Ένα τεράστιο τραπεζικό σκάνδαλο στην Τουρκία αποκαλύπτει το γερμανικό περιοδικό Der Spiegel στο άρθρο του με τίτλο «Η Bad Bank του Ερντογάν».
Το περιοδικό αναφέρεται στην τουρκική τράπεζα Halkbank και γράφει: «Μία δίκη στη Νέα Υόρκη καλείται να διαλευκάνει ένα διεθνές πολιτικό και οικονομικό θρίλερ: Συμμετείχε η τουρκική τράπεζα Halkbank στην παράκαμψη κυρώσεων κατά του Ιράν; Στην υπόθεση φαίνεται να έχουν εμπλακεί βαθιά ο πρόεδρος Ερντογάν και ο Ντόναλντ Τραμπ».
Οι ΗΠΑ με τις σκληρές κυρώσεις κατά Τεχεράνης ανάγκαζαν τις χώρες που έχουν επιχειρηματικές συναλλαγές με την Ισλαμική δημοκρατία, να κάνουν μια δύσκολη επιλογή: να συμμορφωθούν μαζί τους ή να συνεχίσουν να συναλλάσσονται με το Ιράν. Το δίλημμα ήταν ιδιαίτερα δύσκολο για την Τουρκία, η οποία, παρά την μακραίωνη αντιπαλότητά της με το Ιράν, εξαρτάται από τη χώρα για μεγάλο μέρος των αναγκών της σε πετρέλαιο και φυσικό αέριο.
Το γερμανικό περιοδικό επισημαίνει ότι «εάν καταδικαστεί, η Halkbank απειλείται στη χειρότερη περίπτωση με πρόστιμο ύψους έως 20 δισεκατομμυρίων δολαρίων ή με αποκλεισμό από το διεθνές διατραπεζικό σύστημα Swift. Μία από τις μεγαλύτερες τουρκικές τράπεζες δεν θα μπορούσε πλέον να συμμετέχει στις διεθνείς συναλλαγές. Αυτό θα ήταν το τέλος της».
Αλλά η υπόθεση δεν τελειώνει εκεί. «Ηδη σήμερα η τουρκική οικονομία βρίσκεται σε κρίση. Μία χρεοκοπία της Halkbnak θα μπορούσε να είναι η οριστική ταφόπλακα. Εκατοντάδες χιλιάδες αποταμιευτές στην Τουρκία θα έχαναν τις οικονομίες τους. Η λίρα θα συνέχιζε να διολισθαίνει. Οικονομολόγοι προειδοποιούν ότι για τo τουρκικό χρηματοπιστωτικό σύστημα αυτή θα ήταν η μεγαλύτερη κατάρρευση από το 2001, όταν μέσα σε μία νύχτα εκατοντάδες χιλιάδες νοικοκυριά είχαν οδηγηθεί στην πτώχευση» γράφει το περιοδικό.
Και στο παρελθόν η Τουρκία είχε προσπαθήσει να ελιχθεί σε ό,τι αφορά τις κυρώσεις κατά του Ιράν. Το 2012, αντιμετωπίζοντας ένα καθεστώς πολυμερών κυρώσεων στηριζόμενων από τον ΟΗΕ, προχώρησε σε περιστολή του εμπορίου της με την Ισλαμική δημοκρατία, που μειώθηκε από τα 22 δισ. δολάρια ετησίως στα 14 δισ. δολάρια το 2014. (Η κατάρρευση των παγκόσμιων τιμών πετρελαίου συνέβαλε στην έντονη πτώση).
Η κίνηση αυτή δημιούργησε εμπόδια στις επενδύσεις μεταξύ των δυο χωρών, αν και η Τουρκία βρήκε τρόπους να συνεχίσει να συναλλάσσεται για τα προϊόντα του Ιράν, χρησιμοποιώντας για παράδειγμα την ανταλλαγή προϊόντων/υπηρεσιών ή πληρώνοντας με τοπικό νόμισμα. Μπορούσε επίσης να συνεχίσει να εισάγει φυσικό αέριο από το Ιράν, αφού αυτές οι αγορές δεν ήταν αντικείμενο των κυρώσεων, ένας διακανονισμός που έδωσε στην Ισλαμική δημοκρατία την χρειαζούμενη πρόσβαση σε ξένο συνάλλαγμα. Η Άγκυρα δρομολογούσε τις πληρωμές για το φυσικό αέριο μέσω της Halkbank, μιας μεγάλης τουρκικής τράπεζας. Το Ιράν χρησιμοποιούσε τα χρήματα για να αγοράσει τουρκικό χρυσό, που στη συνέχεια αντάλλαζε με συνάλλαγμα μέσω άλλου ιδρύματος, με ένα σύστημα που έγινε γνωστό ως πρόγραμμα ανταλλαγής αερίου με χρυσό.
Με πληροφορίες από Deutsche Welle