«H Συμφωνία Αμοιβαίας Αμυντικής Συνεργασίας μεταξύ της Κυβέρνησης της Ελληνικής Δημοκρατίας και της Κυβέρνησης των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής είναι μία συμφωνία, η οποία διασφαλίζει την ειρήνη, την ασφάλεια και τη σταθερότητα στην περιοχή, με τη διεύρυνση του αμερικανικού αμυντικού αποτυπώματος», ανέφερε ο υπουργός Εξωτερικών, Νίκος Δένδιας, μιλώντας νωρίτερα σήμερα στην Επιτροπή Εξωτερικών και Άμυνας της Βουλής.

«Η κυβέρνηση επεδίωξε τη διεύρυνση του αμερικανικού αμυντικού αποτυπώματος. Για εμάς η αμερικανική παρουσία στην Αλεξανδρούπολη είναι κάτι το εξαιρετικά θετικό», σημείωσε ο κ. Δένδιας και τόνισε ότι η κυβέρνηση «δεν έχει διάθεση να καθυστερήσει την επικύρωση αυτής της συμφωνίας», διότι «αυτή η συμφωνία υπηρετεί το εθνικό συμφέρον και η καθυστέρηση κύρωσής της δεν το υπηρετεί».

«Δεν θέλουμε να καθυστερήσουμε την επικύρωση μίας συμφωνίας, η οποία αφορά, για παράδειγμα, την αμερικανική παρουσία στην Αλεξανδρούπολη. Δεν επιθυμεί η κυβέρνηση να το καθυστερήσει αυτό», είπε ο υπουργός Εξωτερικών και επισήμανε ότι αυτή η συμφωνία «σε πολλά σημεία εφαρμόζεται ήδη».

Απαντώντας σε όσους ισχυρίζονται ότι η κυβέρνηση, κυρώνοντας το πρωτόκολλο αμυντικής συνεργασίας με τις ΗΠΑ, δίνει γη και ύδωρ χωρίς να πάρει τίποτα, αναφέρθηκε στις «δεκάδες θετικές δηλώσεις στήριξης» από τις ΗΠΑ, το διάστημα που η κυβέρνηση Μητσοτάκη έχει την ευθύνη. Σε αυτό το κλίμα, όπως ενημέρωσε τους βουλευτές, μέλη της Επιτροπής, μόλις σήμερα, η κυβέρνηση και ο πρωθυπουργός έλαβαν ακόμη μία επιστολή από τον Αμερικανό υπουργό Εξωτερικών, Μάικ Πομπέο, σύμφωνα με την οποία οι ΗΠΑ παραμένουν δεσμευμένες να στηρίξουν την ασφάλεια, την ειρήνη και την ευημερία στην Ελλάδα.

Για το ιστορικό της συμφωνίας αμυντικής συνεργασίας, ο επικεφαλής της ελληνικής διπλωματίας υπογράμμισε ότι «η κυβέρνηση αναδέχεται πλήρως το πολιτικό βάρος της εισήγησης της παρούσας συμφωνίας». «Η πραγματικότητα είναι ότι κείμενο, από την πλευρά της προηγούμενης κυβέρνησης, συμπεφωνημένο, δεν ευρέθη στο υπουργείο Εξωτερικών. Οι διαπραγματεύσεις διεξήγοντο μεταξύ του υπουργείου Άμυνας, με συμμετοχή της Α7 Διεύθυνσης του υπουργείου Εξωτερικών. Όταν παρελήφθησαν οι διαπραγματεύσεις, από την δική μας πλευρά, οι αμερικανικές θέσεις ήταν Σούδα επί 4 plus. Δηλαδή, αντιγραφή του μοντέλου λειτουργίας της Σούδας στις υπόλοιπες εγκαταστάσεις και ερωτηματικό γενικό το θέμα της Αλεξανδρούπολης. Εγώ δεν ισχυρίζομαι ότι αυτό το είχε συμφωνήσει η προηγούμενη κυβέρνηση», πρόσθεσε ο κ. Δένδιας και επανέλαβε: «Όσο καιρό θα ασκώ τα καθήκοντα του υπουργού Εξωτερικών, θα αποφεύγω προσπάθεια κομματικής εκμετάλλευσης των συγκεκριμένων θεμάτων. Η συγκυρία είναι τέτοια που δεν το επιτρέπει, με κανένα τρόπο. Η εθνική εμπειρία έχει δείξει πως όποτε αυτό επιχειρήθηκε στο παρελθόν, κατέληξε σε εθνική ζημία και δυστυχώς η διχόνοια οδήγησε, ορισμένες φορές, και σε εθνικό όλεθρο. Δεν μπορώ να το επιτρέψω στον εαυτό μου. Δεν μου επιτρέπει ο πρωθυπουργός. Νομίζω, δε, ότι αυτός πρέπει να είναι ο γενικός κανόνας συζήτησης επί των συγκεκριμένων θεμάτων».

