Το πιστό αντίγραφο του εντυπωσιακού αγάλματος του «Εφήβου», που δώρισε ο Δήμος Αθηναίων προς τη Στρατιωτική Σχολή Ευελπίδων, αποκαλύφθηκε σήμερα από τον δήμαρχο Αθηναίων, Κώστα Μπακογιάννη, σε μία συγκινητική τελετή που πραγματοποιήθηκε στις εγκαταστάσεις της Σχολής στη Βάρη.
Τη δωρεά αποφάσισε το δημοτικό συμβούλιο της πόλης ύστερα από εισήγηση του δημάρχου, λαμβάνοντας υπόψη την ιστορική και συμβολική σημασία του αγάλματος του «Εφήβου» για τη Στρατιωτική Σχολή Ευελπίδων, καθώς το έργο κοσμούσε τον εξωτερικό χώρο των αρχικών εγκαταστάσεών της, στο Πεδίον του Άρεως, επί 42 χρόνια (1940-1982).
Στην ομιλία του προς τους παρευρισκόμενους αξιωματικούς και ευέλπιδες, ο δήμαρχος Αθηναίων, Κώστας Μπακογιάννης, ευχαρίστησε όλους όσοι συνεργάστηκαν για την «επιστροφή» του Εφήβου στο σπίτι του, στη Σχολή Ευελπίδων, και ανέφερε:
«Είναι ιδιαίτερη μέρα αυτή για τον Δήμο Αθηναίων. Καταθέτουμε ως ελάχιστο δείγμα ευγνωμοσύνης τον Έφηβο, ο οποίος επιστρέφει στο σπίτι του. Είναι ένα χρέος δεκαετιών, μία εκκρεμότητα η οποία λήγει σήμερα όπως αξίζει στον Δήμο Αθηναίων, αλλά και στις Ένοπλες Δυνάμεις. Ο Έφηβος δεν είναι απλώς ένας συναισθηματικός δεσμός, αλλά κάτι παραπάνω: είναι σύμβολο για την ελπίδα, το αύριο και το μέλλον, το οποίο έρχεται με ορμή. Είναι σύμβολο γενναιότητας. Κύριε επιθεωρητά, θα ήθελα να ευχαριστήσω στο πρόσωπό σας όλους για την εξαιρετική συνεργασία που είχαμε, καθώς και τους συνεργάτες μου στον Δήμο Αθηναίων. Είναι πολύ σημαντική η δουλειά που έγινε. Αυτή είναι μια ευκαιρία να έρθουμε ακόμη πιο κοντά, όπως ακριβώς πρέπει στην πρωτεύουσα και τις Ένοπλες Δυνάμεις».
Από την πλευρά του, ο γενικός επιθεωρητής Στρατού – διοικητής Δόγματος και Εκπαίδευσης, Αναστάσιος Σπανός, στην ομιλία του, μεταξύ άλλων, επισήμανε:
«Σήμερα εκπληρώνεται ένα όνειρο πολλών ετών, διακαής πόθος των παλαιότερων ευελπίδων, η οποία δεν ήταν άλλη από την επιστροφή του δικού της Εφήβου, του νοερού συμμαθητή τους, στη θέση που ιστορικά και συναισθηματικά αυτός ανήκει. Στις εγκαταστάσεις της νέας στρατιωτικής Σχολής Ευελπίδων. Ο Έφηβος ή αλλιώς ο Αθλητής, έργο εξαίρετης τεχνικής και αισθητικής του διακεκριμένου γλύπτη Αθανασίου Απάρτη, δεν απεικονίζει απλά τη μορφή ενός ρωμαλέου και γυμνασμένου σώματος, αλλά αποτελεί παράδειγμα προτύπου έκφρασης σωματικής και ψυχικής δύναμης για όλους τους νέους ανθρώπους και όχι μόνο.
