Με ένα μείγμα ιστορικής διαστρέβλωσης, ψυχροπολεμικής νοσταλγίας και πολιτικής ειρωνείας, η εκπρόσωπος του Εξωτερικών της Ρωσίας, Μαρία Ζαχάροβα, επέλεξε να εμπλέξει την Ελλάδα σε μία ακόμη προπαγανδιστική επίθεσή της προς τη Δύση. Αφορμή, οι δηλώσεις της υπουργού Εξωτερικών της Φινλανδίας, Ελίνα Βάλτονεν, που κατηγόρησε τη Μόσχα για κατάφωρη παραβίαση των αρχών της Τελικής Πράξης του Ελσίνκι, των ιστορικών Συμφωνιών που υπεγράφησαν πριν από πενήντα χρόνια, με στόχο να αποτραπεί η σύγκρουση Ανατολής και Δύσης στον πυρετό του Ψυχρού Πολέμου.

Η απάντηση της Ζαχάροβα ήρθε μέσω Telegram, γεμάτη χολή, με τη Ρωσίδα αξιωματούχο να επιδίδεται σε έναν κατάλογο παραδειγμάτων χωρών που, όπως ισχυρίζεται, έχουν οι ίδιες παραβιάσει τις δέκα αρχές του Ελσίνκι.

Μεταξύ αυτών, και η Ελλάδα. Όχι μία, αλλά δύο φορές. Η Ζαχάροβα κατηγόρησε τη χώρα μας για «παρέμβαση της Χούντας των Συνταγματαρχών στη διακοινοτική σύγκρουση στην Κύπρο το 1974» και για «απόπειρα προσάρτησης του νησιού». Επικαλέστηκε δηλαδή ένα πραξικόπημα που καταδικάστηκε από τον ίδιο τον ελληνικό λαό και που συνέβη επί δικτατορίας, επιχειρώντας να το παρουσιάσει ως παράδειγμα κρατικής παραβίασης αρχών διεθνούς δικαίου – τη στιγμή που η Ελλάδα υπέγραψε την Τελική Πράξη του Ελσίνκι το 1975, μετά την πτώση της χούντας.

Πέρα από το γεγονός ότι η Ρωσίδα υφυπουργός επιλέγει να «ξεχνά» πως η χούντα είχε ήδη καταρρεύσει όταν η Ελλάδα υπέγραφε τη συμφωνία, η ίδια αποσιωπά επιδεικτικά την τουρκική εισβολή στην Κύπρο και την κατοχή, που παραμένει ανοιχτή πληγή εδώ και πέντε δεκαετίες. Για τη Μόσχα της Ζαχάροβα, η Τουρκία δεν αποτελεί παραβάτη του διεθνούς δικαίου, αλλά προφανώς... χρήσιμο συνομιλητή.

Η δεύτερη βολή της κατά της Ελλάδας αφορά το Μακεδονικό Ζήτημα. Η Ζαχάροβα υποστηρίζει ότι «έως το 2018 η Ελλάδα μπλόκαρε διεθνείς πρωτοβουλίες που στόχευαν στη συνεργασία με τη Δημοκρατία της Μακεδονίας», επικαλούμενη έτσι το βέτο της Αθήνας σε διεθνείς οργανισμούς και διμερείς σχέσεις, μέχρι να λυθεί το θέμα του ονόματος. Ούτε λέξη, φυσικά, για τη Συμφωνία των Πρεσπών, που έκλεισε ένα εικοσαετές διπλωματικό κεφάλαιο με τρόπο που αναγνωρίστηκε διεθνώς.

Η ελληνική κυβέρνηση αντέδρασε άμεσα. Ο κυβερνητικός εκπρόσωπος, Παύλος Μαρινάκης, χαρακτήρισε τις δηλώσεις της Ζαχάροβα «ανιστόρητες και ανακριβείς», υπογραμμίζοντας ότι «είναι σαφής η απάντηση του υπουργείου Εξωτερικών απέναντι στις ανιστόρητες αναφορές της εκπροσώπου Τύπου του ρωσικού ΥΠΕΞ».

«Θέλω να επισημάνω», πρόσθεσε, «την αφωνία των εγχώριων “Ζαχάροβων”, αν μου επιτρέπεται η φράση, δηλαδή των εντός Ελλάδος υποστηρικτών όλων όσων εκπροσωπεί η κυρία Ζαχάροβα. Πρόκειται για ανιστόρητες, ανακριβείς θέσεις, που είναι αντίθετες με την αλήθεια και τα εθνικά μας συμφέροντα».

Η τοποθέτηση Μαρινάκη αποτύπωσε αυτό που σκέφτεται το μεγαλύτερο μέρος της ελληνικής κοινής γνώμης: ότι τέτοιες δηλώσεις δεν αποτελούν διπλωματική γκάφα, αλλά στοχευμένη προσπάθεια της Μόσχας να προκαλέσει, να θολώσει τα νερά και να κολακεύσει τους θιασώτες του «αντιδυτικού αφηγήματος» εντός και εκτός Ελλάδας.

Αξιοσημείωτο είναι ότι η Ρωσίδα αξιωματούχος δεν έκανε ούτε μία αναφορά στην τουρκική κατοχή στην Κύπρο, ούτε στην προκλητική στάση της Άγκυρας στο Αιγαίο και στην Ανατολική Μεσόγειο. Αντίθετα, η στάση της συντάσσεται πλήρως με την τουρκική γραμμή περί «δύο κοινοτήτων» και «ισότιμων μερών». Μία ακόμη ένδειξη ότι η Μόσχα, στο πλαίσιο της αντιπαράθεσής της με το ΝΑΤΟ, προτιμά να στηρίζει ανοιχτά την Τουρκία και τη Βόρεια Μακεδονία, ακόμη κι αν αυτό σημαίνει ευθεία επίθεση κατά ενός ευρωπαϊκού συμμάχου όπως η Ελλάδα.

Η Ζαχάροβα μπορεί να επιδιώκει να αναβιώσει το πνεύμα του Ψυχρού Πολέμου, όμως η προχειρότητα των επιχειρημάτων της αποκαλύπτει έναν πολιτικό λόγο που τρέφεται από τις εμμονές του Κρεμλίνου και απευθύνεται στους πρόθυμους «πιστούς» του.
Να τη χαίρονται, λοιπόν, όλοι όσοι υποστηρίζουν τα αφηγήματα της Ρωσίας και όσοι χειροκροτούν κάθε φορά που η Μόσχα προσπαθεί να ξαναγράψει την Ιστορία. Γιατί, αν κάτι απέδειξε η νέα επίθεση της Ζαχάροβα, είναι ότι η Ρωσία βλέπει τη χώρα μας ως αντίπαλο, διαγράφοντας κομμάτια της Ιστορίας ώστε να διανθίσει τα επιχειρήματα περί επεκτατισμού.