Οι εκλογές στην Ελλάδα και η αλλαγή κυβέρνησης καλύπτονται εκτενώς από τα γερμανικά ΜΜΕ, τα οποία παρακολούθησαν στενά την εξέλιξη της προεκλογικής εκστρατείας και του αποτελέσματος και επιχειρούν με σχόλια και αναλύσεις να διατυπώσουν εκτιμήσεις για την «επόμενη μέρα».
«Ενώπιον του νικητή των εκλογών Μητσοτάκη βρίσκεται τρομακτική δουλειά», γράφει στον τίτλο σχολίου της η εφημερίδα «Welt» και τονίζει ότι «η υπομονή των Ελλήνων έχει σχεδόν εξαντληθεί, θέλουν να δουν γρήγορα οικονομικές επιτυχίες και βελτίωση του βιοτικού τους επιπέδου – ένα ηράκλειο έργο για τον νικητή Μητσοτάκη, παρά την καθαρή πλειοψηφία των συντηρητικών».
«Η νίκη της Νέας Δημοκρατίας ήταν αναμενόμενη. Οι περισσότεροι Έλληνες δεν έχουν πια ελπίδες ότι τα πράγματα θα πάνε σύντομα καλύτερα. Στην μεσαία τάξη έγινε τα τελευταία τέσσερα χρόνια πολύ άσχημη οικονομική αφαίμαξη. Η διστακτική οικονομική ανάπτυξη δεν φτάνει στους περισσότερους ανθρώπους. Οι Έλληνες θέλουν ελπίδες. Προ πάντων οι νέοι ονειρεύονται πολιτικούς οι οποίοι επιτέλους θα ενεργήσουν καλύτερα. Μόνο για αυτό κατάφερε ο φιλελεύθερος οικονομολόγος Κυριάκος Μητσοτάκης να κερδίσει. Είναι το αντίθετο από τον μέχρι τώρα Πρωθυπουργό Αλέξη Τσίπρα, ενός ανθρώπου του λαού.
Ο Μητσοτάκης είναι η ενσάρκωση των παλαιών μισητών ελίτ της χώρας. Αλλά σήμερα εκφράζει τις ελπίδες των απελπισμένων. Οι υποσχέσεις του για μεταρρυθμίσεις και το όραμά του για ένα “επιθετικό σχέδιο μεταρρυθμίσεων και οικονομικής ανάπτυξης” γίνονται θετικά αποδεκτές από τους ανθρώπους. Θέλουν επιτέλους ένα άλλο μήνυμα και φως στην άκρη του τούνελ», επισημαίνει ο αρθρογράφος της Welt και εκτιμά ότι «το σημείο εκκίνησης για τον νέο Πρωθυπουργό είναι κακό, ενώ είναι απολύτως ανοιχτό το εάν θα τα καταφέρει και εάν θα ανταποκριθεί στις προσδοκίες». Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, αναφέρει, έχει επισημάνει πολλά προβλήματα, όπως το χρέος, τα κόκκινα δάνεια, την ανεργία, την αδύναμη οικονομική ανάπτυξη και τον αργό ρυθμό των μεταρρυθμίσεων.
Ο κ. Μητσοτάκης πάντως, σύμφωνα με την εφημερίδα, αναμένεται να πετύχει τουλάχιστον μια χαλάρωση των αυστηρών όρων των δανειστών, ώστε το πρωτογενές πλεόνασμα να μειωθεί από το 3,5%. «Σε αυτό θα βοηθήσουν και οι αρκετοί επικεφαλής κυβερνήσεων οι οποίοι ανήκουν στο συντηρητικό κόμμα. Όλα τα άλλα είναι αβέβαια», διευκρινίζει ο αρθρογράφος και εκφράζει την εκτίμηση ότι λόγω της οριακής κοινωνικής κατάστασης τα περιθώρια ελιγμού θα είναι περιορισμένα.
