Όταν την Παρασκευή το βράδυ και αφού είχε απορριφθεί η πρόταση δυσπιστίας κατά της κυβέρνησης ο Κυριάκος Μητσοτάκης έλεγε στους δημοσιογράφους ότι κλείνει ένας κύκλος και ο ίδιος και τα μέλη του Υπουργικού Συμβουλίου συνεχίζουν τη δουλειά τους, ήταν σαν να μπήκε σφραγίδα στις πληροφορίες που τις τελευταίες εβδομάδες λένε ότι έρχεται ανασχηματισμός.
Πλέον τοποθετείται και χρονικά, αμέσως μετά την ορκωμοσία του Κώστα Τασούλα και την ανάληψη των καθηκόντων του στο Προεδρικό Μέγαρο την ερχόμενη Πέμπτη. Μάλιστα εκτιμάται ως πιο πιθανή ημέρα για να ανακοινωθούν οι αλλαγές στο κυβερνητικό σχήμα η Παρασκευή, ενώ η αίσθηση που κυριαρχεί είναι πως ο ανασχηματισμός θα είναι σαρωτικός και θα σηματοδοτήσει το restart που θέλει να κάνει η κυβέρνηση με ορίζοντα τις εθνικές εκλογές το 2027.
Δύσκολη συγκυρία
Στο Μέγαρο Μαξίμου αναγνωρίζουν ότι η συγκυρία είναι δύσκολη στον έκτο χρόνο διακυβέρνησης. Μπορεί μεν η ΝΔ να εξακολουθεί να προηγείται με μεγάλη διαφορά από το ΠΑΣΟΚ σε όλες τις δημοσκοπήσεις, πλην όμως η κυβέρνηση δείχνει να πιέζεται περισσότερο από ποτέ.
Με τον ανασχηματισμό, ο στόχος είναι το κυβερνητικό έργο να αλλάξει ταχύτητα προκειμένου στα δύο χρόνια που μεσολαβούν μέχρι τις κάλπες να ολοκληρωθεί και με το παραπάνω το πρόγραμμα της ΝΔ και τότε να τεθεί προς έγκριση το σχέδιό της για μία τρίτη τετραετία την ίδια στιγμή που από την αντιπολίτευση, προς το παρόν τουλάχιστον, δεν φαίνεται να κατατίθεται κάποια σοβαρή εναλλακτική πρόταση διακυβέρνησης, όπως διαπιστώθηκε και στη συζήτηση στη Βουλή για την πρόταση δυσπιστίας.
Το γεγονός ότι ο Κυριάκος Μητσοτάκης, στην κυριακάτικη καθιερωμένη ανάρτησή του με την εβδομαδιαία ανασκόπηση του κυβερνητικού έργου και αναφερόμενος στην εσωτερική επικαιρότητα, πρόταξε την υπόθεση των Τεμπών καταδεικνύει τη σπουδή του Μεγάρου Μαξίμου να αλλάξει τη στρεβλή εικόνα που έχει σχηματίσει σημαντικό μέρος της κοινωνίας από τη διασπορά ψευδών ειδήσεων και την εργαλειοποίηση του θέματος από τα κόμματα της αντιπολίτευσης.
«Πέρα από την πολιτική αντιπαράθεση, το ζητούμενο είναι πώς προχωράμε μπροστά, ώστε να κάνουμε πράξη όσα ζήτησε η πλειοψηφία των πολιτών που συμμετείχε στα μεγάλα συλλαλητήρια. Αλήθεια, δικαιοσύνη, σύγχρονα τρένα, να τρέξουμε πιο γρήγορα για να αλλάξουμε το κράτος και όσα κρατούν την Ελλάδα πίσω. Αυτή η πλειοψηφία θα μας κρίνει το 2027 και πάλι για όσα έχουμε κάνει. Τα Τέμπη δεν πρόκειται, δεν γίνεται να τα ξεχάσουμε. Πρώτοι εμείς θέλουμε να ξεκινήσει η δίκη για την ανείπωτη αυτή τραγωδία. Παράλληλα θα συνεχίσουμε το κυβερνητικό έργο, όπως είναι το χρέος μας», διεμήνυσε ο πρωθυπουργός.
Οι «κλειδωμένες» αλλαγές
Φαίνεται δε πως έχουν «κλειδώσει» κάποιες από τις αλλαγές που θέλει να κάνει ο κ. Μητσοτάκης στο σχήμα της κυβέρνησης. Για παράδειγμα, θεωρείται βέβαιη πια η μετακίνηση του Κωστή Χατζηδάκη από το υπουργείο Οικονομικών σε θέση αντιπροέδρου της κυβέρνησης στο Μέγαρο Μαξίμου.
«Κλεισμένη» θεωρείται και η μετακίνηση του Κώστα Κυρανάκη από τη θέση του υφυπουργού Ψηφιακής Διακυβέρνησης σε αυτή του νέου υπουργού Μεταφορών, ενώ χαρτοφυλάκια αναμένεται να αλλάξουν ο Κυριάκος Πιερρακάκης, η Νίκη Κεραμέως, ο Άδωνις Γεωργιάδης και ο Θεόδωρος Σκυλακάκης.
Επίσης οι πληροφορίες λένε πως αυτή τη φορά θα δούμε και πολλά νέα πρόσωπα, βουλευτές που δεν έχουν μπει ξανά σε κυβέρνηση, να αξιοποιούνται σε θέσεις υφυπουργών.
Βασικό κριτήριο είναι η ικανότητα και η ταχύτητα, καθώς η κυβέρνηση δεν έχει χρόνο για χάσιμο και ξέρει ότι στους επόμενους 24 μήνες θα πρέπει να κεφαλαιοποιήσει τα πολλά καλά που έχει πετύχει σε μία σειρά από τομείς που έχουν σχέση με την καθημερινότητα των πολιτών. Ειδικά στην οικονομία, έρχονται νέες αυξήσεις στους μισθούς των δημοσίων υπαλλήλων και στον κατώτατο μισθό καθώς και μειώσεις φόρων με τα στοιχεία να καταγράφουν για 18ο συνεχές τρίμηνο ανάπτυξη.
Δεν υπάρχουν εκπτώσεις
Ταυτόχρονα, έγινε σαφές ότι σε ζητήματα συμπεριφοράς αυτά που έχει πει κατ’ επανάληψη ο πρωθυπουργός ότι δεν υπάρχουν εκπτώσεις ισχύουν στο ακέραιο. Η περίπτωση του Δημήτρη Κυριαζίδη και η άμεση διαγραφή του, μετά την απρεπή φράση που είπε στη Ζωή Κωνσταντοπούλου, είναι ενδεικτική.
Από το κυβερνητικό στρατόπεδο επισημαίνουν ότι κόμματα της αντιπολίτευσης, όπως ο ΣΥΡΙΖΑ, σε αντίστοιχες περιπτώσεις «σφυρίζουν» αδιάφορα. Για παράδειγμα, απαράδεκτες και αδιανόητες δηλώσεις του Παύλου Πολάκη ή του ευρωβουλευτή Νίκου Παππά έχουν περάσει χωρίς να ανοίξει μύτη…