Παρέμβαση με θέμα «Προκλήσεις, προοπτικές και στρατηγικοί στόχοι του ΥΠΕΞ» έκανε ο υπουργός Εξωτερικών, Νίκος Δένδιας, στη Σχολή Εθνικής Άμυνας όπου ήταν προσκεκλημένος. Ο κ. Δένδιας αναφέρθηκε στην τουρκική προκλητικότητα χαρακτηρίζοντάς τη πρωτοφανή και τονίζονται πως «δεν έχει προηγούμενη η κλιμακούμενη κρίση»
«Η διπλωματία είναι πάρα πολύ ισχυρό αποτρεπτικό εργαλείο αλλά χωρίς τις Ένοπλες Δυνάμεις, η πατρίδα δεν μπορεί να εκπληρώσει τον στόχο της υπεράσπισης της εθνικής κυριαρχίας» ανέφερε σήμερα ο υπουργός Εξωτερικών Νίκος Δένδιας μιλώντας στη Σχολή Εθνικής Άμυνας.
Ο κ. Δένδιας μίλησε για όλα τα ζητήματα που αφορούν την εξωτερική πολιτική της Ελλάδας, υπογραμμίζοντας πως η διπλωματία είναι ένα πάρα πολύ ισχυρό αποτρεπτικό εργαλείο, πλην όμως χωρίς το κύριο αποτρεπτικό εργαλείο που είναι οι Ένοπλες Δυνάμεις, η χώρα δεν μπορεί να υπερασπιστεί την εθνική της κυριαρχία, την εδαφική ακεραιότητα και τα κυριαρχικά δικαιώματα.
Ο επικεφαλής της ελληνικής διπλωματίας, αναφέρθηκε στις προκλήσεις που αντιμετωπίζει η χώρα αλλά και η Ευρώπη συνολικά εξηγώντας τα δεδομένα που διαμορφώθηκαν από τον πόλεμο στην Ουκρανία.
Το μεγαλύτερο μέρος της ομιλίας του, όμως, αφορούσε κυρίως στις σχέσεις με την Τουρκία και την πρωτοφανή κρίση της τελευταίας τριετίας. Σύμφωνα με τον κ. Δένδια δεν έχει υπάρξει ανάλογο προηγούμενο προκλήσεων από πλευράς Άγκυρας, με πρωτοφανής αμφισβήτηση της κυριαρχίας της Ελλάδας στα νησιά του Αιγαίου, ακόμα και στην Κρήτη.
Επίσης, μίλησε και για το παράνομο τουρκολιβυκό μνημόνιο αλλά και για τους άξονες της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής, φέρνοντας ως παράδειγμα τους Ολυμπιακούς Κύκλους.
Αναλυτικά η ομιλία του κ. Δένδια
«Αξιότιμε κ. Διοικητά, κ. Στρατηγέ,
Κυρίες και Κύριοι,
Θα ήθελα να ευχαριστήσω τον Αντιστράτηγο Σπανό για τη σημερινή πρόσκληση. Αποτελεί μεγάλη χαρά και τιμή να σας απευθύνω ομιλία.
Επίσης, είμαι σε ιδιαίτερη συγκίνηση που βρίσκομαι σε αυτό το ιστορικό κτίριο της παλαιάς Σχολής Ευελπίδων.
Είναι πολύ μεγάλη ευκαιρία για εμένα, ως χειριστή της εξωτερικής πολιτικής της πατρίδας μας, να απευθυνθώ στα στελέχη των δικών μας ενόπλων δυνάμεων και των σωμάτων ασφαλείας.
Επίσης, σε αξιωματικούς από την Κυπριακή Δημοκρατία, αλλά και σε φίλους και εταίρους μας, από την Αίγυπτο, από τη Βόρεια Μακεδονία και τη Βοσνία-Ερζεγοβίνη.
Δυστυχώς δε βρισκόμαστε σε ομαλή περίοδο, αλλά ενώπιων μιας σειράς διαρκών προκλήσεων.
Θα ξεκινήσω από τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία. Πόλεμος στην ευρωπαϊκή ήπειρο, στον 21ο αιώνα. Μία εξέλιξη την οποία θα θεωρούσαμε ασύλληπτη εάν ήμασταν στην ίδια αίθουσα και τη συζητούσαμε πριν από δύο χρόνια.