«Δεν αποκλείεται ο νέος Πρωθυπουργός, παρά το φιλόδοξο μεταρρυθμιστικό πρόγραμμα, να αποτύχει, διότι η υπομονή των Ελλήνων εν τω μεταξύ έχει σχεδόν εξαντληθεί και θέλουν να δουν γρήγορα οικονομικές επιτυχίες και βελτίωση του βιοτικού τους επιπέδου. Αν ο Μητσοτάκης πετύχει τους στόχους του, θα μπορούσε να γίνει ο νέος ήρωας της Ελλάδας. Αν όχι, θα μπει στην μεγάλη σειρά των τραγικών προσώπων στους μοχλούς της εξουσίας στην Ελλάδα», καταλήγει ο συντάκτης.
«Επιστροφή στο μηδέν», είναι ο τίτλος σχολίου της εφημερίδας «Die Zeit», η οποία αναφέρει ότι «με τον Κυριάκο Μητσοτάκη επιστρέφει στην εξουσία μια παλιά δυναστεία – η ατζέντα του δεν αρκεί προκειμένου να κατανοήσει κανείς πώς φτάσαμε σε αυτή την επιτυχία».
«Το διάλειμμα τελείωσε. Επί τέσσερα χρόνια η Ελλάδα κυβερνήθηκε από τον πολιτικό νεοαφιχθέντα Αλέξη Τσίπρα και το αριστερό του κόμμα, τον ΣΥΡΙΖΑ, αλλά αυτή η ιστορική εξαίρεση έχει πλέον παρέλθει. Τις εκλογές της Κυριακής κέρδισε καθαρά ο αντίπαλός του και μέχρι τώρα αρχηγός της αντιπολίτευσης Κυριάκος Μητσοτάκης. Πολύ πιθανόν ο θρίαμβός του θα του φέρει την απόλυτη πλειοψηφία στην Βουλή. Αυτό οδηγεί την ελληνική πολιτική πίσω στο μηδέν και μάλιστα υπό πολλές έννοιες», συνεχίζει ο αρθρογράφος και επισημαίνει ότι είναι η πρώτη φορά από την αρχή της κρίσης που η χώρα θα έχει αυτοδύναμη κυβέρνηση. Μαζί με τη Νέα Δημοκρατία «αναλαμβάνει επίσης και πάλι την εξουσία του Πρωθυπουργού μια οικογένεια η οποία επί έναν αιώνα συναποφασίζει την πολιτική της χώρας», συνεχίζει ο συντάκτης και αναφέρεται στην ιστορία του Ελευθερίου Βενιζέλου και του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη, ενώ υποστηρίζει ότι «στα χρόνια της κρίσης και εν τέλει με την ανάληψη της εξουσίας από τον Αλέξη Τσίπρα θεωρήθηκε ότι η εποχή των πολιτικών δυναστειών τελείωσε» και «οι άνθρωποι στην Ελλάδα είχαν κουραστεί με αυτές τις οικογένειες, τις οποίες θεωρούσαν υπεύθυνες για την κακοδιαχείριση στην οικονομία και για την πελατειακή πολιτική που οδήγησαν στην μεγαλύτερη κρίση χρέους από τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο».
«Τι όμως οδήγησε τους ψηφοφόρους να αλλάξουν γνώμη; Πιθανόν τέσσερα χρόνια του Τσίπρα αρκούσαν προκειμένου να θολώσουν πλήρως την πολιτική μνήμη της χώρας. Τράβηξε πάνω του την μεγαλύτερη αγανάκτηση όταν αθέτησε την πιο σημαντική προεκλογική του υπόθεση. Ο Τσίπρας ήρθε για να απελευθερώσει τη χώρα “με τη μία” (…), αλλά συνέβη το αντίθετο. Η κυβέρνηση εφάρμοσε ακόμη ένα πρόγραμμα και το εφάρμοσε τόσο αφοσιωμένα ώστε η Ελλάδα να μπορεί τώρα να χειρίζεται την οικονομία της σχεδόν αυτόνομα και να μπορεί να χρηματοδοτείται στις αγορές. Οι θετικές συνέπειες της οικονομικής ανάπτυξης όμως είναι ως τώρα μόνο λίγο αισθητές στον λαό, ενώ οι περικοπές από δέκα χρόνια κρίσης πολύ περισσότερο», εκτιμά ο συντάκτης της Zeit και αναφέρει ότι ο κ. Τσίπρας έγινε αντιδημοφιλής σε πολλούς Έλληνες λόγω της Συμφωνίας των Πρεσπών.
