Το περσινό μοντέλο υποβολής των δηλώσεων φορολογίας εισοδήματος, αλλά και της καταβολής του πρόσθετου φόρου εισοδήματος που θα προκύψει από την εκκαθάρισή τους σε οκτώ ισόποσες μηνιαίες δόσεις, κερδίζει έδαφος στις συσκέψεις των επιτελών του υπουργείου Οικονομικών ύστερα από τα αλλεπάλληλα lockdown της αγοράς και τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν επιχειρήσεις, ελεύθεροι επαγγελματίες και νοικοκυριά.
Ούτως ή άλλως, το TAXISnet -λόγω των μέτρων που έχουν ληφθεί, αλλά και αυτών που έρχονται για τη στήριξη της αγοράς όπως οι αποζημιώσεις ειδικού σκοπού, οι δηλώσεις Covid, οι επιστρεπτέες προκαταβολές και το πρόγραμμα παγίων δαπανών- είναι ήδη υπερφορτωμένο και μέχρι τον Απρίλιο, οπότε και αναμένεται να ανοίξει, ενδέχεται να μην μπορεί να δεχθεί άμεσα μεγάλο όγκο δηλώσεων, καθώς πάντα προηγούνται τα προγράμματα στήριξης των υπόχρεων.
Προκειμένου, λοιπόν, να αποφευχθούν νέα προβλήματα, που θα δημιουργήσουν πρόσθετη «γκρίνια» στους φορολογούμενους, αλλά και για να μην επαναληφθεί το περσινό φαινόμενο των αλλεπάλληλων παρατάσεων, με αποτέλεσμα η υποβολή των φορολογικών δηλώσεων να ολοκληρωθεί στις 31 Αυγούστου 2020, το οικονομικό επιτελείο, σύμφωνα με το ρεπορτάζ του Γιώργου Κούρου για τη Ναυτεμπορική, εξετάζει σοβαρά το ενδεχόμενο να ανοίξει, καλώς εχόντων, το TAXISnet τον Απρίλιο και να κλείσει στο τέλος Ιουλίου, οπότε και θα πρέπει να καταβληθεί η πρώτη από τις οκτώ δόσεις του πρόσθετου φόρου εισοδήματος, όπως ακριβώς είχε θεσπιστεί και πέρυσι – τότε όμως, λόγω και της τελευταίας παράτασης έως τα τέλη Αυγούστου, οι δύο δόσεις του πρόσθετου φόρου καταβλήθηκαν μαζί. Θα πρέπει να αναφερθεί, εξάλλου, ότι το σύστημα αναμένεται να ανοίξει εν μέσω πανδημίας και ενδεχομένως κλειστών λογιστικών γραφείων, γεγονός που σημαίνει ότι απαιτείται ήδη πρόβλεψη από την ηγεσία του υπουργείου Οικονομικών ώστε να δοθεί χρόνος στους περίπου 6,5 εκατομμύρια φορολογούμενους να υποβάλουν χωρίς προβλήματα και κυρίως χωρίς πίεση τις δηλώσεις τους. Οι μοναδικές δηλώσεις, άλλωστε, που μπορούν να υποβληθούν με σχετική ευκολία είναι αυτές των συνταξιούχων, καθώς όλα τα δεδομένα είναι προσυμπληρωμένα στο έντυπο Ε1 της φορολογικής τους δήλωσης.
Τεκμήρια, προκαταβολή φόρου και e-αποδείξεις
Σε κάθε περίπτωση, μέχρι την έναρξη της διαδικασίας υποβολής των φετινών δηλώσεων η ηγεσία του υπουργείου Οικονομικών θα πρέπει να έχει λάβει τρεις κρίσιμες αποφάσεις: α) την αναστολή των τεκμηρίων διαβίωσης προκειμένου να υπολογιστεί ο φόρος, β) τη μείωση της προκαταβολής φόρου έως και 100% ανάλογα με την πτώση του τζίρου, και γ) την απόφαση για τις ηλεκτρονικές αποδείξεις.
Ειδικότερα, για τα εν λόγω θέματα στο υπουργείο Οικονομικών εξετάζονται τα εξής:
■ Ηλεκτρονικές αποδείξεις: Εξετάζεται μείωση του ορίου του 30% επί του εισοδήματος των φορολογούμενων στα επίπεδα του 20% ή και πιο κάτω, αλλά και ακύρωση του πέναλτι φόρου 22% για τους φορολογούμενους που δεν κατάφεραν το 2020 να καλύψουν το 30% του εισοδήματος τους με δαπάνες που πραγματοποιήθηκαν με ηλεκτρονικό χρήμα.
