Παρά τις δυσκολίες, προβλήματα (και αντιρρήσεις ορισμένων και στις δύο πλευρές) φαίνεται ότι αποκαθίσταται σιγά σιγά μια «ορισμένη κανονικότητα επαφών και διαλόγου» ανάμεσα στην Ελλάδα και την Τουρκία. Εκτός από την επανάληψη των διερευνητικών επαφών, επανελήφθησαν και οι πολιτικές διαβουλεύσεις (συνομιλίες μεταξύ γενικού γραμματέα υπουργείου Εξωτερικών και του υφυπουργού Εξωτερικών της Τουρκίας στην Αθήνα) για να ακολουθήσει στις 14 Απριλίου η συνάντηση του υπουργού Εξωτερικών Ν. Δένδια με τον τούρκο ομόλογό του Μεβλούτ Τσαβούσογλου στην Αγκυρα.

του Π.Κ. Ιωακειμίδη

Ολες αυτές οι επαφές μπορεί να μη φέρνουν άμεσα, συγκεκριμένα αποτελέσματα (δεν αναμένονται άλλωστε) αλλά συμβάλλουν καθοριστικά στη δημιουργία καλού κλίματος ανάμεσα και στις δύο πλευρές, ενός κλίματος που εάν βελτιωθεί ουσιαστικά μπορεί να οδηγήσει και σε συνάντηση, την κατάλληλη στιγμή, του Πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη με τον πρόεδρο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν. Ολα αυτά δεν σημαίνουν ότι θα σταματήσουν ακαριαία οι «παραβατικές συμπεριφορές» ή η τοξική ρητορική από πλευράς Τουρκίας. Αλλά ας «διαβάζουμε» όλα αυτά μέσα στο κατάλληλο πλαίσιο και με την ενδεδειγμένη ερμηνεία.

Ωστόσο το ενδιαφέρον μέσα στην εβδομάδα μετατοπίζεται στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο (τηλεδιάσκεψη κορυφής κρατών-μελών Ευρωπαϊκής Ενωσης) της Πέμπτης 25ης Μαρτίου. Η Ενωση έχει την κακή συνήθεια να ορίζει Ευρωπαϊκά Συμβούλια την ημέρα της εθνικής γιορτής της Ελλάδας και να δημιουργεί προβλήματα στην ελληνική πλευρά. Το είχε κάνει π.χ. τον Μάρτιο 1999 με το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο στο Βερολίνο. Την ημέρα εκείνη ακριβώς άρχισαν οι βομβαρδισμοί του ΝΑΤΟ ενάντια στη Σερβία, στην αυλή μας δηλαδή, και η ελληνική αντιπροσωπεία έτρεχε να προλάβει. Βομβαρδισμοί-ευτυχώς – δεν πρόκειται να υπάρξουν αυτή τη φορά, αν και το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο έχει το εκρηκτικό θέμα των σχέσεων ΕΕ – Τουρκίας στην ατζέντα του. Θα το συζητήσει με βάση σχετική έκθεση που έχει προετοιμάσει ο ύπατος εκπρόσωπος για την εξωτερική πολιτική (ΚΕΠΠΑ) Ζ. Μπορέλ. Μολονότι θα είναι δύσκολο να λάβει πολύ συγκεκριμένες αποφάσεις τώρα, το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο αυτό μπορεί να αποτελέσει έναν σταθμό για τις σχέσεις ΕΕ – Τουρκίας με την έννοια ότι μπορεί να θέσει σε εκκίνηση τη διαδικασία για την προώθηση της «θετικής ατζέντας» με την Τουρκία. Οι προϋποθέσεις συγκλίνουν προς αυτή την κατεύθυνση. Σε κάθε περίπτωση το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο θα θελήσει να στείλει ένα θετικό μήνυμα με έναν προσεκτικό χειρισμό προκειμένου να συμβάλει στην ομαλή πορεία των διερευνητικών επαφών αλλά και ενόψει της άτυπης πενταμερούς συνάντησης για το Κυπριακό στα τέλη Απριλίου. (Επομένως εάν κάποιοι προσδοκούν ακόμη… περιοριστικά μέτρα/ κυρώσεις ας τα ξεχάσουν). Η ελληνική πλευρά θα μπορούσε να είχε επιλέξει να μετατρέψει αυτό ειδικά το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο σε ένα οιονεί άλλο, νέο «Ελσίνκι». Δεν το έκανε. Και ίσως χάνεται μια καλή ευκαιρία.

Την 28η Οκτωβρίου του 1990 είχα βρεθεί ως πρεσβευτής – σύμβουλος του ΥΠΕΞ με τον αείμνηστο Κωνσταντίνο Μητσοτάκη στη Ρώμη σε ένα άλλο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο (θέμα: προετοιμασία Συνθήκης Μάαστριχτ). Οπότε ρώτησα τον τότε πρωθυπουργό «πώς αισθάνεται που την ημέρα του Οχι προς τους Ιταλούς βρίσκεται στην πρωτεύουσα της Ιταλίας». Και μου απάντησε με τα σοφά λόγια «Αυτό αγαπητέ μου σημαίνει ότι ενώ διατηρούμε τη μνήμη μας, κλείσαμε τα ιστορικά κεφάλαια των αντιπαραθέσεων. Και πρέπει να κλείνουμε τέτοια κεφάλαια». Πρέπει… Ή, για να αντιγράψω τον Β. Obama, «θα πρέπει να μάθουμε να ζούμε μαζί. Να συνεργαζόμαστε ο ένας με τον άλλο και να αναγνωρίζουμε την αξιοπρέπεια των άλλων. Αλλιώς θα χαθούμε» (Β. Obama, A Promised lumd, σελ. XVI).

«Αυτός ο κόσμος, ο ίδιος κόσμος είναι»…


Ο ομότιμος καθηγητής κ. Π. Κ. Ιωακειμίδης είναι πρώην πρεσβευτής-σύμβουλος του ΥΠΕΞ και μέλος της συμβουλευτικής επιτροπής του ΕΛΙΑΜΕΠ. Από τις εκδόσεις Θεμέλιο κυκλοφορεί το νέο του βιβλίο «Επιτεύγματα και Στρατηγικά Λάθη της Εξωτερικής Πολιτικής της Μεταπολίτευσης». To άρθρο δημοσιεύθηκε στa Νέα