Με αυτές τις σκέψεις θα ήθελα να ευχαριστήσω τον δήμαρχο Αθηναίων για τη δωρεά και όλους όσοι συνετέλεσαν στην αισθητική δημιουργία, τη μεταφορά και την αναστήλωση του αγάλματος στον φυσικό του χώρο, ευχόμενος η σημερινή τελετή να αποτελέσει αφορμή για ανάλογες ενέργειες με σκοπό την ανάδειξη για πολλοστή φορά της αγαστής συνεργασίας και του άρρηκτου δεσμού μεταξύ κοινωνίας και Ενόπλων Δυνάμεων».
Στην ομιλία του, ο διοικητής της Στρατιωτικής Σχολής Ευελπίδων, υποστράτηγος Αναστάσιος Πολύχρονος, μεταξύ άλλων, τόνισε:
«Το άγαλμα του Εφήβου αποτελούσε σημείο αναφοράς για τις παλαιότερες γενιές των Ευελπίδων και συνδέθηκε με την ιστορία της Σχολής, με απόδειξη τις τρύπες από τις σφαίρες που τον τραυμάτισαν τον Δεκέμβριο το 1944. Οι προσπάθειες για την επαναφορά του στη Σχολή Ευελπίδων ξεκινούν στις αρχές της δεκαετίας του '90, αλλά δεν ευδοκιμούν. Τελικά με την ευγενική προσφορά του Δήμου Αθηναίων και του δημάρχου Κώστα Μπακογιάννη, κατασκευάζεται το αντίγραφο του Εφήβου από τον εγνωσμένης αξίας καλλιτέχνη Θεόδωρο Παπαδόπουλο που είχε συνεργαστεί και με τον Απάρτη.
Σήμερα βρισκόμαστε στην ευχάριστη θέση να αποκαλύψουμε για δεύτερη φορά τον Έφηβο, προκειμένου να συντροφεύει και τις επόμενες γενιές των Ευελπίδων. Κύριε δήμαρχε, θεωρούμε σίγουρο ότι αυτό το άγαλμα που ταιριάζει απόλυτα με τον περιβάλλοντα χώρο θα αποτελεί σημείο αναφοράς για τη Σχολή. Ευχαριστούμε τον Δήμο Αθηναίων και εσάς προσωπικά για την προσφορά σας αυτήν».
Στην εκδήλωση παρόντες ήταν επίσης ο δήμαρχος Βάρης – Βούλας – Βουλιαγμένης, Γρηγόρης Κωνσταντέλλος, καθώς και ο πρόεδρος του Δημοτικού Συμβουλίου του Δήμου Αθηναίων, Ελευθέριος Σκιαδάς.
Το διαχρονικό αίτημα της Στρατιωτικής Σχολής Ευελπίδων
Από τα τέλη του 1990 κι έπειτα, το Γενικό Επιτελείο Στρατού (ΓΕΣ) και η Στρατιωτική Σχολή Ευελπίδων (ΣΣΕ) ζητούσαν με επιστολές τους προς τον Δήμο Αθηναίων τη μεταφορά του «Έφηβου» στον περιβάλλοντα χώρο της Σχολής, με έμφαση σε ιστορικούς και συναισθηματικούς λόγους, στις αξίες της ιστορικής μνήμης, της τοπικής ιστορίας, αλλά και του δεσμού του έργου με την ιστορία των Ενόπλων Δυνάμεων και των Ευέλπιδων.
Τον Δεκέμβριο του 2019, το δημοτικό συμβούλιο ενέκρινε την κατασκευή ενός πιστού αντιγράφου, με τη σύμφωνη γνώμη των κληρονόμων του γλύπτη, προκειμένου αυτό να τοποθετηθεί στη Σχολή Ευελπίδων στη Βάρη.
Ύστερα από σχετική εισήγηση του δημάρχου Αθηναίων Κώστα Μπακογιάννη, τον περασμένο Μάρτιο, το δημοτικό συμβούλιο αποφάσισε ομόφωνα να δωρίσει το πιστό αντίγραφο στη Σχολή Ευελπίδων, προκειμένου να εκπληρωθεί το διαχρονικό αίτημα των διοικήσεων.
