«Θα συνεχίσουμε να πράττουμε ό,τι είναι δυνατόν, στο πλαίσιο των δυνατοτήτων της οικονομίας και χωρίς να διακινδυνευθεί η δημοσιονομική σταθερότητα που με κόπο κατακτήθηκε, προκειμένου να βοηθήσουμε την κοινωνία σε αυτήν τη δύσκολη περίοδο», αναφέρει σε συνέντευξή του στη «Ν» ο υπουργός Επικρατείας, Γιώργος Γεραπετρίτης, τονίζοντας ωστόσο ότι παρά τις αντίξοες συνθήκες η κυβέρνηση δεν απομείωσε την ένταση των μεταρρυθμίσεων.

Αναφορικά με τις εξελίξεις στο μέτωπο του Covid και του εμβολιασμού, τονίζει: «Η ελπίδα μας είναι η πανδημία να φθίνει συν τω χρόνω και να μην υπάρξει ανάγκη επέκτασης της υποχρεωτικότητας». Στο πεδίο των εθνικών θεμάτων, ο υπουργός Επικρατείας σημειώνει: «Χτίζουμε την Ελλάδα της ισχύος και της αυτοπεποίθησης απέναντι σε οποιαδήποτε πρόκληση. Και απέναντι στην εχθροπαθή ρητορική απαντούμε με κινήσεις που ενισχύουν ακόμα περισσότερο τη θέση της χώρας μας στο διεθνές στερέωμα». Προσθέτει δε πως «με μεγαλύτερο όπλο την προσήλωση στο διεθνές δίκιο, είναι αυτονόητο ότι θα προασπίσουμε χωρίς παραχωρήσεις και με αποφασιστικότητα τα εθνικά μας συμφέροντα».

Παράλληλα, ο κ. Γεραπετρίτης υπογραμμίζει πως «στις κρίσιμες ιστορικές στιγμές που διανύουμε είναι προφανές ότι η Ελλάδα χρειάζεται μία ισχυρή και αποτελεσματική κυβέρνηση». «Ετερόκλητες και ευκαιριακές συμμαχίες, που δεν στηρίζονται σε γερά θεμέλια κοινής προγραμματικής πολιτικής αλλά αποσκοπούν μόνο στην κατάληψη της εξουσίας, δεν μπορούν να υπηρετήσουν αυτόν τον στόχο. Το απέδειξε πέρα από κάθε αμφιβολία η προηγούμενη κυβέρνηση, που στηριζόταν όχι σε θέσεις, αλλά σε αντιθέσεις», σημειώνει χαρακτηριστικά.

Η κυβέρνηση έχει ανακοινώσει διοικητικό πρόστιμο 100 ευρώ τον μήνα για όσους πολίτες άνω των 60 ετών δεν έχουν κάνει το βήμα προς την «επιχείρηση Ελευθερία». Μπορεί να συζητηθεί μεγαλύτερη αυστηροποίηση του πλαισίου για τους ανεμβολίαστους;

«Το μέτρο του υποχρεωτικού εμβολιασμού αποτελεί κατά το δίκαιο το τελευταίο καταφύγιο καταναγκασμού, αφού έχουν ήδη εξαντληθεί όλα τα ηπιότερα μέσα, κατεξοχήν η πειθώ και η χορήγηση από την πολιτεία σχετικών κινήτρων και αντικινήτρων. Η ηλικιακή κατηγορία άνω των 60 ετών συντίθεται από τους κατεξοχήν ευάλωτους στον ιό συμπολίτες μας, οι οποίοι αποτελούν και το συντριπτικά μεγαλύτερο ποσοστό όσων νοσούν βαριά, διασωληνώνονται ή καταλήγουν. Υπό την έννοια αυτή, η υποχρεωτικότητα είναι απολύτως εύλογο και αναλογικό μέτρο. Και, πράγματι, οδήγησε σε σημαντική αύξηση κατά 10 ποσοστιαίες μονάδες, περίπου στο 90% πλέον, των πολιτών που έχουν εμβολιαστεί σε αυτή την κατηγορία. Για την ώρα περιοριζόμαστε σε αυτή την ηλικιακή ομάδα και αξιολογούνται όλα τα επίκαιρα επιδημιολογικά και νοσηλευτικά δεδομένα για τη λήψη των οικείων αποφάσεων. Η ελπίδα μας είναι η πανδημία να φθίνει συν τω χρόνω και να μην υπάρξει ανάγκη επέκτασης της υποχρεωτικότητας».

