Στη δέσμη μέτρων για τους πρόσφυγες και μετανάστες της Μόριας, αλλά και για τον τοπικό πληθυσμό της Λέσβου, στις οποίες κατέληξε η ευρεία κυβερνητική σύσκεψη, υπό την προεδρία του πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη, αναφέρθηκε, μεταξύ άλλων, ο υπουργός Επικρατείας Γιώργος Γεραπετρίτης, σε συνέντευξή του στον ραδιοφωνικό σταθμό «Σκάι».
Και πρώτα από όλα, «λαμβάνεται άμεση μέριμνα για την ειδική διαχείριση των ευπαθών κατηγοριών. Με πρωτοβουλία της ελληνικής κυβέρνησης η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, δια της αρμόδιας επιτρόπου, ανέλαβε να μετακινήσει 400 ασυνόδευτα ανήλικα, τα οποία αμέσως, σήμερα, αναχωρούν από τη Λέσβο προς την ενδοχώρα», ενώ «για τους υπόλοιπους θα γίνει μια πρόχειρη κατασκευή, ήδη αυτή τη στιγμή μετακινείται εξοπλισμός, σημαντικός αριθμός σκηνών από τα γειτονικά νησιά και οι οποίες θα βρίσκονται εντός της ημέρας στη Λέσβο».
Γρήγορα τεστ για covid-19 στη Λέσβο
Επιπροσθέτως, «υπάρχει ήδη μέριμνα για τη σίτιση και την υγιεινή των ανθρώπων», ανέφερε ο Γ. Γεραπετρίτης, εστιάζοντας ιδίως στο δεύτερο: «Φροντίζουμε για πολύ αυξημένη επιτήρηση στο κομμάτι της υγείας. Θα υπάρξει πολύ αυξημένη υγειονομική δοκιμασία στο κομμάτι των τεστ, τώρα προμηθευόμαστε τα αναγκαία γρήγορα τεστ (σ.σ. για covid-19), έτσι ώστε να υπάρχει στη Λέσβο ένας πολύ μεγάλος αριθμός για τον έλεγχο του μεταναστευτικού πληθυσμού και δειγματοληπτικά του πληθυσμού γενικά».
Ένα άλλο μέτρο που αποφασίσθηκε αφορά στην ενίσχυση του τοπικού πληθυσμού: «Θα χρειαστεί μετακίνηση πόρων», τόνισε ο υπουργός Επικρατείας, ενώ παράλληλα, «θα υπάρξει μεγάλη βοήθεια και από την Ευρώπη», παραπέμποντας στη δήλωση αλληλεγγύης από τον κ. Σχοινά και την κ. Γιόχανσον. Επιπροσθέτως, γνωστοποίησε ότι έχει ήδη εκφραστεί από ευρωπαϊκές χώρες πρόθεση ενίσχυσης σε υλικοτεχνική υποδομή.
Δεν είναι όλοι άστεγοι
Σε άλλο σημείο της συνέντευξης ο υπουργός διευκρίνισε πως δεν είναι 13.000 εκείνοι οι οποίοι έμειναν άστεγοι, και τούτο γιατί -παραπέμποντας και στις δηλώσεις που θα γίνουν αργότερα από το κυβερνητικό κλιμάκιο- «στην πραγματικότητα έχει καταστραφεί η κεντρική δομή (σ.σ. της Μόριας), ενόσω υπάρχουν ακτινωτές περιφερειακές δομές που δεν έχουν πληγεί. Εκτίμηση δεν μπορούμε να κάνουμε, λογικά αν σκεφθεί κάποιος, θα πρέπει να μιλάμε για έναν πληθυσμό 3.000–4.000 (σ.σ. αστέγων). Είναι σημαντικός πληθυσμός, πρέπει αμέσως να αναπτυχθούν δράσεις», σημείωσε εξάλλου.
Ευκαιρίας δοθείσης, ο υπουργός Επικρατείας επανέλαβε τους δύο βασικούς άξονες της κυβερνητικής πολιτικής, που είναι η δημιουργία κλειστών ελεγχόμενων δομών και η αποσυμφόρηση των νησιών.
Έχουν φύγει 13.500 από τη Μόρια
Μάλιστα, όπως σημείωσε με έμφαση, «από τον Ιανουάριο του 2020, από τη Μόρια έχουν φύγει 13.500 άτομα, έχει δηλαδή αποσυμφορηθεί κατά το ήμισυ η δομή, είναι πολύ λιγότεροι σε σχέση με εκείνους που ήταν. Αντιλαμβανόμαστε όλοι τι θα είχε συμβεί εάν όλος αυτός ο πληθυσμός εξακολουθούσε (να βρίσκεται εκεί) […] ήταν 25.000- 26.000 και τώρα έχουν απομείνει 13.000 επειδή ακριβώς υπήρξε αυτή η πολιτική αποσυμφόρησης», εξήγησε ο Γ. Γεραπετρίτης ενώ αναφέρθηκε και στις 20.000 αιτήσεις ασύλου που έχουν ήδη εξετασθεί. «Γίνεται μια τιτάνια προσπάθεια, παραλάβαμε ένα στοκ από αιτήσεις που ήταν στις 75.000», ανέφερε χαρακτηριστικά.
