«Είχα μεγάλες δυσκολίες για την Ελλάδα με τη Μέρκελ και τον Σόιμπλε. Ηταν οι κυριότεροι αντίπαλοί μου. Μπορεί να μην το θυμούνται, αλλά εγώ το θυμάμαι. Ημουν κατά της εμπλοκής του ΔΝΤ διότι θα ξεκινούσαμε με λάθος τρόπο. Η Μέρκελ ήταν υπέρμαχος της ιδέας, ο Σόιμπλε λιγότερο». Οι φράσεις αυτές, όπως τις καταθέτει ο Ζαν – Κλοντ Γιούνκερ στη συζήτησή του με τη Μαρία Βασιλείου για «ΤΑ ΝΕΑ» από το γραφείο του στον όγδοο όροφο του Μπερλεμόντ, θα περιλαμβάνονται, ως φαίνεται, στο βιβλίο που ετοιμάζει για την πιο κρίσιμη περίοδο της 40χρονης πολιτικής του καριέρας στο τιμόνι της Κομισιόν. «Η ελληνική κρίση θα είναι μεγάλο κεφάλαιο. Η αντιμετώπιση της Ελλάδας από την Ευρώπη με πλήγωσε βαθιά. Γιατί μερικοί από εμάς, κυβερνήσεις, κοινή γνώμη, δεν σεβάστηκαν την αξιοπρέπεια των Ελλήνων. Ηταν τρομερή στιγμή στην ευρωπαϊκή ιστορία. Μιλούσα με ανθρώπους στην Ελλάδα για να καταλάβω πώς ζούσαν. Στην Ευρώπη είχαν διαφορετική ιδέα για το τι γινόταν. Η σύνταξη ενός φίλου μου στην Αθήνα, γιατρού με γυναίκα λουξεμβουργιανή, μειώθηκε κατά 30%. Φάρμακα δεν υπήρχαν. Πολλοί λένε ότι η Κομισιόν είναι μακριά από τους πολίτες, εγώ ήμουν κοντά στους Ελληνες» τονίζει ο πρώην πρόεδρος της Κομισιόν.
«Για την ελληνική κρίση κάποια πράγματα θα πρέπει να ειπωθούν όπως έγιναν, να επανατοποθετηθούν στη σωστή σειρά. Ολοι δηλώνουν τώρα ότι ήταν υπέρ της παραμονής της Ελλάδας στο ευρώ, αλλά ήταν αρκετές οι κυβερνήσεις, όχι μόνο η Γερμανία, που ήθελαν την Ελλάδα προσωρινά εκτός. Ημουν κατά της θέσης αυτής. Το προσωρινό θα γινόταν μόνιμο. Η Επιτροπή έπαιξε σημαντικό ρόλο για να παραμείνει η Ελλάδα στην ευρωζώνη. Το αντίθετο θα ήταν καταστροφή, όχι μόνο για την Ελλάδα, αλλά και για τις [δημοσιονομικά] ορθόδοξες κυβερνήσεις του Βορρά. Πολλοί δεν ήθελαν την εμπλοκή της Επιτροπής, αλλά επικαλέστηκα το ότι η Κομισιόν λειτουργεί για το γενικό συμφέρον της ΕΕ και μπορεί να παίξει ρόλο. Επέμενα να κρατήσουμε την Ελλάδα στο ευρώ. Ηταν δύσκολες στιγμές». Θα αναφέρει συγκεκριμένα ονόματα που ήθελαν την Ελλάδα εκτός ευρωζώνης; «Ενδεχομένως. Δεν ήταν μόνο η Γερμανία δύσκολη, ήταν ακόμη οι Αυστρία, Ολλανδία, Σλοβακία, Σλοβενία, Φινλανδία. Η γειτόνισσά μου εδώ στο Μπερλεμόντ, η πρώην υπουργός της Φινλανδίας Γιούτα Ουρπιλάινεν (σήμερα επίτροπος), ήταν ανάμεσα στους πιο δύσκολους να πειστούν. Σε σύγκριση με την ελληνική κρίση, η απόφαση για τα κονδύλια ανάκαμψης ήταν εξαιρετικά εύκολη. Ολοι κατάλαβαν πως έπρεπε να δράσει η ΕΕ και επέτρεψαν στην Κομισιόν να εκδώσει κοινό χρέος. Είχα την ίδια ιδέα στην ελληνική κρίση, αλλά απορρίφθηκε από την πλειοψηφία των κρατών – μελών. Στην ελληνική κρίση υποστήριζες μια χώρα που δεν είχε συμμάχους».
Το αρχικό σχέδιό του ήταν να δημοσιευτεί το βιβλίο Μάρτιο – Απρίλιο, αλλά η πανδημία τον έχει καθυστερήσει. Μόλις τελείωσε ένα μικρό κεφάλαιο για τη Βοσνία και Ερζεγοβίνη. Τον ρωτώ αν θα έχει ξεχωριστό κεφάλαιο για τη Μέρκελ. Γράφει, άλλωστε, το βιβλίο στα γερμανικά. «Δεν έχω ξεχωριστό κεφάλαιο για τη Μέρκελ. Επικεντρώνομαι σε πρόσωπα που έχω συναντήσει, συμπεριλαμβανομένης της Μέρκελ. Αφιερώνω ένα κεφάλαιο στους καγκελαρίους της Γερμανίας διότι γνώρισα τον Κολ, ο καλύτερός μου φίλος στην ΕΕ, τον Σρέντερ, τη Μέρκελ. Η Γερμανία είναι η μεγαλύτερη ευρωπαϊκή χώρα, ασκεί σημαντική επιρροή, συνορεύει με εννιά γείτονες. Δεν μπορείς να γράψεις για τα πέντε χρόνια ως πρόεδρος της Κομισιόν, χωρίς να γράψεις για τον σημαντικό ρόλο της Γερμανίας, γεωγραφικά, πολιτιστικά, πολιτικά».