Από εκεί και πέρα, όμως, δεν είναι μόνο ο ρωσικός αναθεωρητισμός. Ο αναθεωρητισμός βρίσκεται σε πλήρη ανάπτυξη και σε άλλες περιοχές, και οι δυνάμεις του αναθεωρητισμού καταπατούν, είτε λεκτικά, είτε με πράξεις, το Διεθνές Δίκαιο. Διακρίνεται, βεβαίως, ο κίνδυνος της επισιτιστικής κρίσης που έχει να κάνει αφενός με τη δυσκολία εξαγωγής σιτηρών από τη Ρωσία και την Ουκρανία, αλλά, επίσης, και με το θέμα των λιπασμάτων. Δεν εξάπτει το ίδιο τη λαϊκή φαντασία, αλλά έχει ίσως μεγαλύτερη σημασία.
Επιπλέον, εκτός από αυτό – γιατί οι κρίσεις ποτέ δεν έρχονται μόνες τους – υπάρχει η ενεργειακή κρίση η οποία εξελίσσεται και στα δύο μέτωπά της: Και στην ποσότητα της ενέργειας, αλλά και στο κόστος της ενέργειας, το οποίο δευτερογενώς οδηγεί σε πληθωρισμό και σε ακόμα μεγαλύτερη πίεση στις κοινωνίες.
Η πατρίδα μας, λοιπόν, τα αντιμετωπίζει όλα αυτά και, επιπλέον, αντιμετωπίζει μια απειλή πολέμου, το γνωστό casus belli, από την πλευρά της Τουρκίας. Αντιμετωπίζει, την αμφισβήτηση της κυριαρχίας μας και των κυριαρχικών μας δικαιωμάτων, μία σειρά από υβριδικές απειλές, καθώς και μια πρόδηλη προσπάθεια σπίλωσης της χώρας στο εξωτερικό. Και επίσης, αντιμετωπίζει κάτι που δεν είχαμε δει μέχρι τώρα, την εργαλειοποίηση του μεταναστευτικού, που βεβαίως αντέγραψαν και άλλες χώρες όπως έπραξε η Λευκορωσία. Αναφέρομαι στην κρίση του 2020, αλλά και στη διαρκή – βέβαια με πιο πολύπλοκο και εξελιγμένο τρόπο – διατήρηση του μεταναστευτικού στη βιτρίνα των τουρκικών επιχειρημάτων.
Πολλοί άνθρωποι που δεν παρακολουθούν αυτές τις εξελίξεις, όπως εσείς, σε καθημερινή βάση, θα αναρωτιούνταν τι είναι το καινούργιο. Η Ελλάδα είχε οξύνσεις με την Τουρκία πάρα πολλές φορές. Υπάρχει ένα διαφοροποιό στοιχείο, σήμερα, και αυτό είναι η διάρκεια.
Θυμίζω στους μεγαλύτερους ότι το 1974, μετά την εισβολή στην Κύπρο, ο Κωνσταντίνος Καραμανλής συναντήθηκε με τον Τούρκο Πρωθυπουργό, εκείνο το Φθινόπωρο. Και η Ελλάδα άρχισε να συνομιλεί με την Τουρκία. Το ίδιο είχε συμβεί και σε όλες τις περιόδους κρίσεων με την Τουρκία. Οι κρίσεις ήταν χρονικά περιορισμένες και πάντοτε τις ακολουθούσε μία περίοδος διαλόγου, λιγότερο ή περισσότερο επιτυχούς, συνήθως λιγότερο. Όμως, είχε το προσόν αυτός ο διάλογος να ηρεμεί την κατάσταση. Αυτό δεν έχει συμβεί αυτή τη φορά.
Έχουμε μία διαρκή, κλιμακούμενη κρίση, η οποία προσεγγίζει, αν δεν υπερβαίνει, την τριετία. Δεν έχουμε τέτοιο προηγούμενο. Και, βεβαίως, το περιεχόμενο αυτής της κρίσης, το ευρύτερο, είναι ότι αμφισβητείται ευθέως η ελληνική κυριαρχία στα νησιά του Ανατολικού Αιγαίου, και, ακόμα και οριακά, και της ίδιας της Κρήτης. Προσθέτω σε αυτό το τουρκο-λιβυκό «μνημόνιο».
