Το φαινόμενο των φραγμών, το οποίο έχει αρχίσει να διαδραματίζει σημαντικό ρόλο στον ευρωπαϊκό ψηφιακό μετασχηματισμό, δεν έχει ακόμη αποτιμηθεί πλήρως σε ό,τι αφορά τον μακροπρόθεσμο και στρατηγικό του αντίκτυπο. Ο αντίκτυπος αυτός ενδέχεται, κάποια στιγμή, να υπερβεί την ψηφιακή ατζέντα και να αποτελέσει προηγούμενο για άλλους τομείς της ευρωπαϊκής ατζέντας, θέτοντας έτσι τα θεμέλια για έναν ενδεχόμενο ευρωπαϊκό απομονωτισμό.

του Έρολ Ούσερ* 

Το 2020, όπως και τα τελευταία πέντε χρόνια, η Ευρωπαϊκή Ένωση εξακολουθεί να αντιμετωπίζει την ψηφιακή ατζέντα ως τη νέα βασική πηγή οικονομικής ανάπτυξης, ικανή να ενισχύσει τις προοπτικές της Ένωσης. Αλλά, το 2020, όταν ο κόσμος και η ίδια η ΕΕ αντιμετώπισαν μια σημαντική κρίση που προκλήθηκε από την πανδημία του κορωνοϊού, οι Βρυξέλλες κατέβαλαν σοβαρές προσπάθειες για την ανάπτυξη της εν λόγω ατζέντας.

Η σημαντικότερη στρατηγική κίνηση από τη μεριά της ΕΕ έγκειται στην έγκριση της «Ευρωπαϊκής στρατηγικής για τα δεδομένα» τον Φεβρουάριο του 2020. Το έγγραφο αυτό είναι ένα από τα πιο ουσιώδη έγγραφα, ενδεχομένως δε το πρώτο πραγματικά υλοποιήσιμο που υιοθετήθηκε ποτέ από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή στο πλαίσιο του ψηφιακού της σχεδιασμού.

Η ιδιαίτερη σημασία του εγγράφου δεν οφείλεται μόνο στις κατευθύνσεις και τα βήματα που θα ακολουθηθούν, ώστε να διαμορφωθούν συνθήκες για έναν εύχρηστο και αποτελεσματικό μηχανισμό για την «ανταλλαγή δεδομένων» όπως τα G2G, G2B και B2B. Όλες αυτές οι προϋποθέσεις και οι προβλεπόμενοι μηχανισμοί «ανταλλαγής δεδομένων» είναι σημαντικοί, ωστόσο, η θεμελιώδης σημασία της στρατηγικής αυτής έγκειται στο γεγονός ότι περιέχει συγκεκριμένα εμπόδια στη λειτουργία διεθνών, κυρίως αμερικανικών και κινεζικών, εταιρειών εντός της ΕΕ. Δεν περιλαμβάνει μόνο τη συλλογή και την κοινή χρήση δεδομένων, αλλά και τη διασφάλιση της ασφάλειάς τους εντός της ίδιας της Ένωσης, δημιουργώντας θεσμικά εμπόδια για τη ροή τους σε ξένες πλατφόρμες.

Το φαινόμενο φραγμού, το οποίο έχει αρχίσει να διαδραματίζει σημαντικό ρόλο στον ευρωπαϊκό ψηφιακό μετασχηματισμό, δεν έχει ακόμη αποτιμηθεί πλήρως σε ό,τι αφορά τον μακροπρόθεσμο και στρατηγικό του αντίκτυπο. Ο αντίκτυπος αυτός ενδέχεται, κάποια στιγμή, να υπερβεί την ψηφιακή ατζέντα και να αποτελέσει προηγούμενο για άλλους τομείς της ευρωπαϊκής ατζέντας, θέτοντας έτσι τα θεμέλια για έναν ενδεχόμενο ευρωπαϊκό απομονωτισμό.

