Στο επίκεντρο των ερευνών των αρχών βρίσκεται η μυστηριώδης υπόθεση των τριών θανάτων μελών της οικογένειας Σιδηροπούλου στο Ελληνικό — της μητέρας, του γιου και της κόρης — που σημειώθηκαν μέσα σε μόλις 13 ημέρες, προκαλώντας σοκ στην κοινή γνώμη.
Παράλληλα, στενός συγγενής της οικογένειας υπέβαλε μηνυτήρια αναφορά κατά παντός υπευθύνου, ζητώντας την πλήρη διερεύνηση των συνθηκών θανάτου, τις οποίες θεωρεί ύποπτες.
Οι εξελίξεις στην υπόθεση είναι ραγδαίες, ενώ καθημερινά έρχονται στο φως νέες μαρτυρίες από γείτονες και φίλους της οικογένειας.
Ιδιαίτερη εντύπωση προκαλούν οι περιγραφές για την 78χρονη Βέρα Σιδηροπούλου, που σύμφωνα με τους περίοικους ήταν δραστήρια και την έβλεπαν συχνά να περπατά και να κάνει ψώνια στη γειτονιά. «Την έβλεπα καθημερινά έξω. Δεν έδειχνε να έχει κάποιο σοβαρό πρόβλημα», ανέφερε χαρακτηριστικά ένας γείτονας στο MEGA.
Στο μικροσκόπιο των αρχών παραμένει η 55χρονη οικιακή βοηθός που φρόντιζε την οικογένεια, ενώ ερωτήματα εγείρονται και για τον θάνατο του 75χρονου Μιχάλη Σιδηρόπουλου, αδελφού της Βέρας, ο οποίος – σύμφωνα με μαρτυρία στενής φίλης του – εισήχθη στο νοσοκομείο σε πολύ κακή κατάσταση, γεγονός που έχει ενισχύσει τις υποψίες.
Οι αρχές συνεχίζουν να συλλέγουν στοιχεία και καταθέσεις, προσπαθώντας να ρίξουν φως σε μία υπόθεση που έχει προκαλέσει ανησυχία και απορίες σε ολόκληρη τη χώρα.
Τι ισχυρίζεται η οικιακή βοηθός
Η οικιακή βοηθός κατέθετε για περισσότερες από τέσσερις ώρες στο Ανθρωποκτονιών.
Μίλησε για το πώς βρήκε την εργασία στο σπίτι της οικογένειας αλλά και το περιστατικό που αφορά την υπογραφή του Μιχάλη Σιδηρόπούλου που κάποιοι προσπάθησαν να αποσπάσουν.
«Εγώ πήγα για δουλειά μέσω γραφείου τέλη Φεβρουαρίου. Δούλευα part time για 20€ την ώρα. Παράλληλα σήμερα δουλεύω και σε ένα ξενοδοχείο και είμαι νόμιμη σε όλα. Γνώρισα τους ανθρώπους πολύ λίγο. Τον κύριο Μιχάλη δεν τον πρόλαβα πολύ, γιατί όταν έπιασα δουλειά ήδη είχε μπει στο νοσοκομείο. Μια φορά είχα καλέσει την αστυνομία και κλειδαρά, γιατί χτυπούσα τα κουδούνια και δεν μου άνοιγαν και ανησύχησα ότι κάτι έχουν πάθει. Πρώτα πέθανε η κυρία Κατερίνα και μετά θυμάμαι ότι ήμασταν στο νοσοκομείο με την κόρη της και όταν το έμαθε ότι πέθανε η μαμά της, δεν άντεξε και πέθανε και εκείνη.
«Είχα ζητήσει να παραδώσω τα κλειδιά του σπιτιού. Δεν τα έπαιρναν. Από το νοσοκομείο με πίεζαν να πάρω τις σορούς, αλλά εγώ δεν είχα χρήματα για να κάνω τις κηδείες. Τους ξέρω έναν μήνα. Πού να ξέρω αν είχαν χρήματα και τι περιουσία είχαν. Δεν γνωρίζω για το περιστατικό στο νοσοκομείο που προσπάθησαν να πάρουν την υπογραφή του κυρίου Μιχάλη. Ξέρω μόνο ότι τότε υπήρχε μια άλλη γυναίκα εκεί κοντά στον κύριο Μιχάλη και έτσι έμαθα ότι εκείνη ήθελε την υπογραφή.
Για τον άντρα που λένε ότι ήταν μαζί μου, είναι φίλος μου και δεν έχει σχέση με την υπόθεση. Με βοηθάει στις μετακινήσεις».
Τι λέει για το παράξενο συμβάν στο νοσοκομείο ο πρόεδρος της ΠΟΕΔΗΝ
Για το συμβάν στο νοσοκομείο με τον συμβολαιογράφο, ο Μιχάλης Γιαννάκος, πρόεδρος ΠΟΕΔΗΝ, είπε από την πλευρά του: «Η Βέρα πήγε με ασθενοφόρο στο “Ασκληπιείο” της Βούλας. Συνοδευόταν από μία αλλοδαπή γυναίκα η οποία ήταν απαρηγόρητη, έκλαιγε, έλεγε στους γιατρούς “πείτε μου ότι δεν έχει πεθάνει”. Φαινόταν ότι έδειχνε πολύ μεγάλο ενδιαφέρον για την υγεία της Βέρας. Ήταν μία αλλοδαπή γυναίκα».
