Στην Εσθονία, σε αντίθεση με την Ελλάδα, κατά την πρώτη φάση εκδήλωσης της πανδημίας και λήψης μέτρων περιορισμού της κυκλοφορίας τα δικαστήρια παρέμειναν ανοιχτά και σχεδόν καμία προγραμματισμένη δίκη δεν αναβλήθηκε.
Η αιτία; Η χώρα της βορειοανατολικής Ευρώπης, πολλά χρόνια προτού ξεσπάσει η COVID-19 είχε περάσει στην ψηφιακή εποχή, επιτρέποντας την πραγματοποίηση μιας δίκης ή ακροαματικής διαδικασίας από απόσταση. Ο κατηγορούμενος, δηλαδή, βρίσκεται στο σωφρονιστικό ίδρυμα, οι εκπρόσωποι της δικαστικής αρχής στην έδρα τους και οι δικηγόροι ή οι μεταφραστές σε οποιοδήποτε σημείο κατάλληλο για την ομαλή διεξαγωγή της διαδικασίας.
Το μοντέλο της Εσθονίας επιχειρεί να υιοθετήσει η Ελλάδα στο πεδίο της Δικαιοσύνης, μέσω έργου προϋπολογισμού 16,7 εκατ. ευρώ, που ο μειοδοτικός διαγωνισμός πρόκειται να ξεκινήσει το αμέσως προσεχές διάστημα, σύμφωνα με πληροφορίες της «Κ». Η ανάδοχος εταιρεία θα αναλάβει να παρέχει υπηρεσίες τηλεδιάσκεψης σε δικαστήρια και σωφρονιστικά καταστήματα, όπως και ενημέρωσης της πορείας των πινακίων και των εκθεμάτων των δικαστηρίων. Μέσω της δημιουργίας ηλεκτρονικού πινακίου θα περιοριστούν οι χαμένες ανθρωποώρες που απαιτεί η παρουσία στα δικαστήρια των εμπλεκομένων σε μία υπόθεση πολλές ώρες πριν διεξαχθεί μία δίκη, της οποίας η ακριβής ώρα διεξαγωγής αγνοείται. Το συγκεκριμένο έργο προβλέπεται από τη βίβλο ψηφιακού μετασχηματισμού που έχει φέρει εις πέρας ο υφυπουργός Ψηφιακής Διακυβέρνησης Γρηγόρης Ζαριφόπουλος και τέθηκε πρόσφατα σε δημόσια διαβούλευση από το υπουργείο Ψηφιακής Διακυβέρνησης.
Πρόκειται για μεταρρύθμιση-τομή για την ελληνική Δικαιοσύνη που θα υλοποιήσει η Κοινωνία της Πληροφορίας, με διευθύνοντα σύμβουλο τον Σταύρο Ασθενίδη. Στόχος είναι η δημιουργία δικτύου παροχής υπηρεσιών τηλεδιάσκεψης, που θα καλύπτει τις ανάγκες των πολιτικών, ποινικών και διοικητικών δικαστηρίων, του ανακριτικού έργου (Πρωτοδικεία και Εισαγγελίες) και των αιτημάτων δικαστικής συνδρομής. Για τον σκοπό αυτό, θα εγκατασταθούν σταθερά συστήματα τηλεδιάσκεψης στις δικαστικές έδρες, ενώ στις υπόλοιπες περιπτώσεις θα λειτουργούν κινητά συστήματα τηλεδιάσκεψης σε πιστοποιημένους χώρους εντός των δικαστικών φορέων καθώς και των καταστημάτων κράτησης.
Τα οφέλη των δικών από απόσταση περιλαμβάνουν τον περιορισμό του κόστους που σχετίζεται με τη μετακίνηση των μαρτύρων και επωμίζεται ο πολίτης στην περίπτωση των πολιτικών δικαστηρίων και το κράτος στην περίπτωση των ποινικών. Οπως και την καλύτερη αξιοποίηση των αστυνομικών δυνάμεων που απασχολούνται κατά τη μεταγωγή επικίνδυνων κακοποιών στα δικαστήρια, κάτι που γίνεται αντιληπτό εάν ληφθεί υπόψη ότι σε ορισμένες περιπτώσεις (π.χ. τρομοκρατίας) ενδέχεται να απαιτηθούν έως και 800 αστυνομικοί.