Το ιστορικό της χωροθέτησης του αγάλματος
Μέχρι το 1982 το άγαλμα βρισκόταν τοποθετημένο από τον Δήμο Αθηναίων ανάμεσα στο Πεδίον του Άρεως και τις παλιές εγκαταστάσεις της Στρατιωτικής Σχολής Ευελπίδων (επί της οδού Μουστοξύδη), ακριβώς απέναντι από την κεντρική είσοδο του Διοικητηρίου. Το 1982, όταν η ΣΣΕ μεταφέρθηκε στη Βάρη, το άγαλμα απομακρύνθηκε από τη θέση του και σε αυτό έγιναν εργασίες συντήρησης, με ευθύνη της Εθνικής Πινακοθήκης.
Το 1988, με πρωτοβουλία του τότε δημάρχου Αθηναίων, Μιλτιάδη Έβερτ, τοποθετήθηκε από το Πνευματικό Κέντρο του δήμου στη συμβολή των οδών Αρδηττού και Αθανασίου Διάκου, κοντά στο εργαστήριο που διατηρούσε ο γλύπτης από το 1940 και μετά.
Το 2003, λόγω εργασιών της ΤΡΑΜ ΑΕ, χρειάστηκε να απομακρυνθεί και να αποθηκευτεί προσωρινά, προκειμένου να εκτελεστούν εργασίες συντήρησης, καθώς έφερε σοβαρές φθορές (ακρωτηριασμός ήβης, απόσπαση βραχίονα). Η συντήρηση και αποκατάστασή του έγινε από τον χαλκοχύτη Θ. Παπαδόπουλο, ωστόσο δεν κατέστη δυνατή η άμεση επανατοποθέτησή του.
Το εντυπωσιακό άγαλμα του «Εφήβου» - Ιστορικά στοιχεία
Το μπρούντζινο άγαλμα «Έφηβος», ύψους 2,58 μ. αποτελεί έργο του γλύπτη, καθηγητή της Ανωτάτης Σχολής Καλών Τεχνών, Θανάση Απάρτη. Δημιουργήθηκε το 1940 και θεωρείται το τελευταίο έργο της παρισινής περιόδου του καλλιτέχνη. Η χύτευσή του έγινε στο περίφημο χυτήριο του Alexis Rudier στο Παρίσι -όπου συνήθιζε να χυτεύει τα έργα του και ο πιο διάσημος γλύπτης της Γαλλίας Ογκίστ Ροντέν- και έφερε επιχρύσωση στην επιφάνειά του.
Απεικονίζει έναν νεαρό άνδρα να βηματίζει ελεύθερα προς τα εμπρός. Με μικρό διασκελισμό, ο βηματισμός μοιάζει προσεκτικός και με επίγνωση των δυσκολιών, ενώ η ανοιχτή κίνηση των άκρων και η διακριτική χειρονομία του δεξιού χεριού φανερώνουν θέληση και προσδοκία στο ξεκίνημα της ενήλικης ζωής.
Ο γυμνός κορμός, η μετωπική θέση, η κίνηση των άκρων και οι γραμμικοί σχηματισμοί της κόμης παραπέμπουν στους κούρους της αρχαιότητας.
Το 1939 ο καλλιτέχνης παρουσίασε την αρχική γύψινη μελέτη, ύψους 1,27 μ. στην Πανελλήνια Καλλιτεχνική Έκθεση στο Ζάππειο Μέγαρο. Το υπουργείο Πρωτευούσης παρήγγειλε το έργο σε μπρούντζο και μέγεθος διπλάσιο της γύψινης μελέτης, προκειμένου να τοποθετηθεί σε κοινόχρηστο χώρο του Δήμου Αθηναίων. Το ίδιο έργο έχει εκτεθεί με τις ονομασίες «Το Ξεκίνημα» (Ατομική έκθεση, αίθουσα Ζαχαρίου, Νοέμβριος 1948) και «Αθλητής» (Ομάς «Ζωγράφοι και Γλύπται», Ζάππειο Μέγαρο 14 Απρ. - 4 Μαΐου και ΧΧV Biennale, Βενετία 1950). Το 1950 ο Θανάσης Απάρτης δώρισε τη μικρού μεγέθους γύψινη μελέτη στο πολιτιστικό ίδρυμα, Εστία Νέας Σμύρνης.