Το θεωρητικό υπόβαθρο του τουρκο-λιβυκού «μνημονίου» είναι ότι τα νησιά, ανεξαρτήτως μεγέθους – θυμίζω ότι η Κρήτη είναι το τέταρτο μεγαλύτερο νησί της Μεσογείου – δεν έχουν κανένα άλλο δικαίωμα εκτός από χωρικά ύδατα. Και, μάλιστα, τα νησιά του Αιγαίου 6 μίλια χωρικά ύδατα. Οτιδήποτε άλλο αποτελεί αιτία πολέμου για την Τουρκία. Η ελληνική επίκληση σε αυτό είναι η σαφής επίκληση του Διεθνούς Δικαίου και του Διεθνούς Δικαίου της Θάλασσας.
Θα μου επιτρέψετε τώρα να σας πω σχηματικά πώς ασκούμε την πολιτική μας. Εμείς έχουμε μία εξωτερική πολιτική που ονομάζω πολιτική κύκλων. Έξι κύκλων. Μπορεί να προστεθεί ένας έβδομος. Αν θυμάστε το παλιό σήμα της Ολυμπιακής Αεροπορίας, οι κύκλοι είναι αλληλοτεμνόμενοι, αλλά δεν είναι ομόκεντροι.
Ως πρώτο κύκλο θεωρούμε τη σχέση με τους Ευρωπαίους εταίρους και φίλους μας. Όχι, όμως, μόνο στο πλαίσιο της Ε.Ε., στην οποία ανήκουμε, αλλά και στο διμερές επίπεδο, το οποίο είχαμε ως χώρα αρκετά παραμελήσει.
Υπάρχει, βεβαίως, και η σχέση μας με τη Γαλλία. Η σχέση μας με τη Γαλλία έχει αναπτυχθεί σε στρατηγικό επίπεδο με τη Συμφωνία που επίσης είχα την τιμή να υπογράψω. Συνοδεύτηκε με την παραγγελία των φρεγατών. Εσείς ξέρετε πολύ καλά τι σημασία έχει για το ελληνικό Πολεμικό Ναυτικό κάτι τέτοιο. Θέλω, όμως, να σημειώσω κάτι. Δεν είναι η πρώτη φορά που η Ελλάδα αγόρασε πολεμικό υλικό από τη Γαλλία, τα Rafale και τις φρεγάτες.
Είχε αποκτήσει και στο παρελθόν. Η Γαλλία δεν υπέγραψε ποτέ μαζί μας στο παρελθόν Συμφωνία, όπως είναι η πρόσφατη. Είναι η πρώτη φορά που υπογράφει μια τέτοια Συμφωνία.
Από εκεί και πέρα, δε θα αναφερθώ στις σχέσεις μας με τις Ηνωμένες Πολιτείες, τις ξέρετε. Είχα την τιμή να υπογράψω δύο Συμφωνίες με τις ΗΠΑ. Τη σημασία τους τη γνωρίζετε καλύτερα από εμένα. Θα ήθελα, όμως, να σας πω ότι οι ΗΠΑ αποτελούν τον δεύτερο κύκλο.
Η είσοδος της Αλεξανδρούπολης στο γεωπολιτικό σκηνικό δίνει μία άλλη βαρύτητα στη συνεργασία μας.
Έρχομαι τώρα στον τρίτο κύκλο: Μέση Ανατολή, Κόλπος, Βόρεια Αφρική. Το Ισραήλ, η Αίγυπτος, η Σαουδική Αραβία, τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα είναι χώρες με τις οποίες η Ελλάδα έχει πάρα πολύ στενές σχέσεις.
Η χώρα διαπραγματευόταν με την Ιταλία επί 50 χρόνια, για να υπογράψουμε τελικά τη Συμφωνία Οριοθέτησης Αποκλειστικής Οικονομικής Ζώνης που υπέγραψα.
Τέταρτος κύκλος, τα Βαλκάνια, τα Δυτικά Βαλκάνια, γιατί τα Ανατολικά Βαλκάνια είναι στην ΕΕ. Εκεί έχουμε συμφωνήσει κατ’ αρχήν με την Αλβανία για την παραπομπή στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης το ζήτημα της οριοθέτησης της Αποκλειστικής Οικονομικής Ζώνης.
