Ο μικρούλης Ιντρίς ήταν τυλιγμένος σε ένα λευκό σάβανο και μια γαλάζια κουβερτούλα με βούλες, με τη γιαγιά του να τον κρατά σφιχτά στο στήθος και να κλαίει χωρίς σταματημό ενώ ήταν γονατισμένη δίπλα σε σορούς που κείτονταν στο δάπεδο νοσοκομείου της Γάζας.

Ο Ιντρίς αλ-Ντμπάρι, που γεννήθηκε πριν από ένα μήνα ενώ γύρω του μαινόταν ο πόλεμος, ζούσε σε σκηνή στη Ράφα, στη νότια Γάζα, με την οικογένειά του που είχε εγκαταλείψει το σπίτι της όταν ο ίδιος και η μητέρα του, η Γουαφάα, σκοτώθηκαν σήμερα σε νυχτερινή ισραηλινή αεροπορική επίθεση.

Μετά την επίθεση, οι σοροί τουλάχιστον δέκα ενηλίκων και παιδιών είχαν τοποθετηθεί σε κουβέρτες που είχαν απλωθεί στο δάπεδο του νοσοκομείου Αμπού Γιοσέφ αλ-Νατζάρ στη Ράφα, όλες τυλιγμένες σε λευκά σάβανα με τα ονόματα των νεκρών και τις ημερομηνίες θανάτου να είναι γραμμένα πάνω τους.

Μεταξύ των συντετριμμένων συγγενών που με σκυμμένα τα κεφάλια βρίσκονταν γύρω από τους νεκρούς, ήταν η Ουμ Ζεγιάντ αλ-Ντμπάρι, η γιαγιά του Ιντρίς, που ξετύλιξε προσεκτικά το πάνω μέρος του σαβάνου για να δει το πρόσωπό του και χάιδεψε απαλά τα μαύρα του μαλλιά.

«Το μωρό γεννήθηκε στις αρχές του πολέμου, στις αρχές, γεννήθηκε πριν από ένα μήνα και κάτι», δήλωσε, με τη φωνή της σπασμένη από λυγμούς και την απόγνωσή της να είναι εμφανής στο πρόσωπό της. «Αγάπη μου», είπε, φιλώντας το μέτωπο του Ιντρίς, πριν επαναλάβει ψιθυρίζοντας «αγάπη μου».

Η σορός του Ιντρίς τοποθετήθηκε επάνω στη μητέρα του, στης οποίας το σάβανο ήταν γραμμένες οι λέξεις «η μάρτυρας Γουαφάα αλ-Ντμπάρι» και η ημερομηνία θανάτου της –12 Δεκεμβρίου 2023. Η Ουμ Ζεγιάντ παρέμεινε γονατισμένη δίπλα τους, με το χέρι της ακουμπισμένο στον Ιντρίς.

Ο πόλεμος πυροδοτήθηκε από την εισβολή ενόπλων της Χαμάς στο νότιο Ισραήλ στις 7 Οκτωβρίου, οι οποίοι σκότωσαν 1.200 ανθρώπους μεταξύ των οποίων μωρά και παιδιά, και άρπαξαν 240 ανθρώπους όλων των ηλικιών ως ομήρους, σύμφωνα με το Ισραήλ.

Δεσμευόμενο να εξαλείψει τη Χαμάς, το Ισραήλ ανταπάντησε με στρατιωτική επίθεση και ολοκληρωτική πολιορκία του πυκνοκατοικημένου θύλακα που έχουν στοιχίσει τη ζωή σε πάνω από 18.000 ανθρώπους, στην πλειονότητά τους γυναίκες και παιδιά, σύμφωνα με το υπουργείο Υγείας της Γάζας.