Το βιβλίο της προέδρου του Εθνικού Κέντρου Δημόσιας Διοίκησης και Αυτοδιοίκησης, Παρασκευής Δραμαλιώτη, «Το επιτελικό κράτος – ρυθμιστική συνοχή και συντονισμός στο κέντρο διακυβέρνησης» (από τις εκδόσεις Παπαζήση) έγινε η αφορμή να κάτσουν στο ίδιο τραπέζι, Γ. Γεραπετρίτης, Μ. Βορίδης, Γ. Κατρούγκαλος και Α. Διαμαντοπούλου. Και να συμφωνήσουν αλλά και να διαφωνήσουν στα ανοιχτά ζητήματα της δημόσιας διοίκησης.
Η παρουσίαση του βιβλίου στο αθηναϊκό κοινό ξεκίνησε από τρία ερωτήματα, που έθεσε και η συντονίστρια της εκδήλωσης, Μαριάννα Πυργιώτη: Πώς εξελίσσεται, στο σύντομο παρελθόν, η δημόσια διοίκηση στην Ελλάδα αλλά και το εξωτερικό; Ποιες οι ελληνικές και όχι μόνον, παθογένειες της δημόσιας διοίκησης; Ποιος ο ρόλος του επιτελικού κράτους και πώς μπορεί να γίνει κατανοητός από το μέσο πολίτη;
Ερωτήματα που απασχόλησαν τον υπουργό Επικρατείας και εμπνευστή του επιτελικού κράτους, Γιώργο Γεραπετρίτη, ο οποίος έδωσε και τον ορισμό αυτού: είναι ένα εγχειρίδιο διακυβέρνησης, απάντησε, και κάνοντας ένα βήμα πιο πέρα, επεσήμανε ότι η διακυβέρνηση είναι πέρα και πάνω από όργανα, είναι κυρίως διαδικασίες. Δυστυχώς, όμως, συμπλήρωσε, στην Ελλάδα δεν έχουμε μάθει να λειτουργούμε βάσει διαδικασιών. Ενώ χαρακτήρισε ως πιο σημαντικό στοιχείο το ότι υπάρχουν πλέον τυποποιημένες διαδικασίες που ξεπερνούν όργανα ή και κυβερνήσεις. Ποτέ στην Ελλάδα της Μεταπολίτευσης, αλλά και στην Ελλάδα γενικώς, δεν υπήρχε ενιαίο σύνολο κανόνων που να διέπει τη λειτουργία του κράτους, σημείωσε με έμφαση επίσης.
Στη συνέχεια της παρέμβασής του ο υπουργός Επικρατείας μίλησε για τον τρόπο λειτουργίας του Υπουργικού Συμβουλίου, πριν και σήμερα: πριν γινόταν σε άτακτα χρονικά διαστήματα, η σύγκλησή του ήταν δε, υπό την αίρεση του εκάστοτε πρωθυπουργού. Με τη σημερινή κυβέρνηση, αντέτεινε, έχουν γίνει σχεδόν 30 Υπουργικά Συμβούλια, 1 – 2 κάθε μήνα), από τα οποία έχουν περάσει όλες οι νομοθετικές πρωτοβουλίες της κυβέρνησης. Απαντώντας εξάλλου στη συνήθη κριτική από τους πολιτικούς αντιπάλους της κυβέρνησης ότι το παρόν σχήμα είναι υπερσυγκεντρωτικό, ο υπουργός Επικρατείας ανέφερε ότι δεν γίνεται τίποτε περισσότερο από αυτό που επιτάσσει το Σύνταγμα. Ο ρόλος του πρωθυπουργού δεν έχει ενισχυθεί, αντιθέτως αυτό συμβαίνει όταν δεν υπάρχουν διαδικασίες.
Με τη φράση, μάλιστα, η κυβέρνηση δεν λειτουργεί εν κενώ, λειτουργεί βάσει σχεδίου, ο Γ. Γεραπετρίτης εισήγαγε το ακροατήριο στην επόμενη διαπίστωσή του, το Ενιαίο Σχέδιο Κυβερνητικής Πολιτικής. Πρόκειται για το ετήσιο σχέδιο για τις δράσεις της κυβέρνησης συνολικά αλλά και ανά Υπουργείο για τη χρονιά που ακολουθεί, τις προσλήψεις που θα γίνουν κ.α. (οι σχετικές αποφάσεις λαμβάνονται στο Υπουργικό Συμβούλιο του μηνός Δεκεμβρίου). Τα κείμενα -δεσμεύσεις αναρτώνται στην κεντρική ιστοσελίδα της κυβέρνησης, στην οποία μπορεί να ανατρέξει ανά πάσα στιγμή ο πολίτης και με τον τρόπο αυτό η κυβέρνηση λογοδοτεί, τόνισε.