«Οι λόγοι για την ήττα του Τσίπρα βρίσκονται γρήγορα, όχι όμως αυτοί για την νίκη του αντιπάλου του. Σίγουρα ο Κυριάκος Μητσοτάκης έδωσε σε πολλούς ανθρώπους μια απάντηση στα πιεστικά τους ερωτήματα. Υποσχέθηκε επενδύσεις στο κρατικό σύστημα Παιδείας και μια σημαντική αύξηση του κατώτατου μισθού και μειώσεις φόρων. Το πώς θα χρηματοδοτήσει αυτό το πρόγραμμα πρέπει ακόμη να το εξηγήσει. (…) Μετά την εκλογή του στην ηγεσία του κόμματος ο Μητσοτάκης πρωτίστως απέφυγε να κάνει λάθη, ήξερε ότι ο Τσίπρας, λόγω της κατάστασης, θα είχε δυσκολίες στις εκλογές. Ο Μητσοτάκης λοιπόν συγκρατήθηκε, απέφυγε επιθέσεις και προκλήσεις και παρουσιάστηκε ως νέος μεταρρυθμιστής, με συναίσθημα για τις κοινωνικές ανάγκες του κόσμου. Χωρίς να δείχνει πολύ την δική του ιστορία και αυτή του κόμματός του. Δεν χρειάστηκε περισσότερα για να πετύχει αυτή τη νίκη. Έγινε χωρίς πολλή φασαρία – λες και οι άνθρωποι στην Ελλάδα υποτάχθηκαν στη μοίρα τους», καταλήγει το σχόλιο.
«Καμία έκπτωση για τον Μητσοτάκη», είναι ο τίτλος σε σχόλιο της Frankfurter Allgemeine Zeitung, στο οποίο αναφέρεται ότι «μετά τον λάθος δρόμο που πήρε η Ελλάδα, όχι για πρώτη φορά, με τον Αλέξη Τσίπρα, οι Έλληνες μπορούν τώρα να ελπίζουν σε μια διέξοδο με την κυβέρνηση Μητσοτάκη», ενώ διατυπώνεται η εκτίμηση ότι «και αυτός ο δρόμος θα είναι μακρύς και δύσβατος – και μπορεί να κοστίσει νέα χρήματα στους Ευρωπαίους».
«Το 2015 οι Έλληνες έδωσαν την εντολή στον Αλέξη Τσίπρα να αλλάξει τη χώρα τους. Τώρα έχουν αποσύρει και πάλι την εντολή τους. Πολλοί Έλληνες εξακολουθούν να θέλουν μια άλλη χώρα – αλλά δεν είναι πια ο Τσίπρας ο άνθρωπος τον οποίο εμπιστεύονται για μια στροφή προς το καλύτερο. Τώρα εμπιστεύονται τον Κυριάκο Μητσοτάκη», γράφει ο συντάκτης της FAZ και τονίζει ότι μπορεί ο κ. Μητσοτάκης να έχει πολλά σχέδια – ίσως και υπερβολικά πολλά για μια τετραετία – αλλά έλαβε καθαρή εντολή από τους Έλληνες.
«Τα χρόνια της κρίσης ταρακούνησαν πολλά δεδομένα στην Ελλάδα και όχι μόνο την άποψη ότι η χώρα μπορεί να χρεώνεται χωρίς όριο. Οι εποχές όπου πολλοί Έλληνες κατέβαιναν στους δρόμους εναντίον της κάθε έστω και μικρής μεταρρύθμισης και όπου τα συνδικάτα αρνούνταν ακόμη και την αλλαγή ακόμη και των πιο εμφανών ελαττωμάτων έχουν παρέλθει», σημειώνει ο συντάκτης και αναφέρεται στην εποχή της διακυβέρνησης της χώρας από τον Κωνσταντίνο Μητσοτάκη και τις δικές του μεταρρυθμιστικές προσπάθειες.