Οι επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά καλούνται να αντιμετωπίσουν ανατιμήσεις στην ενέργεια που μετακυλίονται και σε βασικά αγαθά. Σε περίπτωση που το φαινόμενο συνεχιστεί και το επόμενο διάστημα, θα υπάρξουν περαιτέρω μέτρα στήριξης και αν ναι, σε ποια κατεύθυνση; Πόσο επηρεάζουν οι εξελίξεις αυτές τη δημοσιονομική «ισορροπία»;

«Η μεγάλη αύξηση του ενεργειακού κόστους συνιστά ένα παγκόσμιο φαινόμενο και φέρει σημαντική πίεση σε όλα τα κράτη και στους πολίτες. Σύμφωνα με τις περισσότερες και εγκυρότερες εκτιμήσεις, πρόκειται για μια παροδική κατάσταση που προκλήθηκε ιδίως λόγω της μεγάλης και ξαφνικής ζήτησης παγκοσμίως με την αποκατάσταση των οικονομικών μεγεθών και σταδιακά θα επανέλθει η ισορροπία στην προσφορά και τη ζήτηση που θα αποκλιμακώσει τις τιμές. Το τελευταίο πεντάμηνο η πολιτεία έχει επιχορηγήσει, άμεσα και έμμεσα, το κόστος ενέργειας με περίπου 1,75 δισ. ευρώ. Ειδικά για τον Ιανουάριο, η επιδότηση φτάνει στα 400 εκατομμύρια και περιλαμβάνει και την επιδότηση του ενεργειακού κόστους των επιχειρήσεων, ώστε να περιοριστούν οι πληθωριστικές πιέσεις στα βασικά προϊόντα από τη μετακύλιση του βάρους στους καταναλωτές. Παράλληλα, οι σημαντικές φορολογικές ελαφρύνσεις που ισχύουν από την αρχή του έτους ενισχύουν το πραγματικό διαθέσιμο εισόδημα των πολιτών για την αντιμετώπιση της ακρίβειας, ενώ εκκίνησε ήδη η διαδικασία για μία δεύτερη αύξηση του κατώτατου μισθού από τον Μάιο του τρέχοντος έτους, ώστε οι πιο ευάλωτοι συμπολίτες μας να μπορέσουν κατά το δυνατόν να ανταποκριθούν στα νέα δεδομένα. Θα συνεχίσουμε να πράττουμε ό,τι είναι δυνατόν, στο πλαίσιο των δυνατοτήτων της οικονομίας και χωρίς να διακινδυνευθεί η δημοσιονομική σταθερότητα που με κόπο κατακτήθηκε, προκειμένου να βοηθήσουμε την κοινωνία σε αυτήν τη δύσκολη περίοδο».

Σε ευρωπαϊκό επίπεδο έχει ξεκινήσει η συζήτηση για το Σύμφωνο Σταθερότητας. Υπάρχουν περιθώρια για ευελιξία των κανόνων, ώστε η επιστροφή στη δημοσιονομική πειθαρχία να μην οδηγήσει σε μια απότομη προσαρμογή που θα έβαζε φρένο στην ανάπτυξη;

«Από τις δημόσιες τοποθετήσεις εκπροσώπων κρατών και φορέων διαφαίνεται μία κοινή διάθεση να υπάρξουν αλλαγές στο Σύμφωνο Σταθερότητας. Η έκταση των αλλαγών αυτών είναι ασφαλώς το μεγάλο ζητούμενο, διότι αυτονοήτως το νέο Σύμφωνο θα πρέπει να διασφαλίζει με ρεαλισμό τη δημοσιονομική ισορροπία, χωρίς όμως να θέτει σε κίνδυνο τη βιώσιμη ανάπτυξη των ευρωπαϊκών οικονομιών. Η Ελλάδα τους επόμενους μήνες θα τηρήσει μία εποικοδομητική στάση με στοχευμένες προτάσεις προς την κατεύθυνση αυτή, έχοντας κερδίσει, με μια αξιόπιστη οικονομική πολιτική, την εμπιστοσύνη των Ευρωπαίων εταίρων μας. Οι μεγάλες προκλήσεις της πράσινης ανάπτυξης και της ψηφιακής μετάβασης, που κατεξοχήν ενσωματώθηκαν στο Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας, και πρωτίστως η ανάγκη να αρθούν οι κοινωνικές ανισότητες, που εξακολουθούν να είναι το μεγάλο πρόβλημα στην ευρωπαϊκή συνοχή, καλούν για ένα διαφορετικό μίγμα δημοσιονομικών κανόνων με καινοτόμα εργαλεία, αλλά, πρωτίστως, όραμα».

