Ο διοικητής της κεντρικής τράπεζας της Φινλανδίας, ο Όλι Ρεν, τάχθηκε σε δηλώσεις του που δημοσίευσαν σήμερα ΜΜΕ της Γερμανίας υπέρ της αύξησης από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) των επιτοκίων αναφοράς της τον Ιούλιο, καθώς η ευρωζώνη έχει βρεθεί αντιμέτωπη με θεαματική αύξηση του πληθωρισμού.

«Πρέπει να αποφύγουμε το να σκληρύνουν οι πληθωριστικές προσδοκίες», τόνισε το μέλος του διοικητικού συμβουλίου της ΕΚΤ κατά τη διάρκεια συνέντευξης που παραχώρησε στη Die Welt, αναφερόμενος ειδικά στη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία.

«Είναι επομένως σημαντικό να στείλουμε μήνυμα προς αυτή την κατεύθυνση. Συμφωνώ να αυξηθούν τα επιτόκια αναφοράς το τρίτο τρίμηνο, πιθανόν τον Ιούλιο», πρόσθεσε.

Ο πληθωρισμός έφθασε σε ιστορικό επίπεδο, στο 7,4% τον Μάρτιο σε ετήσια βάση, πολύ πιο ψηλά από τον στόχο της ΕΚΤ, που είναι να κυμαίνεται γύρω στο 2% μεσοπρόθεσμα.

Η εξέλιξη αναμένεται να ωθήσει τον κεντρικό πιστωτικό θεσμό της Ευρώπης να προχωρήσει σε αύξηση των κατευθυντήριων επιτοκίων του, όπως έπραξαν ή ανήγγειλαν ήδη άλλες κεντρικές τράπεζες, κατά ειδικούς.

Αναμένεται να αποφασίσει ανάλογα με την εξέλιξη του πολέμου στην Ουκρανία.

Η αύξηση των επιτοκίων αναφοράς, που θα ήταν η πρώτη από το 2011, θα αποτελούσε μείζον βήμα στη διαδικασία εξομάλυνσης της νομισματικής πολιτικής χαλάρωσης που υιοθετήθηκε λόγω των κρίσεων, ειδικά αυτή της πανδημίας του νέου κορονοϊού από το 2020.

«Η αύξηση των επιτοκίων είναι κατά τη γνώμη μου εφικτή τον Ιούλιο», δήλωνε η Ίζαμπελ Σνάμπελ, μέλος του εκτελεστικού συμβουλίου της ΕΚΤ, την περασμένη Τρίτη στον γερμανικό οικονομικό Τύπο.

Στην επόμενη συνεδρίαση η απόφαση

Επίσης την περασμένη εβδομάδα έγινε σαφής και η πρόθεση της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας να προχωρήσει στην πρώτη μετά από δέκα και πλέον χρόνια αύξηση του επιτοκίου της, εκτός απροόπτου από τον Ιούλιο. Σύμφωνα με τον Αυστριακό κεντρικό τραπεζίτη, Ρόμπερτ Χόλτσμαν, η αύξηση του επιτοκίου κατά ένα τέταρτο της ποσοστιαίας μονάδας πιθανόν θα αποφασισθεί στην επόμενη συνεδρίαση της ΕΚΤ, στις 9 Ιουνίου.

Η επιτάχυνση του πληθωρισμού στην Ευρωζώνη μετά τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία και η διαμόρφωσή του στο 7,5% τον Απρίλιο έπαιξε καταλυτικό ρόλο στην επίσπευση της απόφασης για την αύξηση των επιτοκίων. Ακόμη και αξιωματούχοι της ΕΚΤ -όπως ο βασικός οικονομολόγος της Φίλιπ Λέιν- που υποστήριζαν μία χαλαρή νομισματική πολιτική και προέβλεπαν την επάνοδο του πληθωρισμό προς τον στόχο του 2%, θεωρούν ότι πλέον είναι επιβεβλημένη μία αύξηση των επιτοκίων.

Ο βασικός λόγος για αυτό, τον οποίο επικαλούνται όλα τα στελέχη της ΕΚΤ  που έκαναν δημόσια δηλώσεις το τελευταίο διάστημα, είναι η αποφυγή της εμπέδωσης πληθωριστικών προσδοκιών και συνεπώς ενός σπιράλ αυξήσεων τιμών και μισθών. Η Ιζαμπέλ Σνάμπελ, που είναι μέλος της Εκτελεστικής Επιτροπής της ΕΚΤ, σημείωσε επίσης ότι με τον πόλεμο στην Ουκρανία και την πράσινη μετάβαση ο πληθωρισμός αποκτά πιο διαρθρωτικά χαρακτηριστικά.

Η ΕΚΤ αναμένεται επίσης να προχωρήσει και σε άλλες αυξήσεις των επιτοκίων μετά το καλοκαίρι, όπως άφησε να εννοηθεί η Σνάμπελ, αλλά συνολικά εκτιμάται ότι θα προχωρήσει σε μικρότερη σύσφιξη της πολιτικής σε σχέση με τη Fed καθώς και ο δομικός πληθωρισμός είναι πολύ χαμηλότερος -3,5% έναντι 6,5% στις ΗΠΑ- και οι αυξήσεις μισθών είναι ακόμη περιορισμένες στην Ευρώπη.