Στην παρατήρηση ότι ο περιφερειάρχης Βορείου Αιγαίου και τοπικοί παράγοντες ήταν σε πολύ σκληρή γραμμή, πρότεινε «να κάνουμε όλοι την αυτοκριτική μας, κάθε ένας για λόγους που είτε έχουν να κάνουν με τις προσωπικές του τοποθετήσεις είτε για να προσκομίσει πρόσκαιρα πολιτικά οφέλη, μπορεί να προβαίνει σε οποιαδήποτε διαπίστωση, αλλά από την άλλη πλευρά η κυβερνητική πολιτική είναι αυστηρή», δήλωσε με την ταυτόχρονη επισήμανση ότι οι υφιστάμενες δομές είναι απάνθρωπες.
Πολύ αυστηροί στην επιτήρηση των συνόρων
Σε σχέση με τη συγκυρία της επιδείνωσης των ελληνο-τουρκικών σχέσεων, ο Γ. Γεραπετρίτης αναγνώρισε πως υπάρχει «επιχείρηση αύξησης των μεταναστευτικών ροών», όμως: με σεβασμό στους κανόνες του Διεθνούς Δικαίου, υπό τις παρούσες συνθήκες προστασίας της δημόσιας υγείας αλλά και της γεωπολιτικής αστάθειας «λόγοι εθνικής ασφάλειας επιβάλλουν να είμαστε πολύ αυστηροί στην επιτήρηση των συνόρων. Δεν θα περάσουν παρά μόνον εκείνοι που έχουν τη δυνατότητα να τύχουν διεθνούς ανθρωπιστικής προστασίας», υπογράμμισε εμφατικά ο υπουργός Επικρατείας.
Στο ερώτημα δε, αν η πυρκαγιά στη Μόρια ήταν προβοκάτσια, ο υπουργός απάντησε ως εξής: «Είναι πάρα πολύ πρώιμο να ειπωθεί ο,τιδήποτε σε σχέση με τα αίτια τα οποία προκάλεσαν την καταστροφή. Εμείς πάντοτε μιλάμε στη βάση τεκμηρίωσης, ούτε θέλουμε να προτρέχουμε στα πράγματα ούτε να αποδίδουμε ευθύνες, χωρίς να υπάρχει η αναγκαία τεκμηρίωση. Θα υπάρξει πολύ ενδελεχής έρευνα για το ζήτημα αυτό και θα υπάρξουν επίσημες ανακοινώσεις».
Για τη συνεδρίαση του ΝΑΤΟ
Ερωτηθείς, τέλος για τη σημερινή συνεδρίαση του Βορειοατλαντικού Συμβουλίου του ΝΑΤΟ, ο υπουργός Επικρατείας διευκρίνισε εισαγωγικά ότι «οι τεχνικές συζητήσεις που γίνονται, αφορούν τη στρατιωτική αποσυμπίεση, δηλαδή την αποχώρηση στρατευμάτων και δεν έχουν να κάνουν με τον διάλογο, ο οποίος θα γίνει για την οριοθέτηση των θαλασσίων ζωνών. Άρα, οι μεν τεχνικές συζητήσεις γίνονται σε στρατιωτικό επίπεδο, οι δε συζητήσεις για τις θαλάσσιες ζώνες γίνονται σε διπλωματικό και πολιτικό επίπεδο.
Σε ό,τι αφορά τη συζήτηση», συνέχισε, «στο ΝΑΤΟ θα διατυπωθεί η θέση της ελληνικής κυβέρνησης, ότι η Τουρκία πυροδοτεί με τις αμετροεπείς ενέργειές της την ένταση στην Ανατολική Μεσόγειο εντός της Συμμαχίας, πράγμα το οποίο καλεί για ριζικά μέτρα κατά της γείτονος. Επίσης, θα διατυπωθεί και πάλι με πολύ ρητό τόνο ότι η Ελλάδα δεν πρόκειται να πάει σε οποιαδήποτε συζήτηση, διάλογο για τις θαλάσσιες ζώνες, ει μη μόνον αποχωρήσει το σύνολο των πλοίων βρίσκονται τη στιγμή αυτή στην περιοχή».
Εν κατακλείδι, «δεν πρόκειται να πάμε σε διάλογο για το πώς θα συνκαθορίσουμε τη θαλάσσια περιοχή μας, υφαλοκρηπίδα και Αποκλειστική Οικονομική Ζώνη, ενώ μέσα σε αυτές τις περιοχές για τις οποίες ερίζουν οι δυο χώρες, βρίσκονται τουρκικά πλοία. De facto καταστάσεις, πολιτικά τετελεσμένα και διπλωματικές επιθέσεις, εμείς δεν πρόκειται να δεχθούμε στο τραπέζι», ήταν το, αυστηρό, μήνυμα Γεραπετρίτη.