Επί χρόνια, η εκπαιδευτική πορεία του ανθρώπου ήταν απλή: μάθημα στο σχολείο υπό την επίβλεψη δασκάλων, απόκτηση πτυχίου ή επαγγελματική κατάρτιση και μετά με αυτές τις δεξιότητες εντασσόταν στο εργατικό δυναμικό μέχρι τη συνταξιοδότηση. Η επανεκπαίδευση ήταν –και είναι ακόμη– εξαίρεση και όχι κανόνας. Τώρα, ωστόσο, οι τεχνολογικές εξελίξεις και η πολλοστή βιομηχανική επανάσταση εγκυμονούν τον κίνδυνο να προκύψει ένα ευρωπαϊκό εργατικό δυναμικό που δεν θα διαθέτει σχετικές δεξιότητες, κάτι που θα μπορούσε να κοστίσει ακριβά στην Ευρωπαϊκή Ενωση.

Γράφει η Μαρίνα Πλέσσα

Στο πλαίσιο του διεθνούς ανταγωνισμού, η ΕΕ σκοπεύει να κάνει ένα γενναίο άλμα προς τα μπροστά, θέτοντας υψηλούς στόχους σε ό,τι αφορά την ψηφιακή εκπαίδευση και την επιμόρφωση των Ευρωπαίων εργαζομένων. Η ραγδαία ανάπτυξη της τεχνητής νοημοσύνης (AI) απειλεί αμέτρητους κλάδους και θέσεις εργασίας, γεγονός που καθιστά την ψηφιακή επιμόρφωση των εργαζομένων ζήτημα ύψιστης σημασίας. Ο στόχος της ΕΕ είναι να παρέχει στους εργαζομένους τη δυνατότητα να εξελίξουν –αλλά και να αποκτήσουν καινούργιες– ψηφιακές δεξιότητες ώστε να παραμείνουν ανταγωνιστικοί στην αγορά εργασίας. Ωστόσο, παρότι η στοχοπροσήλωση προς τις ψηφιακές δεξιότητες είναι αδιαμφισβήτητη, ο τρόπος με τον οποίο μπορεί όντως να πραγματοποιηθεί η διαδικασία συνεχούς επιμόρφωσης παραμένει ασαφής, καθώς στη διαδικασία εμπλέκονται τόσο διεθνείς όσο και κρατικοί φορείς, κάτι που καθιστά τον συντονισμό τους αρκετά δύσκολο.

Στην ουσία, η ΕΕ αποφασίζει να συντονίσει τις προσπάθειές της απέναντι σε ένα εν εξελίξει παγκόσμιο φαινόμενο. Η ανάπτυξη της τεχνητής νοημοσύνης αναμένεται να μεγεθύνει την παγκόσμια οικονομία κατά σχεδόν 16 τρισεκατομμύρια δολάρια, κάτι που όμως θα αλλάξει ολοκληρωτικά τους τρόπους με τους οποίους ορισμένοι τομείς λειτουργούν και παράγουν – και με εξαιρετικά απρόβλεπτο τρόπο, καθώς το φαινόμενο είναι απόλυτα δυναμικό. Η ψηφιακή επιμόρφωση κρίνεται απαραίτητη όχι μόνο επειδή αρκετοί εργαζόμενοι θα κινδυνεύσουν να χάσουν τις θέσεις εργασίας τους, αλλά και επειδή η σημασία του ανθρώπινου παράγοντα θεωρείται αναντικατάστατη. Ωστόσο, οι αλλαγές που αναμένονται στην παγκόσμια αγορά εργασίας θα είναι τόσο σημαντικές, που η σεμιναριακού τύπου επιμόρφωση –η οποία αποτελεί κανονικότητα σε εταιρικό πλαίσιο– δεν αρκεί πλέον.

Εδώ να υπενθυμίσουμε πως η κυβέρνηση έχει θέσει ύψιστη προτεραιότητα την ψηφιακή κατάρτιση των εργαζομένων, χρηματοδοτώντας σειρά σχετικών προγραμμάτων, ενώ ο ψηφιακός μετασχηματισμός της χώρας αποτελεί θεμελιώδη στόχο και εξελίσσεται κατά κοινή ομολογία με άλματα.

Η πρόσφατη εμφάνιση παραγωγικών εργαλείων τεχνητής νοημοσύνης όπως το ChatGPT, τα οποία μπορούν να δημιουργήσουν νέο περιεχόμενο με εκπληκτική ταχύτητα ασκεί περαιτέρω πίεση για την επανεκπαίδευση των εργαζομένων. Ο Σαμ Αλτμαν, διευθύνων σύμβουλος του OpenAI, κατασκευαστή του ChatGPT, κατέθεσε στο Κογκρέσο των Ηνωμένων Πολιτειών ότι το chatbot «θα αυτοματοποιήσει πλήρως ορισμένες θέσεις εργασίας», ενώ παράλληλα θα δημιουργούσε νέες θέσεις εργασίας «που πιστεύουμε ότι θα είναι πολύ καλύτερες».

Προσαρμόσου ή πεθαίνεις

Για να αντιμετωπίσει αυτήν την πρόκληση, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ξεκίνησε το λεγόμενο Ευρωπαϊκό Ετος Δεξιοτήτων στις αρχές Μαΐου. Οι νέες δεξιότητες είναι εξίσου σημαντικές αργότερα στη ζωή –όταν οι άνθρωποι θα χρειαστεί να εργαστούν– όσο είναι ακόμη στις σχολικές αίθουσες, είπε ο επίτροπος για τις Θέσεις Εργασίας Νίκολας Σμιτ σε συνέντευξή του στο Politico και συνέχισε «πρέπει να πούμε ‘‘Λοιπόν, οι δεξιότητες είναι πλέον μέρος της κανονικής επαγγελματικής ζωής’’. Πρέπει να προσαρμόσουμε μόνιμα τις ικανότητές μας, τις δεξιότητές μας.

Η ΕΕ θέλει να έχει 20 εκατομμύρια επαγγελματίες ΤΠΕ έως το 2030. αυτήν τη στιγμή υπάρχουν μόνο 9 εκατομμύρια. Η Επιτροπή κατέληξε προ μηνών σε ένα σχέδιο για να γεφυρώσει το χάσμα στις ψηφιακές δεξιότητες, επικεντρώνοντας στην επανεκπαίδευση των εργαζομένων κατά τις ώρες εργασίας. Πέρυσι, ένα από τα προγράμματα καινοτομίας της ΕΕ έθεσε επίσης στόχο την εκπαίδευση ενός εκατομμυρίου ατόμων στους πιο προηγμένους τομείς τεχνολογίας και έρευνας.

Η πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν δήλωσε ότι η μελλοντική ευρωπαϊκή ανταγωνιστικότητα εξαρτάται από «ένα εργατικό δυναμικό με τις κατάλληλες δεξιότητες», οι οποίες είναι μόνο το πρώτο και ίσως το πιο δύσκολο βήμα όσον αφορά την ανανέωση των δεξιοτήτων ανθρώπων πολύ καιρό αφότου έχουν εγκαταλείψει τη βασική εκπαίδευση.