«Από εκεί και πέρα, η γυναίκα ήταν σε πολύ άσχημη κατάσταση, σχεδόν σε σοκ, είχε καρδιογενή καταπληξία. Αμέσως οι γιατροί έκριναν ότι πρέπει να πάει στη μονάδα την καρδιολογική. Μετά από 4 – 5 ώρες εμφανίζεται μία γυναίκα η οποία λέει ότι είναι φίλη του αδερφού και ζητάει να δει την ασθενή και λέει ότι σε λίγο θα φέρει και μία δικαστική πληρεξουσιότητα.
Ο διοικητής του νοσοκομείου, που είναι και δικηγόρος, αμέσως έδωσε εντολή να φύγει από το νοσοκομείο διότι δεν υπήρχε συγγένεια πρώτου βαθμού. Μετά από μία εβδομάδα, παίρνει τον διοικητή τηλέφωνο κάποια και του λέει είμαι συγγενής και ενδιαφερόταν να μάθει τα αίτια του θανάτου. Ο διοικητής της έκλεισε το τηλέφωνο. Έδωσε εντολή στο εργαστήριο να κρατήσουν τα δείγματα με το αίμα γιατί πίστευε ότι μπορεί να εμπλακεί το Ανθρωποκτονιών ή ο εισαγγελέας προκειμένου να γίνουν οι τοξικολογικές εξετάσεις», πρόσθεσε.
Σχετικά με τον Μιχάλη Σιδηρόπουλο, ο πρόεδρος της ΠΟΕΔΗΝ τόνισε: «Στον Ερυθρό νοσηλεύεται ο αδερφός, σε ένα δίκλινο ή τρίκλινο δωμάτιο. Τον επισκέπτονται κάποιοι συνοδοί, κλείνουν το παραβάν και αρχίζουν να λογομαχούν. Εκεί, οι συνοδοί των άλλων ασθενών ειδοποίησαν την Αστυνομία. Ήρθε η Αστυνομία και μαζί με το νοσοκομείο, τους πέταξαν έξω. Αυτό που φαίνεται ότι ζητούσαν είναι κάποια υπογραφή την οποία ο ίδιος αρνούνταν».
Ποιος ήταν ο Μιχάλης Σιδηρόπουλος
Ιδιαίτερα ευφυής, χαρισματικός και πολυπράγμων. Ο Μιχάλης Σιδηρόπουλος γεννήθηκε και μεγάλωσε στη Θεσσαλονίκη.
Το 1967 μετανάστευσε σε ηλικία 18 ετών στον Καναδά εκεί όπου σπούδασε ηλεκτρολόγος μηχανικός στο Πανεπιστήμιο Μανιτόμπα (Καναδά) και μετά διοίκηση επιχειρήσεων και χρηματοοικονομικά στο Πανεπιστήμιο της Βρετανικής Κολομβίας (Καναδά).
Μετά τις σπουδές, εργάστηκε εκεί σε μεγάλες εταιρείες και κρατικούς οργανισμούς. Για πολλά χρόνια ζούσε στην Βρετανική Κολομβία, την δυτικότερη επαρχία του Καναδά εκεί όπου στον ελεύθερο χρόνο του έγραφε βιβλία και έπαιζε κιθάρα.
«Ήταν υπεύθυνος στις ηλεκτρικές εταιρείες του Καναδά και της Αμερικής για καταστάσεις εκτάκτου ανάγκης, είχε πάρα πολύ υψηλή θέση. Ήταν ένας άνθρωπος ο οποίος ήταν και κλασικός κιθαρίστας, επίσης έγραφε και βιβλία. Το τελευταίο του βιβλίο αφορούσε τη φιλοσοφία, το προηγούμενό του βιβλίο αφορούσε ‘πώς η Ελλάδα θα βγει από την κρίση’, είπε φίλος του».
Ποια ήταν η Βέρα Σιδηροπούλου
Δεν παντρεύτηκε και δεν έκανε παιδιά όπως και η μεγαλύτερη αδελφή του Βέρα, η οποία έζησε όλη την ζωή της δίπλα στην μητέρα τους, Κατερίνα, στην οποία είχε μεγάλη αδυναμία.
«Όσες φορές είχαμε μιλήσει, ανέφερε την μαμά της. Την αγαπούσε πολύ, την φρόντιζε και αγόραζε πράγματα για το σπίτι. Σε βιοτεχνία δούλευε. Μου έλεγε ότι ήταν γαζώτρια και ότι την ενοχλούσαν τα χέρια της», δήλωσε υπάλληλος της επιχείρησης.
Η 78χρονη πριν συνταξιοδοτηθεί εργαζόταν ως γαζώτρια σε βιοτεχνία. Σύχναζε με την μητέρα της στο βιβλιοπωλείο και την εκκλησία και ήταν πάντα ευγενική αλλά λιγομίλητη.
«Πολύ ευγενική πάντα. Δεν έδειχνε ότι ήταν ένας άνθρωπος με οικονομική επιφάνεια. Είχε ας πούμε 100 ευρώ και έλεγε μην ξεπεράσουμε τα 100 ευρώ γιατί δεν έχω άλλα πάνω μου. Πλήρωνε πάντα με μετρητά, ποτέ με κάρτες και τέτοια», πρόσθεσε η υπάλληλος.