Ο υπουργός Δικαιοσύνης, Κώστας Τσιάρας, ήταν καλεσμένος στο Action24 και την εκπομπή Briefing με τον Γιώργο Πιέρρο, όπου μίλησε για την συνταγματικότητα των μέτρων περιορισμού, αλλά και για τα όσα έλαβαν χώρα κατά την ημέρα εορτασμού της επετείου του Πολυτεχνείου.
Σχολίασε την δήλωσε του προέδρου του ΣΥΡΙΖΑ ότι «ο κ. Μητσοτάκης χρεώνεται την ευθύνη για όλα όσα επιβαρύνουν και για όσα συμβούν στην πλάτη της ελληνικής κοινωνίας, και με κίνδυνο την απώλεια της ανθρώπινης ζωής«, απαντώντας ο κ. Τσιάρας ότι «Είναι κρίμα για τον αρχηγό της αξιωματικής αντιπολίτευσης που μέσα από τέτοιου είδους δηλώσεις επιστρέφει στο γνωστό του, κατά κάποιο τρόπο, παρελθόν. Και το λέω αυτό, όχι γιατί η κοινή γνώμη στην Ελλάδα δέχεται ότι η διαχείριση της πανδημίας από την σημερινή κυβέρνηση ήταν η καλύτερη δυνατή, αλλά κυρίως γιατί επιστρέφει σε εκείνη την γνωστή ρητορική που έσκιζε τα μνημόνια, έδινε 751 ευρώ για τον κατώτατο μισθό και βεβαίως ικανοποιούσε κάθε επιθυμία οποιουδήποτε ανθρώπου. Ο κ. Τσίπρας, φαίνεται ότι δεν διδάχθηκε από το πρόσφατο παρελθόν της δικής του πρωθυπουργικής θητείας
και νομίζω πως όλα αυτά είναι πλέον στην κρίση των Ελλήνων πολιτών».
Αναφερόμενος στην κατάσταση με την πανδημίας, ο υπουργός Δικαιοσύνης, όντας και ο ίδιος γιατρός, τόνισε «ασκείται πίεση στο ΕΣΥ, την οποία πρέπει να αντιμετωπίσουμε, κρατώντας όλα τα μέτρα και αναλαμβάνοντας την ευθύνη όλων αυτών που πρέπει να γίνουν και να τηρηθούν με θρησκευτική ευλάβεια».
Και πρόσθεσε «η ευθύνη του κ. Τσίπρα πρέπει να εντοπιστεί στην, αν θέλετε, κυρίως δική του άποψη να γίνουν οι πορείες για το Πολυτεχνείο, να μην λαμβάνονταν τα μέτρα ασφαλείας, σε σχέση με το τι πρέπει να γίνεται κυρίως αυτή την περίοδο της πανδημίας, επιστρέφοντας σε έναν λαϊκισμό χωρίς επιστροφή και μη βλέποντας ότι έπρεπε να πράξουμε το αυτονόητο».
Ακόμη, ο υπουργός Δικαιοσύνης διευκρίνισε, αναφερόμενος στις πορείες της 17ης Νοεμβρίου, ότι «ο νόμος ισχύει για όλους. Προσωπικά έχω πει πολλές φορές, ότι παρά το ότι μπορεί να υπάρχουν συγκεκριμένοι νόμοι, συγκεκριμένες νομοθετικές ρυθμίσεις – είτε ποινικές είτε δυνητικά πρόστιμα – αυτό που έχει μεγάλη σημασία, και έχει γίνει αντικείμενο χλευασμού από κάποιους ανθρώπους του πολιτικού συστήματος, είναι η ανάδειξη της λεγόμενης πολιτικής και ατομικής ευθύνης. Πολιτική ευθύνη για τους πολιτικούς, ατομική ευθύνη για τους πολίτες. Όταν οι πολιτικοί φροντίζουν να εκπέμψουν ένα λάθος πολιτικό μήνυμα, αντιλαμβάνεστε ότι αυτό που τελικά προσλαμβάνουν οι Έλληνες πολίτες και η ελληνική κοινωνία, είναι προς την λάθος κατεύθυνση. Και όταν ζητάμε από τους Έλληνες πολίτες μέσα από την ατομική τους ευθύνη, να φροντίσουν και να τηρήσουν τα μέτρα, αλλά κυρίως να περιορίσουν την όποια πιθανότητα διάδοσης της πανδημίας, αντιλαμβάνεστε ότι αυτό πρέπει να το βλέπουμε από το σύνολο του πολιτικού συστήματος. Και όταν κάποιοι δυστυχώς φροντίζουν, όχι απλά να το διαψεύδουν, αλλά να κινούνται στην απολύτως αντίθετη κατεύθυνση, νομίζοντας ότι με αυτό τον τρόπο είτε θα κερδίσουν κάποια λεπτά δημοσιότητας είτε θα εγείρουν ένα κομμάτι της ελληνικής κοινής γνώμης, αντιλαμβάνεστε ότι αυτό λειτουργεί περισσότερο μέσα από μια ανεύθυνη συμπεριφορά και όχι μέσα από μια υπεύθυνη στάση, η οποία είναι επιβεβλημένη αυτή την περίοδο».
