Σε σειρά ζητημάτων που έθεσαν οι βουλευτές που συμμετείχαν στη συνεδρίαση της Ειδικής Διαρκούς Επιτροπής Ευρωπαϊκών Υποθέσεων και Διαρκούς Επιτροπής Δημόσιας Διοίκησης, Δημόσιας Τάξης και Δικαιοσύνης της Βουλής, με θέμα την ενημέρωση για τις τρέχουσες εξελίξεις στο Μεταναστευτικό και τη διαπραγμάτευση για το νέο Σύμφωνο Μετανάστευσης και Ασύλου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, απάντησε ο υπουργός Μετανάστευσης και Ασύλου, Δημήτρης Καιρίδης, στη δευτερολογία του.
Ειδικότερα ο Δ. Καιρίδης, μεταξύ άλλων, τόνισε ότι «σε αντίθεση με ό,τι λέγεται, και λέγεται πολύ συχνά, στη χώρα μας ο μεταναστευτικός πληθυσμός βαίνει μειούμενος τα τελευταία χρόνια, όχι αυξανόμενος. Είχαμε μια μεγάλη φυγή νόμιμου μεταναστευτικού πληθυσμού την τελευταία πενταετία, ως αποτέλεσμα της οικονομικής κρίσης και του κορονοϊού, προς την Ιταλία και αλλού, κατ’ εξοχήν αλβανικής καταγωγής νόμιμοι μετανάστες, οι οποίοι έχουν μειωθεί περίπου κατά 200.000».
Συμπλήρωσε, ότι «Η χώρα μας παραμένει, σε μεγάλο βαθμό, χώρα διέλευσης, όχι τελικού προορισμού. Στην Ελλάδα, σήμερα, ο μεταναστευτικός πληθυσμός μειώνεται. Ταυτόχρονα, η ελληνική οικονομία αναπτύσσεται ραγδαία και δημιουργείται ζήτημα πίεσης στην αγορά εργασίας. Το ζήτημα αυτό πρέπει να το αντιμετωπίσουμε, πρώτον, μειώνοντας και άλλο την ανεργία. Δεύτερον, αυξάνοντας την απασχόλησιμότητα του ενήλικου πληθυσμού».
«Έχουμε τη χαμηλότερη απασχόλησιμότητα, το χαμηλότερο ποσοστό ενεργού πληθυσμού στην αγορά εργασίας, μόλις 60%, όταν ο μέσος ευρωπαϊκός όρος είναι πάνω από 70% και σε χώρες όπως η Σουηδία φτάνει το 80%. Προφανώς, χρειαζόμαστε τις μετακλήσεις εποχικών, αλλά πρέπει να δούμε και το ζήτημα της εξαρτημένης, δηλαδή της πιο μόνιμης απασχόλησης».
Ο υπουργός Μετανάστευσης και Ασύλου, τόνισε ότι «όπως και στο παρελθόν, έτσι και στον 21ο αιώνα πετυχημένες είναι οι κοινωνίες που μπορούν και προσελκύουν ταλέντα. Είμαστε απολύτως ενάντια στην παράνομη μετανάστευση, αλλά αναγνωρίζουμε την ανάγκη για λελογισμένη νόμιμη μετανάστευση με όρους και κανόνες, σύμφωνα με τις ανάγκες και τις προτεραιότητές μας».
Το πρόβλημα με την Τουρκία είναι ευρωτουρκικό
«Το πρόβλημα με την Τουρκία είναι ευρωτουρκικό και ρυθμίζεται από την κοινή δήλωση του 2016. Αυτή η δήλωση δεν μπορεί να ξανανοίξει, διότι δεν πρόκειται να βρεθούν 27 χώρες - μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης να ξανασυμφωνήσουν σε αυτήν. Όμως, η Ελλάδα που έχει κατ’ εξοχήν να αντιμετωπίσει το ζήτημα, δεν μπορεί να περιμένει άλλες χώρες και παίρνει την πρωτοβουλία. Κανείς δεν είναι υπεραισιόδοξος, αφελής ή αιθεροβάμων. Αλλά, υποχρέωση μας για το εθνικό συμφέρον, είναι να αξιοποιήσουμε κάθε ευκαιρία» πρόσθεσε.
«Η Τουρκία έχει αλλάξει στάση σήμερα και συνεργάζεται γιατί απέτυχε η εργαλειοποίηση του μεταναστευτικού χάριν στην αποφασιστική και σθεναρή στάση της κυβέρνησης της Νέας Δημοκρατίας, τον Μάρτιο του 2020, στον Έβρο. Η Ελλάδα έχει την καλύτερη, πιο αποτελεσματική και πιο αξιόπιστη διαδικασία απονομής ασύλου στην Ευρώπη και έχει πάρει τα εύσημα διεθνώς γι’ αυτό. Ξεκινήσαμε από το μηδέν το 2012 και χτίσαμε μια υπηρεσία ασύλου πραγματικό πρότυπο, η οποία δίνει σήμερα το know-how σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες, όπως η Κύπρος».
Συνέχισε λέγοντας, ότι «ως Ελλάδα, πάντοτε θέλαμε η Ευρώπη να προχωρήσει στην άρση των περιορισμών και της υποχρέωσης βίζας Σένγκεν για τους Τούρκους πολίτες που θέλουν να ταξιδέψουν στον χώρο Σένγκεν, υπό τον όρο ότι η Τουρκία καλύπτει τις προϋποθέσεις. Άρα, αυτό το μέτρο δυνητικά βοηθάει την τοπική οικονομία των νησιών μας, το θέλει η Τουρκία, δεν το ήθελε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή και η Ευρώπη και αν γίνει, χάρη στη στενή συνεργασία μας με την Ευρωπαική Επιτροπή, θα αφορά τριήμερη τουριστική παραμονή».
Ολοκλήρωσε τις δηλώσεις του λέγοντας, ότι «Δεν μιλάμε για μια γραπτή συμφωνία. Μιλάμε για μία συνεννόηση, η οποία έχει ήδη ξεκινήσει. Σας έδωσα τα νούμερα του Οκτωβρίου, που είναι ενθαρρυντικά, δεν σημαίνει ότι έτσι θα είμαστε πάντα. Δεν σημαίνει ότι δεν πρέπει διαρκώς να είμαστε σε εγρήγορση και να προσπαθούμε. Δεν σημαίνει ότι δεν είμαστε εξαιρετικά ανήσυχοι και προβληματισμένοι από τις εξελίξεις στη Μέση Ανατολή και ό,τι αυτό σημαίνει εκεί».