■ Τεκμήρια: Λόγω της πτώσης των εισοδημάτων, χιλιάδες φορολογούμενοι κινδυνεύουν να πληρώσουν επιπλέον φόρο, καθώς δεν θα μπορέσουν να καλύψουν τις αντικειμενικές δαπάνες με βάση τα τεκμήρια διαβίωσης. Έτσι, αναζητείται φόρμουλα για τον υπολογισμό των τεκμηρίων διαβίωσης στις φετινές φορολογικές δηλώσεις για όσους πλήττονται από την πανδημία, ώστε να λαμβάνονται υπόψη και οι κρατικές ενισχύσεις, όπως, για παράδειγμα, τα μη επιστρεπτέα ποσά της επιστρεπτέας προκαταβολής που έλαβαν οι επαγγελματίες και οι ατομικές επιχειρήσεις το 2020.
■ Προκαταβολή φόρου: Για τις επιχειρήσεις και τους επαγγελματίες που άντεξαν το 2020 στο «τσουνάμι» της πανδημίας και παρά το γεγονός ότι κατέγραψαν μείωση τζίρου θα εμφανίσουν κέρδη στις φετινές φορολογικές δηλώσεις εξετάζεται επανάληψη της μείωσης της προκαταβολής φόρου όπως και πέρυσι. Έτσι, εάν δεν υπάρξουν νέες ανατροπές:
α) Για πτώση τζίρου 5%-15%, το ποσοστό μείωσης θα ανέλθει στο 30%.
β) Για πτώση τζίρου 15,01%-25%, το ποσοστό μείωσης θα ανέλθει στο 50%.
γ) Για πτώση τζίρου 25,01 %-35%, το ποσοστό μείωσης θα ανέλθει στο 70%.
δ) Για πτώση τζίρου μεγαλύτερη του 35%, το ποσοστό μείωσης θα ανέλθει στο 100%, δηλαδή η προκαταβολή θα μηδενιστεί.
Ελαφρύνσεις έως 80% και επιστροφές φόρου
Είναι δεδομένο, πάντως, ότι φέτος η μείωση στα εισοδήματα των πολιτών, η οποία επήλθε από τις κλειστές επιχειρήσεις και τις αναστολές συμβάσεων εργαζομένων, θα φέρει σε χιλιάδες εργαζομένους του ιδιωτικού τομέα επιστροφές φόρων, αλλά και πτώση έως 80% στις φορολογικές επιβαρύνσεις σε πάνω από 1.900.000 μικρομεσαίους και ελεύθερους επαγγελματίες, ενώ φορολογούμενοι θα γλιτώσουν από την πληρωμή φόρων μεγάλου ύψους για τα εισοδήματα του 2020, λόγω των αλλαγών που υιοθετούνται στην κλίμακα φορολογίας εισοδήματος.
Ειδικότερα, οι αλλαγές στην κλίμακα φορολογίας εισοδήματος για τις φορολογικές δηλώσεις 2021 είναι οι εξής:
■ Καθιέρωση εισαγωγικού φορολογικού συντελεστή μειωμένου από 22% στο 9% για τα πρώτα 10.000 ευρώ του ετήσιου εισοδήματος.
■ Μείωση του φορολογικού συντελεστή που αντιστοιχεί στο τμήμα του εισοδήματος από τα 20.000.01 έως τα 30.000 ευρώ, από το 29% στο 28%.
■ Μείωση του φορολογικού συντελεστή που αντιστοιχεί στο τμήμα του εισοδήματος από τα 30.000.01 έως τα 40.000 ευρώ, από το 37% στο 36%.
■ Μείωση του φορολογικού συντελεστή που αντιστοιχεί στο τμήμα του εισοδήματος πάνω από τα 40.000 ευρώ, από το 45% στο 44%.
Αξίζει να σημειωθεί ότι οι αλλαγές στη φορολογία εισοδήματος που έφερε το 2021 μειώνουν τις επιβαρύνσεις για όλους ανεξαιρέτως τους φορολογούμενους. Οι μεγάλοι κερδισμένοι είναι οι αυτοαπασχολούμενοι, οι οποίοι θα δουν τις ετήσιες επιβαρύνσεις από τον φόρο εισοδήματος να μειώνονται έως και περίπου 60% και την ειδική εισφορά αλληλεγγύης να μηδενίζεται, ενώ ευνοημένοι θα είναι και οι υψηλόμισθοι υπάλληλοι του ιδιωτικού τομέα.
