσυρθεί σηματοδοτεί την επέκταση της τουρκικής επιρροής και στην Ανατολή.
Σε περιφερειακή κλίμακα, ο Ταγίπ Ερντογάν έχει ξεκινήσει μια στρατηγική «δέσμευσης» για την αποκατάσταση των σχέσεων με τους γείτονες μετά από χρόνια έντονων τριβών. Αν την προηγούμενη δεκαετία είχε προσπαθήσει να εκμεταλλευτεί την άνοδο της Μουσουλμανικής Αδελφότητας για να εδραιωθεί ως ηγεμονική δύναμη –ένα αποτυχημένο σχέδιο– από το 2021 έχει αλλάξει την προσέγγισή της, καθοδηγούμενη κυρίως από οικονομικές λόγους. Εχει ξεκινήσει έτσι μια προσέγγιση με την Αίγυπτο, μετά το συνολικό διάλειμμα το 2013 μετά το πραξικόπημα του Αλ Σίσι και την πτώση του Μόρσι, και με τις χώρες του Κόλπου, που μέχρι τώρα ήταν επιφυλακτικές για τις τουρκικές σχέσεις με το Κατάρ. Τα διπλωματικά ανοίγματα υλοποιήθηκαν με την επίσκεψη του Ερντογάν στο Κάιρο το 2024 και την περιοδεία στις χώρες του Κόλπου το 2023.
Το πραγματικό σημείο καμπής για την Αγκυρα ήρθε με την πτώση του συριακού καθεστώτος του Μπασάρ αλ Ασαντ τον Δεκέμβριο του 2024. Με την άνοδο των υποστηριζόμενων από την Τουρκία ανταρτών εδώ και χρόνια, η Αγκυρα έχει αποκτήσει ηγετικό ρόλο στη Συρία, ενώ επωφελείται από την εξασθενημένη ρωσική παρουσία στην περιοχή και τη νέα κυβέρνηση του Αχμάντ αλ Σαράα. Σε αυτό το πλαίσιο πρέπει να γίνει κατανοητή η επιλογή του Ερντογάν να συγκαλέσει την τριμερή με τη συμμετοχή της Ιταλίας και της Λιβύης.
Σύμφωνα με ιταλικά δημοσιεύματα, αρχικά η ιδέα ήταν να συζητηθεί η στρατηγική στη Μεσόγειο μόνο με την Ιταλία, αλλά στη συνέχεια ο Ταγίπ Ερντογάν επέλεξε να καλέσει τον πρωθυπουργό της Λιβύης ώστε να αποδείξει στους Γάλλους και τους Βρετανούς ότι θέλει να υποστηρίξει την κυβέρνηση της Τρίπολης. Σημειωτέον ότι σε αντίθεση με τις μοναρχίες του Κόλπου, η Τουρκία απολαμβάνει επίσης ισχυρού status μεταξύ της αραβικής κοινής γνώμης λόγω της ιστορικής υποστήριξής της στον παλαιστινιακό αγώνα και της άρνησής της να ομαλοποιήσει τις σχέσεις με το Ισραήλ, σε αντίθεση με τη γραμμή που ακολουθείται από τις Συμφωνίες του Αβραάμ.
Για την Ιταλία η ενίσχυση της σχέσης με την Τουρκία σημαίνει εξασφάλιση ενός στρατηγικού συμμάχου ώστε να κρατήσει υπό έλεγχο τις παράτυπες αναχωρήσεις από τις ακτές της Λιβύης, αλλά και να διατηρήσει την παρουσία της στις πάλαι ποτέ αποικίες της. Εν προκειμένω στη Λιβύη. Από την άλλη προφανώς επιβεβαιώνεται ο ρόλος της Τουρκίας, αλλά στον βαθμό εκείνο που δεν θα θέσει υπό αμφισβήτηση τον ρόλο της Αιγύπτου και του Ισραήλ. Δύο χώρες με τις οποίες η Ελλάδα έχει συνάψει στρατηγική συμφωνία και αποτελούν τα αντίβαρα στις σχέσεις της με την Τουρκία.