Επόμενο σημείο της ομιλίας Γεραπετρίτη ήταν η επιδεικνυόμενη εμπιστοσύνη στους δημοσίους υπαλλήλους. Ταυτόχρονα, μια σειρά από ζητήματα δεν ανήκουν πλέον στις υπουργικές αρμοδιότητες, αλλά στις αρμοδιότητες του υπηρεσιακού και επί θητεία γενικού γραμματέα του αντίστοιχου Υπουργείου.
Εν κατακλείδι, ο υπουργός Επικρατείας έκανε λόγο για στάδιο καλής νομοθέτησης και προσκόμισε στοιχεία, όπως ότι «το τελευταίο εξάμηνο δεν υπάρχει ούτε μία εκπρόθεσμη τροπολογία» – σημείο με το οποίο διαφώνησε ο Γιώργος Κατρούγκαλος στη συνέχεια, ενώ και ο Γιώργος Γεραπετρίτης επέμεινε στην άποψή του -, επίσης «έχουν μειωθεί κατά 80% οι τροπολογίες που δεν σχετίζονται με το κύριο αντικείμενο, έχουν μειωθεί δραστικά οι Πράξεις Νομοθετικού Περιεχομένου, τα επείγοντα, τα κατεπείγοντα, φέτος δεν έχουμε κανένα κατεπείγον νομοσχέδιο».
Από την πλευρά του ο υπουργός Εσωτερικών Μάκης Βορίδης αφού εξήρε τη δουλειά που επιτελούν το Εθνικό Κέντρο Δημόσιας Διοίκησης και Αυτοδιοίκησης και η πρόεδρός του, έδωσε και αυτός έναν όρο για το «επιτελικό κράτος»: είναι, δήλωσε, η ορθολογική επιτομή, η οποία βρίσκεται στον αντίποδα όσων θέλουν να κυβερνούν χωρίς κανένα έλεγχο τεκμηρίωσης. Επικαλούμενος μάλιστα την προηγούμενη θητεία του στο Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης περιέγραψε την εμπειρία να πρέπει να υπογράφει δεκάδες αποφάσεις καθημερινά, όγκος δουλειάς που βρίσκεται πλέον στα χέρια του υπηρεσιακού γ.γ.
Υπερασπιζόμενος το ετήσιο κυβερνητικό σχέδιο, είπε ότι είναι οδηγός για κάθε υπουργό, είναι όμως και ένα εργαλείο στα χέρια των πολιτών, που δύνανται να αξιολογούν το κυβερνητικό έργο κατά τη διάρκεια ή και στο τέλος κάθε χρονιάς. Στον αντίποδα πριν, το αν θα εκπληρώνονταν τα προεκλογικά κυβερνητικά προγράμματα ή όχι, ήταν κάτι που επαφίετο σε κάθε υπουργό χωριστά. Για τον υπουργό Εσωτερικών, το Ενιαίο Σχέδιο Κυβερνητικής Πολιτικής είναι «ιερό Ευαγγέλιο», όπως χαρακτηριστικά είπε, ενώ, σε άλλο σημείο της ομιλίας του αναγνώρισε την έλλειψη επιτελικών στελεχών, π.χ. λείπουν οι νομοτέχνες από τα Υπουργεία.
Ο Μ. Βορίδης έκλεισε όμως με το μεγάλο θέμα που χωρίζει την κυβέρνηση από το βασικό πολιτικό της αντίπαλο, την Αριστερά, η οποία, σύμφωνα με τον υπουργό, δεν πιστεύει ότι υπάρχουν αξιολογικά ουδέτεροι θεσμοί. Πρόκειται για μια «βαθιά ιδεολογική αντιπαράθεση», υπογράμμισε, μια αντιπαράθεση που αντικατοπτρίζει και τις διαφορές των δύο πολιτικών χώρων για τη δημόσια διοίκηση.
Απάντηση στους δύο υπουργούς έδωσε ο βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ – Προοδευτική Συμμαχία και πρώην υπουργός, Γιώργος Κατρούγκαλος: «το βασικό πρόβλημα ώσμωσης ανάμεσα στη δημόσια και την ιδιωτική σφαίρα, γίνεται στην κορυφή, είναι αυτό που ονομάζουμε διαπλοκή». Πρόκειται για «τη σύμφυση πολιτικών και οικονομικών συμφερόντων, εκεί που λαμβάνονται οι βασικές αποφάσεις. Αυτό διαστρέφει και την αγορά αλλά και κατ’ εξοχήν τη δημοκρατία», σημείωσε εισαγωγικώς προσδιορίζοντας έτσι και ποιοι δεν θέλουν μια ουδέτερη δημόσια διοίκηση, όπως υποστήριξε.
