Τέλος σε μια πολυετή εκκρεμότητα για δεκάδες χιλιάδες δανειολήπτες επιχειρεί να βάλει η κυβέρνηση με θεσμική και βιώσιμη παρέμβαση.

Τη νομοθετική ρύθμιση για τα δάνεια σε ελβετικό φράγκο έφερε προς ψήφιση το Υπουργείο Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών, επιχειρώντας να κλείσει ένα χρόνιο κοινωνικό και οικονομικό ζήτημα που αφορά δεκάδες χιλιάδες πολίτες. Την πρωτοβουλία παρουσίασε στην Ολομέλεια ο υφυπουργός Γιώργος Κώτσηρας, υπογραμμίζοντας ότι πρόκειται για μια παρέμβαση που όφειλε εδώ και χρόνια να είχε αναληφθεί από την Πολιτεία.

Όπως εξήγησε, τα συγκεκριμένα δάνεια χορηγήθηκαν κυρίως την περίοδο 2005–2009, σε ένα περιβάλλον χαμηλών επιτοκίων και χωρίς διεθνείς προβλέψεις για τη δραστική ανατίμηση του ελβετικού φράγκου. Η παγκόσμια οικονομική κρίση άλλαξε άρδην τα δεδομένα, οδηγώντας σε απότομη επιδείνωση της ισοτιμίας ευρώ–ελβετικού, με αποτέλεσμα οι οφειλές, αν και εξυπηρετούνταν επί χρόνια, να εμφανίζονται αυξημένες σε όρους ευρώ.

Σύμφωνα με τα διαθέσιμα στοιχεία του τραπεζικού συστήματος, τα δάνεια σε ελβετικό φράγκο που χορηγήθηκαν στην Ελλάδα ανήλθαν συνολικά σε περίπου 14 δισ. ευρώ, εκ των οποίων περίπου το 60% έχει ήδη αποπληρωθεί, συχνά με ιδιαίτερα αυξημένο πραγματικό κόστος για τους δανειολήπτες.

Ο κ. Κώτσηρας τόνισε ότι η νέα ρύθμιση αναγνωρίζει τις θυσίες όσων προσπάθησαν να είναι συνεπείς, επιδιώκοντας να διορθώσει μια αντικειμενική στρέβλωση, χωρίς να δημιουργήσει νέες αδικίες. Όπως είπε χαρακτηριστικά, πρόκειται για μια στοχευμένη, ισορροπημένη και νομικά θωρακισμένη λύση, βασισμένη σε σαφή κριτήρια.

Υπενθύμισε ότι, αν και από το 2016 ενισχύθηκε η προστασία των καταναλωτών για δάνεια σε ξένο νόμισμα, η ευρωπαϊκή οδηγία δεν κάλυπτε τα παλαιά δάνεια, αφήνοντας εκτός προστασίας όσους είχαν ήδη πληγεί από τη μεταβολή της ισοτιμίας. «Σήμερα ερχόμαστε να καλύψουμε αυτό το κενό», σημείωσε, εξηγώντας ότι πλέον υπάρχουν οι θεσμικές και οικονομικές προϋποθέσεις για μια συνολική λύση, χωρίς κινδύνους για τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα.

Τι προβλέπει η ρύθμιση

Η παρέμβαση αφορά όλα τα δάνεια σε ελβετικό φράγκο, είτε είναι μη εξυπηρετούμενα είτε εξυπηρετούμενα ή ρυθμισμένα, και παρέχει στους οφειλέτες δύο σαφείς επιλογές, τις οποίες οι πιστωτές υποχρεούνται να αποδεχθούν.

  • Για τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια, δίνεται η δυνατότητα ένταξης στον εξωδικαστικό μηχανισμό, με υποχρεωτική αποδοχή της λύσης από τους πιστωτές, χωρίς πρόσθετα εισοδηματικά ή περιουσιακά φίλτρα.
  • Για τα εξυπηρετούμενα ή ρυθμισμένα δάνεια, προβλέπεται οριστική μετατροπή σε ευρώ, με βελτιωμένη ισοτιμία, που οδηγεί σε μείωση κεφαλαίου από 15% έως 50%, βάσει κοινωνικών και οικονομικών κριτηρίων.

Παράλληλα, θεσπίζεται σταθερό χαμηλό επιτόκιο για όλη τη διάρκεια του δανείου (από 2,30% έως 2,90%), καθώς και δυνατότητα επιμήκυνσης έως πέντε έτη, ώστε η μηνιαία δόση να καταστεί πραγματικά βιώσιμη.

Ο υφυπουργός τόνισε ότι η ρύθμιση δεν επιβάλλεται, αλλά προσφέρεται ως επιλογή, με πλήρη ενημέρωση των δανειοληπτών. «Η Πολιτεία δεν εξαναγκάζει, αλλά δημιουργεί ένα πλαίσιο προβλεψιμότητας και σταθερότητας», ανέφερε.

Χωρίς κόστος για τον φορολογούμενο

Ιδιαίτερη έμφαση δόθηκε στο γεγονός ότι η ρύθμιση δεν επιβαρύνει τον κρατικό προϋπολογισμό, δεν μεταφέρει κόστος στους φορολογούμενους και διασφαλίζει τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα, προστατεύοντας και τις τιτλοποιήσεις που συνδέονται με το πρόγραμμα «Ηρακλής».

Παράλληλα, καλύπτει όλα τα υφιστάμενα δάνεια, ανεξαρτήτως αν βρίσκονται σε τράπεζες ή εταιρείες διαχείρισης απαιτήσεων, χωρίς «γκρίζες ζώνες» και χωρίς πολίτες δύο ταχυτήτων.

Κλείνοντας, ο κ. Κώτσηρας ξεκαθάρισε ότι πρόκειται για μια δίκαιη και θεσμικά ανθεκτική λύση, που κλείνει έναν μακρύ κύκλο αβεβαιότητας: «Δεν είναι χαριστική ρύθμιση. Είναι μια παρέμβαση κοινωνικής δικαιοσύνης, που αποκαθιστά την εμπιστοσύνη και δείχνει ότι η Πολιτεία μπορεί να παρεμβαίνει με κανόνες και μέτρο, όταν υπάρχει πραγματική ανάγκη», κατέληξε.