Οι δίκες από απόσταση διευκολύνουν το έργο της Δικαιοσύνης και σε υποθέσεις που απαιτείται η κατάθεση ευάλωτων (π.χ. ανήλικοι, κακοποιημένες γυναίκες) ή προστατευόμενων μαρτύρων. Σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες η δίκη από απόσταση αποτελεί παράδοση, με το δικαστικό σύστημα της Αυστρίας, για παράδειγμα, να χρησιμοποιεί από το 2011 συστήματα τηλεδιάσκεψης. Στη Μεγάλη Βρετανία, όπου η τηλεδιάσκεψη χρησιμοποιείται ευρέως, υπολογίζεται ότι ο χρόνος που απαιτείται για την προκαταρκτική εξέταση μειώνεται σε δύο ώρες, ενώ εξοικονομούνται, ετησίως, περίπου 14,3 εκατ. ευρώ.
Η Ιρλανδία, την περασμένη άνοιξη, εν μέσω του πρώτου lockdown, έθεσε σε εφαρμογή ένα πιλοτικό πρόγραμμα ακροαματικής διαδικασίας με στόχο να αποφύγει το… ελληνικού τύπου φαινόμενο της εκκρεμοδικίας δεκάδων χιλιάδων υποθέσεων. Στην Ελλάδα, δυνατότητα διεξαγωγής δίκης μέσω οθόνης δεν υφίσταται, με τη μοναδική εξαίρεση να περιλαμβάνει την πραγματοποίηση ελάχιστων τηλεδιασκέψεων, κυρίως για την κατάθεση μαρτύρων σε δίκες που λαμβάνουν χώρα στο εξωτερικό.
Πώς θα λειτουργεί το νέο σύστημα
Το έργο της Κοινωνίας της Πληροφορίας έχει δύο σκέλη, περιλαμβάνοντας εκτός από την παροχή υπηρεσιών τηλεδιάσκεψης, τη δημιουργία ηλεκτρονικού πινακίου. Υπολογίζεται ότι μέσα στην επόμενη χρονιά θα ολοκληρωθεί η διαδικασία επιλογής του μειοδότη, ο οποίος σε διάστημα 22 μηνών, έως τον Οκτώβριο του 2023, θα υλοποιήσει το έργο, σύμφωνα με το χρονοδιάγραμμα. Πυλώνες του συστήματος είναι μία διαδικτυακή πύλη μέσω της οποίας θα κατατίθενται τα αιτήματα για τηλεδιάσκεψη. Μία πλατφόρμα διαχείρισης κρατήσεων θα επιτρέπει στους πιστοποιημένους χρήστες (δικαστές και δικηγόρους) να αιτούνται την απομακρυσμένη εξέταση μαρτύρων-κατηγορουμένων, ενώ το υποσύστημα ροών εργασίας θα εξασφαλίζει την ψηφιοποίηση των διαδικασιών που απαιτούνται για την έγκριση και οριστικοποίηση της δέσμευσης. Το «οικοσύστημα» των ηλεκτρονικών δικών συμπληρώνει η πλατφόρμα διαχείρισης χρηστών, που θα επιτρέπει τη διαβαθμισμένη πρόσβαση με ταυτόχρονη απόδοση των απαιτούμενων δικαιωμάτων χρήσης, στους χρήστες του συστήματος (π.χ. διαχειριστές, πολίτες κ.λπ.).
Οσον αφορά το ηλεκτρονικό πινάκιο, θα δημιουργηθεί ένα πληροφοριακό σύστημα, μέσω του οποίου θα δημοσιεύεται σε πραγματικό χρόνο η πορεία των πινακίων και των εκθεμάτων των δικαστηρίων της χώρας στο Διαδίκτυο και στους ενδιαφερομένους. Θα παρέχεται και η δυνατότητα άμεσης και σε πραγματικό χρόνο ενημέρωσης της πορείας των πινακίων, μέσω ειδικών ηλεκτρονικών εφαρμογών (apps), ώστε δικηγόροι και διάδικοι να μη συνωστίζονται, περιμένοντας να ξεκινήσει η εκδίκαση της υπόθεσής τους, εάν όχι στους διαδρόμους των δικαστηρίων της Ευελπίδων, στα καφέ που υπάρχουν απέναντι…
1.711 ημέρες για εκδίκαση μιας προσφυγής