«Η σχέση της Ελλάδας με τις ΗΠΑ δεν στρέφεται κατά κάποιου άλλου. Δεν στρέφεται κατά της Τουρκίας. Όπως και οι τριμερείς μας σχέσεις, και οι διμερείς μας σχέσεις, δεν στρέφονται κατά της Τουρκίας. Είναι υπέρ της ειρήνης, της ασφάλειας και της σταθερότητας στην περιοχή», είπε, επίσης, ο υπουργός και συμπλήρωσε: «Σε αυτό το πλαίσιο, θεωρούμε ότι οι σχέσεις με τις ΗΠΑ είναι μία από τις ακρογωνιαίες λίθους. Στο πλαίσιο της συζήτησης που σήμερα κάνουμε, πρέπει να πω ότι η συμφωνία αυτή και η υπερψήφισή της είναι απολύτως απαραίτητη για τον δικό μας αμυντικό σχεδιασμό, για την ελληνική εξωτερική πολιτική. Θα ήθελα, λοιπόν, να παρακαλέσω θερμά, να μην επιτραπεί σε οποιονδήποτε κομματικό τρόπο θεώρησης των πραγμάτων να επηρεάσει την κρίση σας για τον τρόπο που εσείς θα αντιμετωπίσετε αυτήν τη συμφωνία. Δυστυχώς, οι καιροί δεν είναι οι πιο ήρεμοι, δεν είναι οι πιο ομαλοί. Αυτό το οποίο είναι ένα τεράστιο κεφάλαιο για τη χώρα είναι η αρραγής της ενότητα, η δυνατότητα του πολιτικού της συστήματος να προσλαμβάνει, με καθαρό τρόπο, μετά τη 10χρονη οικονομική κρίση, την υπαρκτή απειλή για τη χώρα μας και να την αντιμετωπίζει με όπλο την αδιατάρακτη εθνική μας ομόνοια».

Η Κύρωση του Πρωτοκόλλου Τροποποίησης της Συμφωνίας Αμοιβαίας Αμυντικής Συνεργασίας μεταξύ της Κυβέρνησης της Ελληνικής Δημοκρατίας και της Κυβέρνησης των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής εγκρίθηκε πριν από λίγο, από την κοινοβουλευτική Επιτροπή Εξωτερικών και Εθνικής Άμυνας. Υπέρ τάχθηκαν η ΝΔ και το Κίνημα Αλλαγής. Ο ΣΥΡΙΖΑ, που ζήτησε να παγώσει η συμφωνία μέχρις ότου «οι ΗΠΑ ρητά και κατηγορηματικά και δεσμευτικά να στηρίξουν τα κυριαρχικά δικαιώματα της Ελλάδας και την ευρύτερη στρατηγική ειρήνης», επιφυλάχθηκε για την Ολομέλεια. Επιφύλαξη δήλωσε και η Ελληνική Λύση.

Κατά της Συμφωνίας τάχθηκε το ΚΚΕ και ζήτησε την απόσυρσή της διότι είναι πολύ επικίνδυνη και μετατρέπει τη χώρα σε «πολεμικό ορμητήριο, βάζοντας τις ελληνικές Ένοπλες Δυνάμεις στην υπηρεσία των εγκληματικών σχεδίων του ΝΑΤΟ, υπονομεύοντας την αποστολή τους».

Κατά της συμφωνίας τάχθηκε και το ΜέΡΑ25, ζητώντας η Ελλάδα να αποσυνδεθεί από τον μιλιταρισμό.

Συμφωνία που εντάσσεται στο πλαίσιο της στρατηγικής αναβάθμισης και της θεσμικής ενίσχυσης των σχέσεων της Ελλάδας με τις ΗΠΑ χαρακτήρισε ο εισηγητής της ΝΔ, Ανδρέας Νικολακόπουλος, το πρωτοκόλλο τροποποίησης της Συμφωνίας Αμοιβαίας Αμυντικής Συνεργασίας μεταξύ της Κυβέρνησης της Ελληνικής Δημοκρατίας και της Κυβέρνησης των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής.

Όπως επισήμανε ο κ. Νικολακόπουλος, μιλώντας στην επιτροπή Εξωτερικών και Άμυνας, πρόκειται για επικαιροποίηση της συμφωνίας αμυντικής συνεργασίας που είχε υπογραφεί το 1990, με 8ετή ισχύ και δυνατότητα ετήσιας ανανέωσής της, από τότε και μετά. «Λόγω της παρέλευσης του χρόνου και της αλλαγής της κατάστασης ασφάλειας στην Ανατολική Μεσόγειο, η συμφωνία του 1990 χρήζει επικαιροποίησης. Στόχος είναι να αποτυπώνει τις αλλαγές που έχουν επέλθει στην αμυντική μας συνεργασία με τις ΗΠΑ, καθότι, βάσει τεχνικών διευθετήσεων, είχαν ήδη αναπτυχθεί σε διάφορες βάσεις νέες μορφές αμυντικής συνεργασίας», τόνισε.

Ο εισηγητής της ΝΔ εξήγησε ότι το πρωτόκολλο συνεργασίας προβλέπει δύο βασικές κατηγορίες νέων ρυθμίσεων, δηλαδή «αφενός διαγράφονται πολλές τοποθεσίες και εγκαταστάσεις που εδώ και χρόνια δεν υφίσταται αμυντική συνεργασία μεταξύ των δύο χωρών αφετέρου προβλέπονται δραστηριότητες και χρήση εγκαταστάσεων στις οποίες έχει αναπτυχθεί αμυντική συνεργασία, ειδικότερα τα 3 τελευταία χρόνια, και συνεπώς κρίθηκε σκόπιμο να συμπεριληφθούν στη συμφωνία αμυντικής συνεργασίας».