Ο κωδωνοκρούστης του Βίκτωρος Ουγκώ ήταν υπαρκτό πρόσωπο, σύμφωνα με στοιχεία του Αρχείου Τέιτ.
Μεγαλόπνοο έργο η «Παναγία των Παρισίων» του Βίκτωρος Ουγκώ και κορυφαίο έργο του ρομαντισμού, κυκλοφόρησε για πρώτη φορά το 1831.
της Δέσποινας Κουτσομητροπούλου
Από τότε κατοικεί εντός του γοτθικού ρυθμού, καθεδρικού ναού ένας δύσμορφος, κωφός καμπούρης, με πλούσιο ψυχικό κόσμο, ο Κουασιμόδος. Κρυμμένος στις σκιές νιώθει άνετα στο εσωτερικό της εκκλησίας και στο κωδωνοστάσιο της. Ο έρωτας του Κουασιμόδου για την όμορφη τσιγγάνα Εσμεράλδα χτυπά στη καρδιά του κλασικού μυθιστορήματος, αλλά ο πραγματικός πρωταγωνιστής είναι ο καθεδρικός ναός του Παρισιού, η πληγωμένη πια «Νοτρ Νταμ».
Στο αριστούργημα του, ο Ουγκώ περιγράφει με ιδιαίτερα ενάργεια το μεσαιωνικό Παρίσι βουτώντας με την πένα του και στις λάσπες αλλά και στο σκοτάδι εκείνης της εποχής.
Ο κωδωνοκρούστης του Ουγκώ θεωρείται από πολλούς υπαρκτό πρόσωπο. Ήταν γλύπτης ή κάποιος λιθοξόος στο ναό, σύμφωνα με έγγραφα που ανακαλύφθηκαν το 1999 σε μία σοφίτα στην πόλη Πεζάνς της Κορνουάλης και σήμερα έχουν περιέλθει στην κατοχή του Αρχείου Τέιτ.
Ο Κουασιμόδος πήρε το όνομα του από την Quasimodo Sunday, αντίστοιχη με τη δική μας Κυριακή του Θωμά. Τον ρόλο του Κουασιμόδου στο σινεμά έχουν κρατήσει ηθοποιοί όπως ο Λον ΤσάνεΪ (1923), ο Τσαρλς Λότον (1939), ο Άντονι Κουίν (1956) ενώ ο Τομ Χαλς ήταν η φωνή του Κουασιμόδου στην ταινία κινουμένων σχεδίων της Disney, «The Hunchback of Notre Dame» το 1996 με την Ντέμι Μουρ να δίνει μιλιά στην Εσμεράλδα.
Όταν πρωτοκυκλοφόρησε το βιβλίο έγινε μπεστ-σέλερ και η επιτυχία του είχε και μια παράπλευρη θετική επίπτωση. Η παλιά και ερειπωμένη εκκλησία της Νοτρ- Νταμ άρχισε να προσελκύει χιλιάδες τουρίστες, οι οποίοι όμως απογοητεύονταν βλέποντας την οικτρή κατάσταση της, οπότε και το 1849 αποφασίστηκε να γίνουν έργα αποκατάστασης τα οποία κράτησαν 19 χρόνια.
Η «Παναγία των Παρισίων» δεν είναι μόνο ένα συναρπαστικό μυθιστόρημα είναι και μια καταγγελία του Ουγκώ για την κοινωνική ανισότητα, την αδικία, την εκμετάλλευση, τις προκαταλήψεις, τη θανατική ποινή, την υποκρισία του εκκλησιαστικού κατεστημένου αλλά και για την ανισότητα στην απονομή δικαιοσύνης. Αλλά είναι και ένα μυθιστόρημα που μιλά για την καλοσύνη, την ανθρωπιά και έναν έρωτα που έμεινε αθάνατος.
Μια από τις συγκλονιστικότερες σκηνές του έργου είναι η δίκη του Κουασιμόδου, που έμεινε κουφός από τις καμπάνες από έναν κουφό δικαστή. Κατά τον Ουγκώ η δικαιοσύνη είναι και κουφή.
Το απόσπασμα από την «Παναγία των Παρισίων» του Β. Ουγκώ (εκδόσεις Το Βήμα) σε μετάφραση Ε. Καλκάνη:
-Και τώρα πες μου το επάγγελμά σου.
Πάντα η ίδια σιωπή. Στο μεταξύ, σιγανοί ψίθυροι είχαν αρχίσει στο ακροατήριο, που αλληλοκοιτάζονταν με απορία.
-Αρκεί, συνέχισε ο μακάριος δικαστής, πιστεύοντας ότι ο κατηγορούμενος είχε ολοκληρώσει την τρίτη του απάντηση.
Κατηγορείσαι ενώπιον του δικαστηρίου, πρώτον, για διατάραξη της νυχτερινής ησυχίας, δεύτερον για ατιμωτική βιαιοπραγία εις βάρος γυναικός ελευθερίων ηθών, τρίτον για αντίσταση και ανυπακοή στους τοξοβόλους της φρουράς του βασιλιά και αφέντη μας. Απολογήσου για όλα αυτά. Εσύ, γραμματέα, κατέγραψες όσα είπε ο κατηγορούμενος ως τώρα;
Σ’ αυτή τη στενόχωρη ερώτηση ακούστηκε ένα ξέσπασμα γέλιου που ξεκίνησε από τον γραμματέα κι έφτασε ως το ακροατήριο, ένα γέλιο τόσο ξέφρενο, τόσο τρελό, τόσο μεταδοτικό, τόσο καθολικό, που ακόμη και οι δύο κουφοί το αντιλήφθηκαν. Ο Κουασιμόδος στράφηκε ορθώνοντας επιτιμητικά την καμπούρα του, ενώ ο κύριος Φλοριάν, κατάπληκτος, και νομίζοντας τελικά ότι οι θεατές γελούσαν επειδή ο κατηγορούμενος είχε δώσει κάποια θρασύτατη απάντηση –και αυτή του την εντύπωση την ενίσχυε το σήκωμα των ώμων του Κουασιμόδου-, του είπε αγανακτισμένος:
-Θα έπρεπε να σε κρεμάσουν για την απάντησή σου, ηλίθιε! Ξέρεις σε ποιον μιλάς;