Η συζήτησή μας περνά στον Ερντογάν. «Ηταν καλός μου φίλος. Ημουν ο πρώτος ευρωπαίος ηγέτης που τον κάλεσε» λέει ο πρώην λουξεμβούργιος πρωθυπουργός, ο οποίος τη δεκαετία του ‘90, επί Γιλμάζ, είχε απορρίψει την ένταξη της Τουρκίας στην ΕΕ. Η άποψή του άλλαξε εξαιτίας των φιλευρωπαϊκών προθέσεων του Ερντογάν στην αρχή της θητείας του. «Νόμιζα ότι θα έκανε τα πάντα για να γεφυρώσει τις διαφορές με την ΕΕ. Ξαφνικά άλλαξε, έγινε πιο τουρκόφωνος, εκφραστής του ισλαμισμού. Τον ρώτησα πολλές φορές γιατί άλλαξε. Ηταν η Κύπρος, μου είχε πει κάποια στιγμή, αλλά γενικά δεν ήταν ξεκάθαρος. Συζήτησα για την Κύπρο πολλές φορές με τον Ερντογάν. Προσπάθησα πολύ να υπάρξει συμφιλίωση μεταξύ των δύο κοινοτήτων. Υπήρξε ένα μομέντουμ, αλλά η Δημοκρατία της Κύπρου δεν άρπαξε την ευκαιρία. Για δύο πράγματα απογοητεύτηκα. Για την Κύπρο και την Ελβετία. Η Κύπρος ήταν το πιο σοβαρό. Επένδυσα πολλή ενέργεια και χρόνο».
Πώς κρίνει σήμερα τις κινήσεις Ερντογάν; «Ο Ερντογάν δίνει ενδείξεις ότι θέλει να περιορίσει τις αποκλίσεις μεταξύ ΕΕ και Τουρκίας. Δεν έχω πειστεί ακόμη». Για το Κυπριακό; «Δεν είναι η πρώτη φορά που γίνονται διαπραγματεύσεις, συμμετείχα πολλές φορές χωρίς να γίνεται τίποτα. Η ΕΕ έχει θέση στο τραπέζι, αλλά δεν είναι κυρίαρχη, γιατί οι Τούρκοι δεν ήθελαν, αλλά θα πρέπει να ληφθεί υπόψη. Δεν είμαι αισιόδοξος, παρότι θεωρώ ότι πρέπει να γίνει ό,τι είναι δυνατόν». Για τις διερευνητικές Αθήνας – Αγκυρας τονίζει ότι «η ΕΕ πρέπει να είναι στο πλευρό της Ελλάδας. Η Ελλάδα είναι σαράντα χρόνια στην ΕΕ. Η ΕΕ δεν είναι πλήρης χωρίς την Ελλάδα. Παίζει σημαντικό ρόλο στην Ανατολική Μεσόγειο. Οι Ελληνες είναι γνώστες της περιοχής. Οταν είχα στο γραφείο ανθρώπους από Συρία, Λιβύη, μιλούσα πρώτα με Ελληνες. Στη διπλωματία οι Ελληνες είναι μετριόφρονες, δυστυχώς, παρότι γνωρίζουν τόσο πολλά για την πολύπλοκη αυτή περιοχή, που δεν μπορούν να φανταστούν άλλοι Ευρωπαίοι». Για τον ρόλο της Γερμανίας στην προσπάθεια προσέγγισης με τον Ερντογάν περιορίζεται να πει ότι «η Γερμανία έχει κρατήσει ανοιχτά όλα τα κανάλια επικοινωνίας με την Τουρκία. Είναι σωστό».
Τον ρωτώ για τα εμβόλια. «Δεν θα έκανα τίποτε διαφορετικό [από την Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν]. Μπορεί να μην είμαι ευτυχής για όλες τις αποφάσεις, δεν θα έκανα το λάθος με το άρθρο 16, αλλά είναι εύκολο να το πεις όταν δεν σβήνεις εσύ τη φωτιά». Τι τον ανησυχεί περισσότερο, «Να γίνει σωστή χρήση των κονδυλίων ανάκαμψης, για μεταρρυθμίσεις και ανάπτυξη». Για τα υψηλά δημόσια χρέη λέει ότι η αναθεώρηση της Συνθήκης του Μάαστριχτ είναι μονόδρομος. «Δεν ανταποκρίνεται στα σημερινά προβλήματα, αλλά δεν συμφωνώ με αυτούς που λένε ότι το υψηλό χρέος δεν αποτελεί πρόβλημα. Το υψηλό χρέος είναι αποδεκτό για συγκεκριμένη περίοδο για οικονομικούς και κοινωνικούς λόγους. Μετά θα πρέπει να μειωθεί».