Για τους φορολογούμενους που αποκτούν εισοδήματα από μισθούς και συντάξεις, οι παραπάνω αλλαγές στη φορολογική κλίμακα έχουν ήδη γίνει αισθητές μέσω μικρών ή μεγάλων μειώσεων στις μηνιαίες κρατήσεις φόρου εισοδήματος. Από την άλλη πλευρά, για τους κατά κύριο επάγγελμα αγρότες, για τους οποίους ισχύει ο ίδιος τρόπος φορολόγησης με αυτόν που εφαρμόζεται στους μισθωτούς και τους συνταξιούχους, οι επιπτώσεις της εφαρμογής της νέας φορολογικής κλίμακας θα γίνουν αισθητές κατά την εκκαθάριση των φορολογικών τους δηλώσεων.
Οι αλλαγές με τη νέα φορολογική κλίμακα
Επισημαίνεται ότι οι ανωτέρω αλλαγές στη φορολογική κλίμακα οδηγούν:
■ για τους μη έχοντες τέκνα σε μειώσεις φόρων από 37 έως και 11.100 ευρώ για όσους δηλώνουν εισοδήματα από 50.000 έως και 100.000 ευρώ,
■ για τους έχοντες ένα εξαρτώμενο τέκνο σε μειώσεις από 20 έως 11.100 ευρώ για όσους δηλώνουν ετήσια εισοδήματα πάνω από 100.000 ευρώ,
■ για τους έχοντες δύο εξαρτώμενα τέκνα σε μειώσεις από 2 έως και 11.100 ευρώ ετησίως για όσους δηλώνουν ετήσια εισοδήματα πάνω από 100.000 ευρώ,
■ για τους έχοντες τρία εξαρτώμενα τέκνα σε μειώσεις από 100 έως και 11.100 ευρώ ετησίως για όσους δηλώνουν ετήσια εισοδήματα πάνω από 100.000 και μέχρι 1.000.000 ευρώ.
Ανείσπρακτα εισοδήματα και τέλος επιτηδεύματος
Οι φορολογούμενοι θα πρέπει να δώσουν φέτος ιδιαίτερη προσοχή κατά τη συμπλήρωση των φορολογικών τους δηλώσεων στα εξής:
■ Ανείσπρακτες αποδοχές: Οι μισθωτοί που δεν εισέπραξαν δεδουλευμένες αποδοχές του έτους 2020 λόγω οικονομικής αδυναμίας του εργοδότη τους, ακόμα και αν δεν έχει γίνει επίσχεση εργασίας ή πτώχευση, και στους οποίους χορηγείται βεβαίωση αποδοχών στην οποία οι ανωτέρω ανείσπρακτες δεδουλευμένες αποδοχές αναγράφονται σε διακεκριμένη σειρά, θα υποβάλουν δήλωση φόρου εισοδήματος χωρίς να δηλώσουν τις ανείσπρακτες αυτές δεδουλευμένες αποδοχές.
■ Ανείσπρακτα ενοίκια: Οι ιδιοκτήτες ακινήτων, για να απαλλαγούν από την πληρωμή φόρου εισοδήματος για ενοίκια που δεν εισέπραξαν το 2020, θα πρέπει να έχουν ασκήσει αγωγή κατά του ενοικιαστή που δεν καταβάλλει εγκαίρως τα οφειλόμενα ενοίκια, θα πρέπει να επισκεφθουν την εφορία τους για να καταθέσουν φωτοαντίγραφο διαταγών πληρωμής, δικαστικών αποφάσεων ή αγωγών έξωσης.
■ Οι νέοι φορολογούμενοι με εισοδήματα από επιχειρηματικό δραστηριότητα θα έχουν έκπτωση κατά 50% στην προκαταβολή φόρου, ενώ οι νέοι επαγγελματίες που έκαναν έναρξη για πρώτη φορά από την 1η Ιανουαρίου 2018 και μετά απαλλάσσονται από το τέλος επιτηδεύματος. Αυτό σημαίνει ότι γλιτώνουν ετησίως 650 ευρώ.