Η κυβέρνηση έχει κληθεί να αντιμετωπίσει μια σειρά θεμάτων πρώτης γραμμής, όπως η πανδημία, η στάση της Τουρκίας, το ευρωπαϊκό ράλι ανατιμήσεων. Πόσο αυτό έχει επηρεάσει την ταχύτητα υλοποίησης της μεταρρυθμιστικής ατζέντας;

«Παρά τις αντίξοες συνθήκες και τις μεγάλες προκλήσεις, η κυβέρνηση δεν απομείωσε την ένταση των μεταρρυθμίσεων. Οι επόμενοι μήνες θα είναι πράγματι κρίσιμοι για την αναπτυξιακή πορεία της χώρας και σκοπεύουμε να εντείνουμε ακόμα περισσότερο τους ρυθμούς μας. Ο νέος αναπτυξιακός νόμος βρίσκεται ήδη για συζήτηση στη Βουλή, με νέα χαρακτηριστικά, όπως είναι η καθιέρωση για πρώτη φορά 13 πυλώνων ανάπτυξης, που συνιστούν προτεραιότητες της χώρας για τη δεκαετία που διανύουμε. Ο νέος κλιματικός νόμος βρίσκεται σε δημόσια διαβούλευση και θα ψηφιστεί τον επόμενο μήνα. Μεγάλες μεταρρυθμίσεις για τον περαιτέρω ψηφιακό μετασχηματισμό της χώρας ήδη δρομολογούνται. Η ανασυγκρότηση της πρωτοβάθμιας υγείας και της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης βρίσκονται στο τελικό στάδιο επεξεργασίας. Και, βέβαια, μεγάλα έργα έχουν ξεκινήσει ή προετοιμάζονται συστηματικά. Με σύνεση και συνέπεια προχωράμε για να ανατραπούν παθολογίες δεκαετιών και να χτιστεί μια σύγχρονη Ελλάδα».

Στο μέτωπο των εθνικών θεμάτων, η Τουρκία συντηρεί τους τελευταίους μήνες μια ρητορική υψηλών τόνων. Απέναντι σε αυτή τη στάση της γειτονικής χώρας ποιες κινήσεις σχεδιάζει η κυβέρνηση στη γεωπολιτική «σκακιέρα»;

«Η Ελλάδα είναι πλέον θωρακισμένη διπλωματικά και επιχειρησιακά. Με τις μεγάλες συμφωνίες με τη Γαλλία και τις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής, με την καλλιέργεια των διπλωματικών σχέσεων με ισχυρούς παίκτες στην ευρύτερη περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου, με διευθέτηση μακρόχρονων εκκρεμοτήτων με Ιταλία, Αίγυπτο και Αλβανία, με ενίσχυση των Ενόπλων Δυνάμεων σε εξοπλισμό και προσωπικό. Χτίζουμε την Ελλάδα της ισχύος και της αυτοπεποίθησης απέναντι σε οποιαδήποτε πρόκληση. Και απέναντι στην εχθροπαθή ρητορική απαντούμε με κινήσεις που ενισχύουν ακόμα περισσότερο τη θέση της χώρας μας στο διεθνές στερέωμα. Με μεγαλύτερο όπλο την προσήλωση στο διεθνές δίκιο, είναι αυτονόητο ότι θα προασπίσουμε χωρίς παραχωρήσεις και με αποφασιστικότητα τα εθνικά μας συμφέροντα».

Η επόμενη εκλογική αναμέτρηση θα γίνει με απλή αναλογική. Σε περίπτωση που η Νέα Δημοκρατία είναι πρώτη χωρίς αυτοδυναμία, θα εξεταστούν τα περιθώρια πολιτικών συνεργασιών;

«Στις κρίσιμες ιστορικές στιγμές που διανύουμε είναι προφανές ότι η Ελλάδα χρειάζεται μία ισχυρή και αποτελεσματική κυβέρνηση. Ετερόκλητες και ευκαιριακές συμμαχίες, που δεν στηρίζονται σε γερά θεμέλια κοινής προγραμματικής πολιτικής, αλλά αποσκοπούν μόνο στην κατάληψη της εξουσίας, δεν μπορούν να υπηρετήσουν αυτό τον στόχο. Το απέδειξε πέρα από κάθε αμφιβολία η προηγούμενη κυβέρνηση, που στηριζόταν όχι σε θέσεις, αλλά σε αντιθέσεις. Θα ζητήσουμε, συνεπώς, από τους Έλληνες πολίτες μια καθαρή λύση διακυβέρνησης, που θα εγγυάται την κυβερνησιμότητα και δεν θα ανακόψει την πορεία της χώρας προς ένα ασφαλές και ακόμη καλύτερο μέλλον».

Από την έντυπη έκδοση της Ναυτεμπορικής