Ενίοτε στην Ελλάδα η μνήμη καθίσταται ιδανικός συνήγορος εκείνων που με τα λάθη τους άλλαξαν τις ζωές εκατομμυρίων πολιτών, αφού όταν χρειάζεται δια της παρουσίας της να μας θυμίσει τα γεγονότα  απουσιάζει. Κι αυτό συμβαίνει συχνά στη χώρα μας σε σημείο μάλιστα που τα γεγονότα επαναλαμβάνονται ανά περιόδους και τα πρόσωπα που πρωταγωνίστησαν επιστρέφουν ως τιμητές. Κάπως έτσι, ή καλύτερα έτσι έχουν τα πράγματα έξι χρόνια μετά από εκείνον τον καυτό Ιούνιο του 2015, τότε που ο Αλέξης Τσίπρας και ο Πάνος Καμμένος καταρράκωναν το κύρος της Ελλάδας και μετά από μια αποτυχημένη διαπραγμάτευση στις Βρυξέλλες την οδηγούσαν σε μια χείριστη συμφωνία και σε ένα εντελώς αχρείαστο δημοψήφισμα.

του Χάρη Παυλίδη

Ήταν Ιούνιος του 2015 και το ημερολόγιο έγραφε, καλή ώρα, 30 Ιουνίου. Πριν από δύο 24ωρα ο τότε πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας σ’ ένα σπαρακτικό διάγγελμα καλούσε την ανενημέρωτη κοινή γνώμη, που όλο το προηγούμενο διάστημα είχε δεχθεί μια άνευ προηγουμένου πλύση εγκεφάλου, να αποφασίσει(!) αν πρέπει να δεχθεί ή να απορρίψει την τελευταία πρόταση των θεσμών για συμφωνία! Δηλαδή η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ με τους ΑΝΕΛ που επί ένα εξάμηνο με τυχοδιωκτικούς χειρισμούς είχαν οδηγήσει σε τραγικό αδιέξοδο τη χώρα, ζητούσε από τον ελληνικό λαό να αποφασίσει σε μια εβδομάδα να αποφασίσει υπό την πίεση ενός εθνικολαϊστικού προπαγανδιστικού μηχανισμού να τους απαλλάξει από τις βαρύτατες εθνικές τους ευθύνες. Όπως και έγινε στις στις 5 Ιουλίου με φωνές και με νταούλια.

Σήμερα, 30 Ιουνίου του 2019, κάποιοι θέλουν να ξεχασθεί ότι έξι χρόνια πίσω με πράξη νομοθετικού περιεχομένου η περίοδος μέχρι το δημοψήφισμα είχε κηρυχθεί τραπεζική αργία και είχε τεθεί το ημερήσιο όριο αναλήψεων από τα ΑΤΜ το ποσό των 60 ευρώ. Η Ελλάδα βίωνε τη χειρότερη περίοδο της μεταπολιτευτικής δημοκρατίας διχασμένη ανάμεσα στο «ΝΑΙ» και στο «ΟΧΙ», ενώ την ίδια ώρα η κυβέρνηση του Αλέξη Τσίπρα είχε συμφωνήσει κάτω από το τραπέζι το πλέον ταπεινωτικό μνημόνιο. Δηλαδή, για όσους επιμένουν μέχρι και σήμερα να κάνουν πως δεν καταλαβαίνουν, είχε «πουλήσει» και το «ΝΑΙ» και το «ΟΧΙ» για να σωθεί η ίδια και όχι φυσικά για να σώσει την Ελλάδα. Η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ- ΑΝΕΛ «πουλούσε» στην παραληρούσα κοινή γνώμη την αποτυχία ως «υπερήφανη διαπραγμάτευση» με τον σημερινό αρχηγό της αξιωματικής αντιπολίτευσης να καλεί τους Έλληνες να ξαναγράψουν μαζί του «ιστορικές στιγμές ανάτασης και ελευθερίας»!