Εμείς επίσης επιχειρούμε, όσο μπορούμε, να βοηθήσουμε τα Δυτικά Βαλκάνια να ενταχθούν στην ΕΕ. Θεωρούμε ότι αυτό είναι απαραίτητο για τη σταθερότητα της περιοχής και, ταυτόχρονα, υπηρετεί και το εθνικό μας συμφέρον.
Ο πέμπτος κύκλος αφορά ανερχόμενες δυνάμεις, οι οποίες ασπάζονται τον ίδιο με εμάς τρόπο θεώρησης της διεθνούς πραγματικότητας. Αναφέρομαι στην Ινδία. Θεωρώ ότι η επόμενη γενιά θα δει την Ινδία ως την τρίτη υπερδύναμη. Και υπάρχουν και άλλες χώρες όπως η Ιαπωνία και το Βιετνάμ. Η Ινδονησία, η μεγαλύτερη μουσουλμανική χώρα του κόσμου, με την οποία είναι απαραίτητο η Ελλάδα να έχει στρατηγική σχέση. Οι θέσεις της στο Διεθνές Δίκαιο και ο ρόλος που η Ινδονησία επιφυλάσσει στον εαυτό της ως προς την UNCLOS είναι απολύτως συμβατές με τις επιδιώξεις μας και τα συμφέροντά μας. Η Αυστραλία, με τη μεγάλη ελληνική ομογένεια, με τις ίδιες απόψεις για το Διεθνές Δίκαιο.
Έκτον, κάτι τελείως «παραμελημένο» από την πατρίδα μας, οι σχέσεις μας με την Αφρικανική Ήπειρο. Για κάποιο περίεργο λόγο, η Ελλάδα αναθεώρησε την πάγια άποψη που υπήρχε, και επί Αρχαίας Ελλάδας και επί Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας. Η Μεσόγειος δεν είναι σύνορο, η Μεσόγειος είναι γέφυρα, συνδέει, δεν διαιρεί.
Και υπάρχουν οι μεγάλες προκλήσεις στην Υποσαχάρια Αφρική. Επειδή έχω επισκεφθεί τις χώρες, σας λέω ότι η κατάσταση χειροτερεύει με την ημέρα. Και η τρομοκρατία και ο φονταμενταλισμός πιέζουν προς τις ακτές, κυρίως του Ατλαντικού. Αν φθάσουν στις ακτές αυτές, η τρομοκρατία, εκπεμπόμενη προς τη θάλασσα και προς τις γραμμές επικοινωνίας εκεί, θα δημιουργήσει ακόμα μεγαλύτερα από τα ήδη τεράστια προβλήματα. Και νότια, πιέζεται η περιοχή των Μεγάλων Λιμνών.
Επίσης, δημιουργούμε σιγά-σιγά έναν έβδομο και τελευταίο κύκλο, ο οποίος αφορά τη συμμετοχή μας σε διάφορους Οργανισμούς του διεθνούς γίγνεσθαι. Για παράδειγμα η Γαλλοφωνία με 88 χώρες – ήμουν προχθές στην Τύνιδα για τη Σύνοδο του Οργανισμού- η Λουζοφωνία με τις πορτογαλόφωνες χώρες, κυρίως της Αφρικής, το ASEAN, στο οποίο έχουμε καθεστώς παρατηρητή εδώ και 2-3 μήνες, η SICA [Sistema de Integración Centroamericana] στην Κεντρική Αμερική, όπου ελπίζω ότι θα αποκτήσουμε καθεστώς παρατηρητή τους επόμενους μήνες. Και μία σειρά από άλλους περιφερειακούς οργανισμούς μακρύ καταλόγου. Είναι πολύ σημαντικό θεωρώ να είμαστε παρόντες.
Τελειώνω λέγοντάς σας ότι στην πραγματικότητα η διπλωματία είναι πάρα πολύ ισχυρό αποτρεπτικό εργαλείο, αλλά χωρίς το κύριο αποτρεπτικό εργαλείο που εσείς υπηρετείτε, δηλαδή τις ένοπλες δυνάμεις, η πατρίδα δεν μπορεί να εκπληρώσει τον στόχο της υπεράσπισης της εθνικής κυριαρχίας, της εδαφικής ακεραιότητας και των κυριαρχικών της δικαιωμάτων. Για αυτό και σας ευχαριστώ από καρδιάς».