Η ιστορία του ευρωπαϊκού ψηφιακού μετασχηματισμού δείχνει ότι η νέα προσέγγιση των φραγμών πιστώνεται στην αναποτελεσματικότητα των πρώην μηχανισμών που υιοθέτησε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή για την υποστήριξη της ψηφιακής ατζέντας της Ένωσης. Η κατάργηση της περιαγωγής στην Ευρώπη, την οποία η προηγούμενη ηγεσία της Επιτροπής παρουσίασε ως μεγάλο επίτευγμα, ήταν, φυσικά, ένα σημαντικό γεγονός. Αλλά αν κάποιος θεωρήσει την κατάργηση της περιαγωγής στο πλαίσιο του τι συνέβαινε στην ψηφιακή αγορά της ίδιας της ΕΕ, τότε η σημασία της δεν φαντάζει τόσο εντυπωσιακή. Για παράδειγμα, θα αναφέρουμε το μερίδιο των αμερικανικών εταιρειών σε ένα τόσο σημαντικό τμήμα της ψηφιακής αγοράς στην Ευρώπη όπως είναι οι «υπηρεσίες cloud». Εν προκειμένω, τα τελευταία χρόνια, εμφανίστηκε μία τριάδα ηγετών, η οποία, πρακτικά, ασκεί μονοπωλιακό έλεγχο σε ολόκληρο το ευρωπαϊκό κομμάτι των «υπηρεσιών cloud»: η Amazon, η Microsoft και η Google. Καμία από τις παραπάνω εταιρείες δεν είναι ευρωπαϊκή.

Όλα τα προηγούμενα προγράμματα και κανονισμοί της ΕΕ, που αποσκοπούσαν στην ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας των ευρωπαϊκών εταιρειών, δεν απέφεραν το επιθυμητό αποτέλεσμα. Αφενός, η Επιτροπή δημιούργησε ευνοϊκές συνθήκες για την ανάπτυξη των ευρωπαϊκών νεοσύστατων επιχειρήσεων, αφετέρου όμως, οι αναπτυσσόμενες εταιρείες στους κόλπους της ΕΕ απορροφήθηκαν και συνεχίζουν να απορροφώνται, πρωτίστως, από αμερικανούς κολοσσούς. Τα τελευταία χρόνια, κορυφαίοι παράγοντες των ΗΠΑ έχουν αποκτήσει επιτυχημένες ευρωπαϊκές νεοσύστατες επιχειρήσεις όπως τη Momondo (Δανία), την Beddit (Φινλανδία), τη SensoMotoric Instruments (Γερμανία), τη Regaind (Γαλλία), τη Shazam (Ηνωμένο Βασίλειο), τη Fayteq (Γερμανία), τη Limes Audio (Σουηδία), τη Simplygon (Σουηδία), τη Goo Technologies (Σουηδία), την Strong.codes (Ελβετία) κ.λπ.

Η «Ευρωπαϊκή στρατηγική για τα δεδομένα» θα πρέπει να αντιστρέψει αυτήν την εικόνα, καθώς υποδηλώνει ευκολότερη πρόσβαση στα ευρωπαϊκά δεδομένα για τις ευρωπαϊκές εταιρείες και περιπλέκει τους όρους πρόσβασης σε αυτές από ξένες εταιρείες. Με άλλα λόγια, δημιουργεί σαφή ψηφιακά εμπόδια, σκοπός των οποίων είναι η συγκέντρωση ευρωπαϊκών δεδομένων στην Ευρώπη. Η ηγεσία της ΕΕ δεν κρύβει τη στάση της απέναντι στην εγκριθείσα στρατηγική: «Μεγάλα δεδομένα, δεδομένα και πάλι δεδομένα», δήλωσε η Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν. «Και όλοι γνωρίζουμε ότι όσο περισσότερα δεδομένα έχουμε, τόσο πιο ευφυείς είναι οι αλγόριθμοί μας. Αυτή είναι μια πολύ απλή εξίσωση. Και επομένως, είναι τόσο σημαντικό να έχουμε πρόσβαση σε δεδομένα που βρίσκονται εκεί έξω».

Ωστόσο, η «Στρατηγική» δεν είναι το μόνο βήμα της ΕΕ να δημιουργήσει εμπόδια στους αμερικανικούς και κινεζικούς ψηφιακούς κολοσσούς.

Η καθαυτό διαχειριστική προσέγγιση των Ευρωπαίων στην ψηφιακή οικονομία και ο μετασχηματισμός έχει αλλάξει σημαντικά με τη νέα σύνθεση της Επιτροπής. Η Αντιπρόεδρος Μαργκρέιτε Βέστεϊγιερ είναι τώρα υπεύθυνη του ψηφιακού μετασχηματισμού. Στο παρελθόν, όταν ήταν επιφορτισμένη με την επίβλεψη του ανταγωνισμού από τη μεριά της ΕΕ, δημιούργησε πονοκέφαλο στους αμερικανικούς τεχνολογικούς γίγαντες της Apple και του Facebook με τις έρευνες που διεξήγαγε και τα πρόστιμα που επέβαλε. Η Μαργκρέιτε Βέστεϊγιερ είναι θιασώτης της σκληρής αντιμονοπωλιακής νομοθεσίας. Εάν η στρατηγική της ΕΕ για τα δεδομένα δημιουργεί συνθήκες όπως η «Ευρώπη για τους Ευρωπαίους», τότε ο προτεινόμενος νόμος για τις ψηφιακές αγορές, που παρουσιάστηκε το φθινόπωρο του 2020 από την Βέστεϊγιερ και τον Επίτροπο Εσωτερικής Αγοράς, Τιερί Μπρετόν, υποτίθεται ότι αλλάζει τη φύση των ξένων κολοσσών στην ευρωπαϊκή αγορά.