Τόνισε ότι «η κυβέρνηση έκανε ότι ήταν δυνατόν προκειμένου να τηρηθούν, και κατά την ημέρα της επετείου του Πολυτεχνείου, τα μέτρα και να περιοριστούν αυτές οι ενέργειες, οι οποίες όχι μόνο κινούνταν εκτός νομιμότητας, αλλά δημιουργούσαν ή εγκυμονούσαν τεράστιους κινδύνους διάδοσης της πανδημίας. Επαναλαμβάνω, αν όλα αυτά που συμβαίνουν, δεν είναι ορατά από όλους, κάποιοι προφανώς δεν ζουν σε αυτή την πραγματικότητα».
Στη συνέχεια, ρωτήθηκε για το ζήτημα της «αντισυνταγματικότητας» του lockdown, με τον κ. Τσιάρα να απαντά «νομίζω ότι οι απαντήσεις έχουν δοθεί. Έχουν δοθεί, όχι μόνο από έγκριτους συνταγματολόγους, αλλά και από το ΣτΕ μόλις προχθές. Άρα η οποιαδήποτε συζήτηση περιττεύει και είναι κρίμα, πραγματικά, κάποιοι να προδικάζουν ακόμη και χωρίς την πραγματική διαδικασία, η οποία πρέπει να ακολουθηθεί. Η συνταγματικότητα ή όχι κάποιων μέτρων κρίνεται από το δικαστήριο, δεν κρίνεται από τα πρόσωπα. Λυπάμαι πραγματικά που κάποιοι με μια σπουδή περισσότερο συνδικαλιστικής προσέγγισης ή κομματικής προσέγγισης και λογικής, επιχείρησαν να αναδείξουν τα συγκεκριμένα μέτρα ως αντισυνταγματικά. Όλοι πρέπει να καταλάβουμε ότι το υπέρτατο αγαθό είναι η δημόσια υγεία. Και αν δεν δεχθούμε ότι η ανθρώπινη ζωή είναι ότι πιο ιερό υπάρχει σε μια κοινωνική πραγματικότητα, προφανώς θα έχουμε άλλου είδους αναφορές, άλλου είδους εξηγήσεις».
Τέλος, ο υπουργός Δικαιοσύνης αναφέρθηκε και στο ζήτημα της συνεπιμέλειας των παιδιών και τι ισχύει εν μέσω lockdown, τονίζοντας ότι «θέλω να διαβεβαιώσω όλους αυτούς, οι οποίοι πραγματικά αγωνιούν ότι στο Υπουργείο Δικαιοσύνης, θα κάνουμε ότι είναι δυνατόν προκειμένου να έρθει ένας νόμος, ο οποίος θα δόσει λύση σε όλα αυτά τα προβλήματα, τα οποία, ειδικά τα τελευταία χρόνια, έχουν διογκωθεί, έχουν γίνει πραγματικά πολύ μεγάλα. Είναι η πρώτη φορά, μετά από περίπου 40 χρόνια από την τελευταία μεγάλη αναμόρφωση του οικογενειακού δικαίου, που επαναπροσδιορίζεται συνολικά η φιλοσοφία του νομοθέτη. Στην περίπτωση διάστασης μεταξύ των δύο γονέων, πάμε από την μονοδιάστατη άσκηση της γονικής επιμέλειας στην από κοινού άσκηση και από τους δύο γονείς» και συμπλήρωσε «καθιερώνεται η αρχή της μη διάκρισης – για οποιοδήποτε λόγο- μεταξύ των γονέων, καθώς επίσης και η έννοια της γονεϊκής αποξένωσης. Επιχειρούμε να ενσωματώσουμε στην επόμενη νομοθέτηση το ελάχιστο μαχητό τεκμήριο επικοινωνίας από το 1/3 έως το 1/2 του συνολικού καναλωμένου χρόνου, προκειμένου να αξιοποιούνται, κατά στάδια, όλα τα μεθοδολογικά εργαλεία».