Από την Υποδιεύθυνση Καταπολέμησης Διακίνησης και Εμπορίας Ανθρώπων και Αγαθών της Διεύθυνσης Αντιμετώπισης Οργανωμένου Εγκλήματος εξαρθρώθηκε εγκληματική οργάνωση τα μέλη της οποίας δραστηριοποιούνταν στην εμπορία αλλοδαπών ανδρών, κυρίως υπηκόων Νεπάλ, με στόχο την οικονομική και εργασιακή τους εκμετάλλευση σε αγροτικές περιοχές της ελληνικής επικράτειας.
Η επιχείρηση πραγματοποιήθηκε το πρωί της Τρίτης, 7 Οκτωβρίου 2025, σε Αττική, Θεσσαλονίκη, Αργολίδα, Βοιωτία, Μεσσηνία, Ηλεία και Λάρισα, με τη συμμετοχή αστυνομικών από το Τμήμα Επιχειρησιακών Ομάδων της Υποδιεύθυνσης Πληροφοριών και Ειδικών Δράσεων, το Τμήμα Καταπολέμησης Παράνομης Διακίνησης Ανθρώπων και Αγαθών της Βορείου Ελλάδος, τις Υποδιευθύνσεις Δίωξης και Εξιχνίασης Εγκλημάτων Πύργου και Λάρισας, τα Τμήματα Δίωξης και Εξιχνίασης Εγκλημάτων Ναυπλίου και Θήβας, το Τμήμα Δίωξης Ναρκωτικών Καλαμάτας, καθώς και ειδικές ομάδες και συνεργεία Γραφείων Εγκληματολογικών Ερευνών των τοπικών Γενικών Περιφερειακών Αστυνομικών Διευθύνσεων.

Στο πλαίσιο της επιχείρησης συνελήφθησαν δέκα μέλη της οργάνωσης, υπήκοοι Πακιστάν, ανάμεσα στα οποία και ένα από τα αρχηγικά μέλη. Στη δικογραφία περιλαμβάνονται ακόμη δέκα άτομα, εκ των οποίων επτά μέλη της οργάνωσης, μεταξύ των οποίων και ένας έγκλειστος σε Προαναχωρησιακό Κέντρο Κράτησης. Οι κατηγορίες που αντιμετωπίζουν περιλαμβάνουν εγκληματική οργάνωση, εμπορία ανθρώπων – εργασιακή εκμετάλλευση, παραβάσεις του Κώδικα Μετανάστευσης και της νομοθεσίας για τα ναρκωτικά.
Από την έρευνα διαπιστώθηκαν 25 περιπτώσεις εμπορίας αλλοδαπών ανδρών, κυρίως υπηκόων Νεπάλ, οι οποίοι ζούσαν σε ανθυγιεινές και εξευτελιστικές συνθήκες. Στα θύματα παρασχέθηκε αρωγή και προστασία σε συνεργασία με τη Γενική Γραμματεία Ευάλωτων Πολιτών και Θεσμικής Προστασίας του Υπουργείου Μετανάστευσης και Ασύλου και τη ΜΚΟ Α-21.




Κατά τη διάρκεια της επιχείρησης προσήχθησαν 194 άτομα, εκ των οποίων 100 συνελήφθησαν διότι στερούνταν νομιμοποιητικών εγγράφων παραμονής στη χώρα.
Η έρευνα έδειξε ότι τα μέλη της οργάνωσης δραστηριοποιούνταν τουλάχιστον από τον Νοέμβριο του 2024, με επιχειρησιακή δομή και συνεχή δράση, που περιλάμβανε στρατολόγηση αλλοδαπών, κυρίως Νεπάλ, διευκόλυνση παράνομης εισόδου στην Ελλάδα και μεταφορά τους σε αγροτικές περιοχές για εκμετάλλευση της εργασίας τους.
Κύριο ρόλο στη στρατολόγηση είχε 29χρονη υπήκοος Νεπάλ, η οποία, υπό καθοδήγηση 39χρονου συνεργού, εμφανιζόταν ως «διαμεσολαβήτρια» εύρεσης εργασίας, στοχεύοντας ομοεθνείς της που ήδη εργάζονταν νόμιμα σε χώρες των Βαλκανίων. Η στρατολόγηση γινόταν μέσω αναρτήσεων σε μέσα κοινωνικής δικτύωσης, όπου υπόσχονταν καλύτερες αμοιβές στην Ελλάδα, με προφίλ που αριθμούσε δεκάδες χιλιάδες ακολούθους και περισσότερα από 150 βίντεο με εκατομμύρια προβολές.
Τα θύματα εισέρχονταν στην Ελλάδα είτε αεροπορικώς είτε μέσω χερσαίων συνόρων με τη Βόρεια Μακεδονία και μεταφέρονταν σε διάφορες περιοχές της επαρχίας. Προηγουμένως, κρατούνταν σε διαμερίσματα ή άλλους χώρους υπό συνεχή επιτήρηση και με αφαίρεση ταξιδιωτικών εγγράφων ως μέσο πίεσης. Ορισμένα θύματα εξαναγκάζονταν να καταβάλλουν χρηματικά ποσά ή υπόκεινταν σε σωματική βία και απειλές, ενώ σε άλλες περιπτώσεις απάγονταν για λύτρα.
Οι αλλοδαποί απασχολούνταν κυρίως σε αγροτικές εργασίες στην Αργολίδα, Ηλεία, Αρκαδία, Λακωνία, Μεσσηνία, Λάρισα και Βοιωτία, σε πρόχειρα καταλύματα ή αποθήκες υπό την εποπτεία επιστατών που διαχειρίζονταν εργασία και διαμονή. Οι συνθήκες ήταν εξαντλητικές, χωρίς ωράρια ή ανάπαυση, με περιορισμένες ή καθόλου πληρωμές, ενώ όσοι αντιδρούσαν υπέστησαν απειλές ή σωματική βία.
Κατά τις έρευνες κατασχέθηκαν 18 διαβατήρια Νεπάλ και άλλα ταξιδιωτικά έγγραφα, έγγραφα αποστολής χρημάτων, ιδιόχειρες σημειώσεις με ποσά, ονόματα και ημερομηνίες, έγγραφα κρατήσεων πτήσεων, 18 κινητά τηλέφωνα, 3 ηλεκτρονικοί υπολογιστές, ποσότητα κατεργασμένης κάνναβης, 14.375 ευρώ και 4 οχήματα.
Την ημέρα της επιχείρησης, το Τμήμα Καταπολέμησης Διακίνησης και Εμπορίας Ανθρώπων ενισχύθηκε με ειδικό εμπειρογνώμονα της EUROPOL, ο οποίος συνέδραμε στην ανάλυση στοιχείων σε πραγματικό χρόνο με τη χρήση της κινητής μονάδας ανάλυσης δεδομένων («Mobile Office»).
Οι συλληφθέντες οδηγήθηκαν στην αρμόδια εισαγγελική Αρχή με τη δικογραφία που σχηματίστηκε σε βάρος τους.