Είναι αντιληπτό γιατί σήμερα ο ΣΥΡΙΖΑ που κουνάει το δάχτυλο στην κυβέρνηση Μητσοτάκη θέλει να ξεχασθεί η «επέτειος» του δημοψηφίσματος- παρωδία που οδήγησε στα μέσα Ιουλίου του 2015 στο τρίτο και παντελώς αχρείαστο μνημόνιο. Ένα μνημόνιο που όσοι ξέχασαν θυμίζουμε ότι έφερε αύξηση στα όρια ηλικίας, αύξηση στις εισφορές, αύξηση στους φόρους, αύξηση στο ΦΠΑ, αύξηση στα τέλη κυκλοφορίας, αύξηση ασφαλίστρων, κατάργηση στις φοροαπαλλαγές, μείωση στο εφάπαξ και σε μια σειρά άλλων θεμάτων τα οποία σήμερα ο ΣΥΡΙΖΑ και οι συνοδοιπόροι του στην ακροδεξιά και στην ακροαριστερά τα έχουν κάνει σημαία και την κουνούν στην κυβέρνηση Μητοστάκη. Μετά την πολιτική «απάτη»- το μεγαλύτερο ριφιφί στην περίοδο της τρίτης δημοκρατίας- στην επιχείρηση πολιτικής «εξαπάτησης» με στόχο πάλι να εμποδισθούν οι μεταρρυθμίσεις και ο εκσυγχρονισμός της χώρας.

Δυστυχώς ο ελληνικός λαός ξεχνάει γιατί υπάρχουν δυνάμεις και μηχανισμοί που τον εμποδίζουν να θυμάται. Το χρέος ωστόσο της κεντροδεξιάς και των φιλελεύθερων πολιτών είναι η μνήμη να λειτουργεί ως επιταχυντής πρωτοβουλιών που θα έχουν σκοπό τη βελτίωση της ζωής των πολιτών και τον δημοκρατικό εκσυγχρονισμό της χώρας. Δεν πρέπει συνεπώς να ξεχνάμε τα γεγονότα και τους πρωταγωνιστές γιατί ο κίνδυνος σε μια εποχή αβεβαιότητας που η πανδημία αναπόφευκτα επηρεάζει την οικονομία και δοκιμάζει τους θεσμούς, ο κίνδυνος παλιννόστησης του εθνολαϊκισμού παραμένει. Και μεγαλώνει ο κίνδυνος όσο η Έλληνες ξεχνούν και τα ΜΜΕ βοηθούν σ’ αυτό, την πορεία του Αλέξη Τσίπρα και όλων όσοι συμμετείχαν ακουσίως ή εκουσίως στη στήριξη της κυβέρνησής του.

Πράγματι η Ελλάδα αλλάζει, ο Κυριάκος Μητσοτάκης παρά τις αντίξοες συνθήκες με στοχοπροσήλωση προχωράει στις αλλαγές που χρειάζεται η χώρα, αλλά οι σταθερές που επιβιώνουν στο χρόνο είναι τελικά αυτές τις οποίες θα κληθεί να αντιμετωπίσει. Κι αυτός είναι ένας επιπλέον λόγος που οφείλει να εστιάσει ώστε να μην αφήσει την ιστορία να επαναληφθεί έστω και ως φάρσα. Γι αυτό η κυβέρνηση δύο χρόνια μετά από την εκλογική νίκη της 7ης Ιουλίου του 2019 πρέπει να ασχοληθεί σοβαρά και συστηματικά με την αφύπνιση της συλλογικής μνήμης προκειμένου να την έχει συμπαραστάτη στις δομικές αλλαγές που πραγματοποιεί. Ο Κυριάκος Μητσοτάκης έχει επίγνωση της πραγματικότητας. Γνωρίζει ότι η χώρα δεν μπορεί να αλλάξει σε δύο χρόνια, όπως επίσης γνωρίζει ότι οι διεθνείς συνθήκες αλλάζουν με ραγδαίους ρυθμούς. Το ζητούμενο είναι να το κατανοήσουν και οι μετέχοντες του κυβερνητικού σχήματος και να μην επαναπαύονται στη λήθη.