Ειδικότερα, ο νόμος προβλέπει ρύθμιση, σύμφωνα με την οποία εταιρείες όπως η Apple, η Amazon και η Google υποχρεούνται να μεταφέρουν τους δείκτες απόδοσης των πλατφόρμων δημοσίευσής τους –την πηγή στους κύριους αλγόριθμούς τους– στους ευρωπαίους διαφημιστές. Δηλαδή, θα πρέπει να στερηθούν το πιο σημαντικό μονοπώλιο όχι μόνο στα δεδομένα, αλλά και στην πηγή της πρωταρχικής τους επεξεργασίας, η οποία, στην πραγματικότητα, διασφαλίζει την κυριαρχία των αμερικανικών εταιρειών όχι μόνο στην Ευρώπη αλλά και στην παγκόσμια αγορά. Η μη συμμόρφωση σε αυτή την προϋπόθεση μπορεί να επιφέρει πρόστιμα έως και 10% του συνολικού ετήσιου κύκλου εργασιών των εταιρειών. Πρόκειται για αστρονομικές αναλογίες που δεν έχει αντιμετωπίσει ποτέ καμία πολυεθνική εταιρεία.

Ο «Νόμος για τις ψηφιακές αγορές», ο οποίος αποτελεί ουσιαστική πρακτική προσθήκη στη «Στρατηγική για τα δεδομένα», δημιουργεί ένα ακόμη σημαντικό εμπόδιο στους πολυεθνικούς κολοσσούς καθώς περιορίζει τη δεσπόζουσα θέση τους στην Ευρώπη.

Είναι δύσκολο να πούμε πόσο αποτελεσματική θα είναι η νέα προσέγγιση επιβολής φραγμών της Ευρωπαϊκής Επιτροπής στον τομέα του ψηφιακού μετασχηματισμού. Σε τελική ανάλυση, η καθαυτό ψηφιακή σφαίρα αλλάζει συνεχώς και μπορεί να αρχίσει να αναπτύσσεται σε νέα τμήματα που δεν ρυθμίζονται από τους ήδη εγκεκριμένους νόμους. Ωστόσο, μπορούμε να ισχυριστούμε με απόλυτη βεβαιότητα ότι η παλιά ψηφιακή ατζέντα της ΕΕ ήταν καταδικασμένη να αποτύχει, αδιάψευστος μάρτυρας της οποίας ήταν η αυξανόμενη εξάρτηση της ευρωπαϊκής αγοράς στις αμερικανικές πλατφόρμες.

Η ψηφιακή ατζέντα της ΕΕ δεν μπορεί παρά να αλλάξει. Τα ίδια τα κράτη-μέλη πρέπει να αποφασίσουν πώς θα συμβεί αυτό. Ωστόσο, είναι προφανές ότι το παράδειγμα της ΕΕ καταδεικνύει πως η δημιουργία ενός ενιαίου ανταγωνιστικού ψηφιακού χώρου χωρίς «φραγμούς» για τις πολυεθνικές εταιρείες είναι από μόνη της προβληματική. Είναι αλήθεια ότι οι φραγμοί θα πρέπει επίσης να νοούνται ως σαφή και καλά σχεδιασμένα ρυθμιστικά μέτρα και όχι ως απαγορεύσεις και τεχνητά εμπόδια, τα οποία θα δίνουν μια πρόσκαιρη λύση στο πρόβλημα.


*O Έρολ Ούσερ (Erol User) είναι πρόεδρος και CEO της USER HOLDİNG. Επιχειρηματίας και φιλάνθρωπος, πρόκειται έναν από τους καινοτόμους παίκτες της επιχειρηματικής τουρκικής σκηνής. Η USER HOLDİNG είναι επενδυτική τραπεζική εταιρεία που προσφέρει συμβουλευτικές υπηρεσίες τόσο σε τουρκικές όσο και διεθνείς εταιρείες.