H ψηφιοποίηση της Δικαιοσύνης είναι αναγκαία, γιατί η καθυστέρηση στην απονομή της είναι από τα βασικά αντικίνητρα στην προσέλκυση επενδύσεων. Οπως αναφέρεται στην έκθεση της Επιτροπής Πισσαρίδη, ο χρόνος που απαιτείται για να τελεσιδικήσει μια υπόθεση στα πολιτικά δικαστήρια σε πρώτο βαθμό στην Ελλάδα, ήταν ο δεύτερος υψηλότερος στην Ε.Ε. το 2017, ενώ ο αντίστοιχος χρόνος για τα διοικητικά δικαστήρια ήταν ο πέμπτος υψηλότερος. Εξαιτίας των καθυστερήσεων στην απονομή Δικαιοσύνης, η Ελλάδα κατατάσσεται μόλις στην 146η θέση παγκοσμίως ως προς την εφαρμογή των συμβάσεων σύμφωνα με την ετήσια έρευνα Doing Business της Παγκόσμιας Τράπεζας για το 2020. Συγκεκριμένα, για να ολοκληρωθεί η εκδίκαση προσφυγής μιας επιχείρησης απαιτούνται 1.711 ημέρες ή 4,5 χρόνια, η τρίτη χειρότερη επίδοση παγκοσμίως μετά τη Γουινέα Μπισάου και το Σουρινάμ. Ακόμη και στο χειμαζόμενο Αφγανιστάν απαιτούνται 2,5 μήνες λιγότερο απ’ ό,τι στην Ελλάδα. Κατά μέσον όρο στον ΟΟΣΑ χρειάζονται 586 ημέρες ή το ένα τρίτο του χρόνου σε σχέση με τη χώρα μας για να ολοκληρωθεί η εκδίκαση μιας τέτοιας υπόθεσης.
«Οι καθυστερήσεις στην απονομή Δικαιοσύνης δεν οφείλονται στο ότι ο αριθμός των δικαστών είναι χαμηλός. Αντίθετα, η Ελλάδα έχει περισσότερους δικαστές αναλογικά με τον πληθυσμό της από τον μέσον όρο της Ε.Ε. Ενδεικτικά, το 2016 η Ελλάδα είχε 25,8 δικαστές ανά 100.000 κατοίκους, έναντι 21 μέσου όρου στην Ε.Ε., 24,2 στη Γερμανία, 11,5 στην Ισπανία, 10,6 στην Ιταλία, και 10,4 στη Γαλλία», αναφέρει η Επιτροπή Πισσαρίδη και επισημαίνει πως «η οργάνωση του δικαστικού συστήματος επιδέχεται βελτιώσεις και από άλλες απόψεις, όπως η ψηφιοποίηση, η διοίκηση των δικαστηρίων και η γεωγραφική κατανομή τους. Η Ελλάδα κατατάσσεται τελευταία μεταξύ 27 χωρών της Ε.Ε. ως προς τον βαθμό εισαγωγής πληροφοριακών συστημάτων και μηχανογράφησης στα δικαστήρια. Ακόμη και στις περιπτώσεις όπου πληροφοριακά συστήματα εισάγονται στα δικαστήρια, εντοπίζονται προβλήματα υπολειτουργίας τους εξαιτίας της έλλειψης υποστηρικτικού προσωπικού με επαρκείς ψηφιακές δεξιότητες».
Στο Σχέδιο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας που έχει υποβάλει η κυβέρνηση προς έγκριση στους θεσμούς, περιλαμβάνεται διάθεση πόρων από το Ταμείο Ανάκαμψης για την επιτάχυνση στην απονομή της Δικαιοσύνης και την ψηφιοποίησή της. Συγκεκριμένα, προβλέπεται η επιτάχυνση του συστήματος απονομής Δικαιοσύνης μέσω μιας δέσμης μεταρρυθμίσεων όπως τη λειτουργία ειδικών τμημάτων για εκδίκαση εξειδικευμένων υποθέσεων επενδυτικού χαρακτήρα, την υπηρεσία για τη συλλογή και επεξεργασία δεδομένων για τη λειτουργία της Δικαιοσύνης (JustStat), καθώς και αλλαγές στην οργανωτική δομή των δικαστηρίων. Επίσης, ένα ολοκληρωμένο σχέδιο για την e-δικαιοσύνη που συμπεριλαμβάνει την αναβάθμιση των συστημάτων τήρησης αρχείων των δικαστηρίων, την ψηφιοποίηση αρχείων, την επέκταση συστημάτων πληροφορικής και την αναβάθμιση των δεξιοτήτων και των ψηφιακών δεξιοτήτων για δικαστές και το δικαστικό προσωπικό. Τέλος, προωθεί τη δημιουργία και αναβάθμιση υποδομών, δηλαδή επενδύσεις σε κτίρια και τη δημιουργία ηλεκτρονικού μητρώου δομών.
του Δημήτρη Δελεβέγκου από την Καθημερινή