Ο αρθρογράφος εκτιμά ότι οι εταίροι του Κυριάκου Μητσοτάκη ενδέχεται να κληθούν εκ νέου να βοηθήσουν, καθώς ο νικητής των εκλογών ανακοίνωσε ότι μετά από κάποιες διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις στην αρχή της θητείας του θέλει να πάει στους εταίρους του και να ζητήσει να μειώσουν τα πρωτογενή πλεονάσματα που επέβαλαν στην Ελλάδα.
«Ο Τσίπρας πέτυχε τα υψηλά πρωτογενή πλεονάσματα μέσω υπερβολικής φορολογίας, καθώς και μιας δραστικής μείωσης των δημοσίων δαπανών και επενδύσεων. Ο Μητσοτάκης προειδοποιεί ότι το υψηλό φορολογικό βάρος προκαλεί ασφυξία στην ελληνική οικονομία και την εμποδίζει να αναπτυχθεί. Για αυτό θέλει να μειώσει τα πρωτογενή πλεονάσματα. Τότε όμως η Ελλάδα δεν θα μπορέσει να αποπληρώσει το χρέος της όπως έχει σχεδιαστεί. Με άλλα λόγια: θα πρέπει να το καλύψουν οι φορολογούμενοι άλλων κρατών της Ευρωζώνης και αυτό μπορεί να συναντήσει πολιτική αντίσταση», συνεχίζει ο αρθρογράφος της FAZ, για να καταλήξει: «Όταν ο Μητσοτάκης έγινε το 2016 αρχηγός της ΝΔ, στο περιβάλλον του υπήρχε αισιοδοξία. Προφανώς πίστευαν ότι για τον Μητσοτάκη θα υπάρξει – και όχι μόνο στο Βερολίνο – κάτι σαν μια πολιτική έκπτωση, διότι αντιθέτως από τον Τσίπρα, ανήκει στην ίδια πολιτική οικογένεια με την Καγκελάριο. Όμως θα μπορούσε μόνο δύσκολα να εξηγηθεί γιατί να δοθεί στον Μητσοτάκη μια τέτοια έκπτωση. Ό,τι ίσχυε για τον Τσίπρα, πρέπει να ισχύει και για τους διαδόχους του».
«Γιατί τιμωρήθηκε τώρα ο Τσίπρας» γράφει σε σχόλιό της της Sueddeutche Zeitung και επισημαίνει ότι «το γεγονός ότι η Νέα Δημοκρατία κατάφερε μια τόσο καθαρή νίκη δείχνει ότι πολλοί άνθρωποι θα επιθυμούσαν να αφήσουν πίσω τους τα χρόνια της κρίσης και ότι επιθυμούν πάλι κάτι σαν κανονικότητα». Η αρθρογράφος επισημαίνει ακόμη ότι «το γεγονός ότι ο Αλέξης Τσίπρας τιμωρήθηκε έχει μεγάλη σχέση με την δυσαρέσκεια η οποία μαζεύτηκε κατά τα μακριά χρόνια της λιτότητας, τα οποία μετέτρεψαν την καθημερινότητα πολλών Ελλήνων σε έναν διαρκή αγώνα επιβίωσης» και σημειώνει ότι ο ΣΥΡΙΖΑ κάλυψε κάποιο έδαφος από τις ευρωεκλογές και «το αποτέλεσμα δίνει στους αριστερούς εντολή για μια ισχυρή αντιπολίτευση».
«Ο Κυριάκος Μητσοτάκης αναλαμβάνει μια μεγάλη ευθύνη. Εάν θέλει να κάνει κάτι καλό για τη χώρα, θα πρέπει όχι μόνο να μειώσει τους φόρους, αλλά να τερματίσει και την πολιτική πόλωση η οποία έχει δηλητηριάσει τόσο το κλίμα στην Ελλάδα», καταλήγει το σχόλιο της SZ.
(Πηγή ΑΠΕ – ΜΠΕ)