Σε μία εποχή που οι μεγάλες γερμανικές επιχειρήσεις απολύουν κόσμο, οι μικρομεσαίοι δικαιώνουν τη φήμη τους ως ραχοκοκαλιά της γερμανικής οικονομίας. Σταθερότητα στην αγορά εργασίας αναμένουν οι ειδικοί.
Παρά την έλλειψη στελεχών σε εξειδικευμένους κλάδους της οικονομίας, επιχειρηματικοί κολοσσοί όπως η Siemens, η Deutsche Bank και η ThyssenKrupp καταργούν δεκάδες χιλιάδες θέσεις εργασίας. Κι όμως, την ίδια στιγμή, οι γερμανικές μικρομεσαίες επιχειρήσεις προσλαμβάνουν όλο και περισσότερους εργαζόμενους. «Κάθε τόσο η απασχόληση στις μικρομεσαίες επιχειρήσεις καταγράφει επίπεδα-ρεκόρ», λέει ο Μίχαελ Σβαρτς, αναλυτής της κρατικής επενδυτικής τράπεζας KfW.
Παράδειγμα η εταιρεία μηχανολογικού εξοπλισμού Schuette, την οποία πολλοί αναλυτές αποκαλούν «hidden champion». Πρόκειται για οικογενειακή επιχείρηση με έδρα την Κολωνία, η οποία σπάνια κάνει πρωτοσέλιδα, αν και υπερηφανεύεται για τις εξαγωγικές επιδόσεις της. Ο επικεφαλής της επιχείρησης, Καρλ Μάρτιν Βέλκερ, λέει ότι θα κρατήσει τα στελέχη του, ακόμη κι αν τα μηνύματα από τις διεθνείς αγορές είναι ανησυχητικά. Καθησυχαστικός εμφανίζεται προς το παρόν και ο Μίχαελ Σβαρτς. «Η γενική εικόνα είναι ότι στις μικρομεσαίες επιχειρήσεις εξακολουθούν να αυξάνονται οι νέες θέσεις εργασίας, μόνο που οι ρυθμοί αύξησης δεν είναι τόσο υψηλοί όπως στα προηγούμενα χρόνια», τονίζει ο Γερμανός αναλυτής.
Μπορεί οι πολυεθνικοί κολοσσοί να έχουν διεθνή φήμη, ωστόσο στη Γερμανία -όπως άλλωστε και σε πολλές άλλες χώρες- οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις είναι εκείνες που δημιουργούν τις περισσότερες θέσεις εργασίας και δικαίως αποκαλούνται «ραχοκοκαλιά» της οικονομίας. Σύμφωνα με επίκαιρα στοιχεία της τράπεζας KfW, στη Γερμανία εδρεύουν περίπου 3.760.000 μικρομεσαίες επιχειρήσεις, οι οποίες απασχολούν συνολικά 31 εκατομμύρια εργαζόμενους, δηλαδή το 70% του οικονομικά ενεργού πληθυσμού.
«Η συνολική εικόνα στην αγορά εργασίας είναι διαφορετική από εκείνη που υποδεικνύουν τα ηχηρά πρωτοσέλιδα για απολύσεις στους επιχειρηματικούς κολοσσούς», εκτιμά ο Έντσο Βέμπερ, αναλυτής του Ινστιτούτου Ερευνών της Αγοράς Εργασίας (IAB), το οποίο υπάγεται στην κρατική Ομοσπονδιακή Υπηρεσία Εργασίας. Αυτό οφείλεται ασφαλώς και στην έλλειψη εξειδικευμένου εργατικού δυναμικού. «Πολλές φορές οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις αποφεύγουν τις απολύσεις, ακριβώς γιατί δεν γνωρίζουν αν θα καταφέρουν να βρουν εύκολα αντικαταστάτη με αντίστοιχα προσόντα», επισημαίνει ο Βέμπερ.
Με αυτά τα δεδομένα και ο οικονομολόγος Ούβε Μπούρκερτ εκτιμά ότι η κατάσταση στην αγορά εργασίας θα παραμείνει σταθερή στο άμεσο μέλλον. Αν όμως συνεχιστούν τα ανησυχητικά μηνύματα, λέει ο Μπούρκερτ, τότε είναι πολύ πιθανό να δούμε ευέλικτες μορφές απασχόλησης, όπως η «εκ περιτροπής εργασία» (Kurzarbeit). Σύμφωνα με το Οικονομικό Ινστιτούτο του Μονάχου (Ifo), to 3,8% των επιχειρήσεων στη μεταποίηση ήδη την εφαρμόζει, ενώ το 8,5% υπολογίζει να την εφαρμόσει εντός τριμήνου. Εάν συμβεί αυτό, η εκ περιτροπής εργασία θα ανέλθει στα υψηλότερα επίπεδα από το 2013.
Συνολικά, πάντως, όπως προκύπτει από πρόσφατη έρευνα του Ινστιτούτου ΙΑΒ, οι τεράστιες απώλειες στην αγορά εργασίας, που άρχισαν στη δεκαετία του ’70 λόγω της αυτοματοποίησης και της χρήσης των ρομπότ, έχουν πλέον αναπληρωθεί με νέες θέσεις εργασίας. «Μέχρι στιγμής, η τεχνολογική πρόοδος στη Γερμανία δεν μειώνει την απασχόληση, αλλά οδηγεί σε αναδιαμόρφωση της απασχόλησης με νέες θέσεις εργασίας που έχουν διαφορετικές απαιτήσεις», αναφέρεται στη σχετική μελέτη. Παρόμοιες τεκτονικές κινήσεις αναμένονται με την επικείμενη ψηφιοποίηση της βιομηχανικής παραγωγής. Κάποιοι εκτιμούν ότι, σε ένα πρώτο στάδιο, θα χαθούν πάνω από 1,5 εκατομμύριο θέσεις εργασίας. «Βρισκόμαστε μπροστά σε μεγάλες προκλήσεις. Για να τις αντιμετωπίσουμε, θα χρειαστεί συνεχής μετεκπαίδευση του εργατικού δυναμικού», προειδοποιεί ο Έντσο Βέμπερ από το Ινστιτούτο ΙΑΒ.