Σε επόμενο σημείο της παρέμβασής του ο Γ. Κατρούγκαλος κατηγόρησε τη σημερινή κυβέρνηση ότι κατήργησε το μεταρρυθμιστικό κεκτημένο που είχε χτίσει η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ, φέρνοντας ως παράδειγμα την κατάργηση του μητρώου στελεχών. Η Νέα Δημοκρατία το κατήργησε για να φτιάξει ένα μητρώο με δικά της παιδιά, «τόσο απλά, τόσο παραδοσιακά».
Επιπλέον, αξιολόγησε ως βασικό πρόβλημα το ότι δεν έχει ολοκληρωθεί η διάκριση μεταξύ επιτελικών και εκτελεστικών αρμοδιοτήτων, καθώς και αρμοδιοτήτων Τοπικής Αυτοδιοίκησης και κεντρικής κυβέρνησης. Δεν είναι οργανωτικό το ζήτημα, αλλά λειτουργικό, ανέφερε ο βουλευτής της μείζονος αντιπολίτευσης, χαρακτηρίζοντας «σχετικά ψευδώνυμο» τον τίτλο της επιτελικότητας. Κατά τον ΣΥΡΙΖΑ – Π.Σ. υπάρχει μια διοικητική υπερφόρτωση του κέντρου της διακυβέρνησης. Θέμα που ο Γ. Κατρούγκαλος απέδωσε στην «ανασφάλεια» του πρωθυπουργού ως προς τους συσχετισμούς στην Κοινοβουλευτική Ομάδα του κυβερνώντος κόμματος.
Με μια αναφορά στο βιβλίο της Π. Δραμαλιώτη αλλά και μια αφήγηση με έντονο προσωπικό στοιχείο, ξεκίνησε τη δική της ομιλία η ‘Αννα Διαμαντοπούλου, πρόεδρος του Δικτύου για τη Μεταρρύθμιση στην Ελλάδα και την Ευρώπη και εδώ και λίγες ημέρες, πρόεδρος της Υψηλού Επιπέδου Επιτροπής της Ευρωπαϊκής Ένωσης, για το μέλλον του κοινωνικού κράτους, της κοινωνικής προστασίας και της εργασίας.
Για το βιβλίο και την ιστορική αναδρομή περί τη δημόσια διοίκηση ειδικότερα, η ‘Α. Διαμαντοπούλου πρότεινε να διαβαστεί από όλους τους διατελέσαντες υπουργούς και πρωθυπουργούς. Ενώ στη συνέχεια δημοσιοποίησε ένα άγνωστο περιστατικό, με πρωταγωνιστή το θεμελιωτή του ΑΣΕΠ, Αναστάσιο Πεπονή. Ο οποίος της διατύπωσε, σε μία από τις πολλές συναντήσεις που είχαν, τη μεγαλύτερη, σύμφωνα με τον ίδιο, πικρία του: αν και είχε συστήσει το ΑΣΕΠ, δεν κατάφερε να εκλεγεί βουλευτής στην Α’ Αθηνών στην τελευταία εκλογική αναμέτρηση που συμμετείχε, παρότι το κόμμα του εξέλεξε επτά βουλευτές…
Και, αξιοποιώντας την ευρωπαϊκή θέση που μόλις της ανατέθηκε, η ‘Α. Διαμαντοπούλου παρατήρησε ότι στην επιτροπή για το κοινωνικό κράτος ένα από τα μεγαλύτερα ζητήματα είναι το πώς εντάσσεται σε κάθε χώρα το κοινωνικό κράτος στις διαδικασίες του συνολικού κράτους.
Στο «δια ταύτα», «το επιτελικό κράτος είναι ένα σημαντικό βήμα, αλλά από μόνο του δεν αρκεί. Μετά τον “Καλλικράτη” και τον “Καποδίστρια” – που δεν ολοκληρώθηκαν ως μεταρρυθμίσεις, έχουν πολλά προβλήματα, είναι όμως σημαντικές μεταρρυθμίσεις -, τώρα χρειαζόμαστε μια λειτουργική μεταρρύθμιση. Μια μεταρρύθμιση που να αφορά όλη τη χώρα (…) αυτό είναι το μεγάλο στοίχημα που έχουμε μπροστά μας, γιατί αλλιώς δεν μπορεί η χώρα να λειτουργήσει», προσθέτοντας ότι η ψηφιακή διακυβέρνηση είναι το εργαλείο που θα βοηθήσει στην επίτευξη του στόχου.
Τέλος, η συγγραφέας χαρακτήρισε τη δημόσια διοίκηση «κλειδί» για το επιτελικό κράτος και πρόσθεσε: «καμία κυβέρνηση δεν μπορεί να προχωρήσει στο έργο της χωρίς επιτελική, δημοκρατική διοίκηση, με ειδικές διυπουργικές γνώσεις και δεξιότητες. Η πρόκληση της σύστασης του κλάδου επιτελικών στελεχών είναι πολύ σημαντική», επεσήμανε, μεταξύ άλλων, η Π. Δραμαλιώτη.