Το μεγαλύτερο sell-off που έχει βιώσει το τουρκικό νόμισμα από το 1999, έχοντας ήδη χάσει το 27% της αξίας του από τις αρχές του έτους, έχει και συνέχεια σύμφωνα με τους αναλυτές, με την Capital Economics και την Oxford Economics σε νέες τους εκθέσεις να τονίζουν ότι τα προβλήματα της λίρας θα συνεχιστούν.
Οι δειλές “απαντήσεις” πολιτικής της κεντρικής τράπεζας της Τουρκίας και το ενδεχόμενο κυρώσεων λόγω της προκλητικής στάσης του Ερντογάν, έχουν στρώσει έναν κατήφορο χωρίς ορατό τέλος για το νόμισμα της χώρας και έχουν αφήσει ορθάνοιχτη την πόρτα για τη… φυγή των επενδυτών.
Όπως σημειώνει η Capital Economics, το τελευταίο ισχυρό sell-off της τουρκικής λίρας έναντι του δολαρίου ΗΠΑ είναι απίθανο να σηματοδοτήσει το τέλος της πτωτικής της τάσης.
Η υποτίμηση της λίρας πάνω από το επίπεδο του 8,0 έναντι του δολαρίου, απλά προσθέτει ένταση σε μια ήδη κακή χρονιά για το νόμισμα, αλλά σε καμία περίπτωση δεν σημαίνει και το τέλος των πιέσεων. Εάν η τουρκική λίρα “κλείσει” το έτος γύρω από αυτό το επίπεδο, θα σημειώσει μία από τις μεγαλύτερες ετήσιες πτώσεις έναντι του δολαρίου τα τελευταία είκοσι χρόνια. Αν και τα υπόλοιπα νομίσματα της περιοχής των αναδυόμενων αγορών έχουν δεχτεί ισχυρές πιέσεις φέτος, η τουρκική λίρα και σε λιγότερο βαθμό το ρούβλι Ρωσίας, έχουν δώσει τέλος στην τάση ανατίμησης που είχαν έναντι του δολαρίου πριν λίγους μόνο μήνες.
Κατά την άποψη της Capital Economics, οι επερχόμενες εκλογές των ΗΠΑ έπαιξαν κάποιο ρόλο σε αυτό. Ενώ το μεξικάνικο πέσο ήταν στο επίκεντρο πριν από τις εκλογές του 2016, έκτοτε οι εντάσεις μεταξύ ΗΠΑ και Μεξικού έχουν μειωθεί σημαντικά. Φέτος, το επίκεντρο στράφηκε στην Τουρκία και τη Ρωσία, οι οποίες θεωρούνται πιθανοί στόχοι για κυρώσεις ή για κάποια μορφή διεθνούς πίεσης υπό μια κυβέρνηση Μπάιντεν. Οι αυξανόμενες πιθανότητες νίκης του Μπάιντεν και των Δημοκρατικών έπαιξαν πιθανώς σημαντικό ρόλο στην υποαπόδοση αυτών των νομισμάτων.
Τελικά όμως, οι παράγοντες που “βαραίνουν” τη λίρα είναι πιθανό να παραμείνουν ανεξάρτητα από το ποιος θα κερδίσει στις κάλπες του Νοεμβρίου. Ο κίνδυνος κυρώσεων και οικονομικής πίεσης προέρχεται τόσο από την Ε.Ε όσο και από τις ΗΠΑ. Επιπλέον, το χρηματοπιστωτικό σύστημα της Τουρκίας είναι εύθραυστο και εξαρτάται από τη χρηματοδότηση σε ξένο νόμισμα. Σε συνδυασμό με το μεγάλο έλλειμμα τρεχουσών συναλλαγών, το καθιστούν ιδιαίτερα ευάλωτο στις μεταβολές της όρεξης για επενδυτικό ρίσκο.
Παράλληλα, η ανεξαρτησία της κεντρικής τράπεζας φαίνεται περιορισμένη. Παρά τον υψηλό πληθωρισμό, είναι σαφώς απρόθυμη να αυξήσει τα επιτόκια. Έτσι, η Capital Economics συνεχίζει να εκτιμά ότι η τουρκική λίρα θα υποτιμηθεί περαιτέρω στη συνέχεια, διατηρώντας την πρόβλεψή της για το 9,25 έναντι του δολαρίου ΗΠΑ έως το τέλος του 2021.
Από την πλευρά της η Oxford Economics, σχολιάζοντας την πρόσφατη κίνηση της κεντρικής τράπεζας της Τουρκίας σημειώνει πως για μία ακόμη φορά απέτυχε να ικανοποιήσεις τις προσδοκίες. Η απόφαση να διατηρήσει τα επιτόκια στο 10,25% (έναντι προσδοκιών για αύξηση κατά 175 μονάδες βάσης), κάτω από το ποσοστό πληθωρισμού και τα τρέχοντα επιτόκια καταθέσεων, αφήνουν ελάχιστα κίνητρα για τους εγχώριους αποταμιευτές να διατηρούν το τοπικό νόμισμα. Η κίνηση διεύρυνσης του διαδρόμου επιτοκίων σηματοδοτεί ότι η πρόσφατη αλλαγή πολιτικής μπορεί να είναι προσωρινή, κάτι που δεν θα βοηθήσει στη στήριξη της λίρας.
Ο ευρύτερος διάδρομος αφήνει άφθονο χώρο για να προχωρήσει σε περαιτέρω σύσφιξη της πολιτικής, αλλά παράλληλα δείχνει τον παροδικό χαρακτήρα της πρόσφατης αλλαγής πολιτικής. Η συνοδευτική δήλωση της κεντρικής τράπεζας υπογραμμίζει ότι “επιτεύχθηκε σημαντική σύσφιξη των χρηματοοικονομικών συνθηκών… για τον περιορισμό των προσδοκιών για τον πληθωρισμό”, ακολουθώντας τα βήματα που έχουν γίνει μέχρι σήμερα και ότι η τράπεζα θα καταφύγει σε “μέτρα ρευστότητας έως ότου οι προοπτικές πληθωρισμού εμφανίσουν σημαντική βελτίωση”.
Ωστόσο, όπως τονίζει η Oxford Economics, οι προσδοκίες για τον πληθωρισμό συνέχισαν να επιδεινώνονται, με την τελευταία έρευνα να δείχνει τον πληθωρισμό στο 10,5% σε έναν χρόνο από σήμερα, που είναι υπερδιπλάσιος του μεσοπρόθεσμου στόχου.
Η τελευταία αυτή απόφαση της κεντρικής τράπεζας της Τουρκίας δεν θα κάνει πολλά για την ανακούφιση των ανησυχιών για τις προοπτικές πληθωρισμού. Οι εγχώριοι αποταμιευτές θα είναι απρόθυμοι να ενισχύσουν τις θέσεις τους στη λίρα, εκτός εάν αυξηθούν τα επιτόκια καταθέσεων. Οι ξένοι επενδυτές έχουν παραμείνει ιδιαίτερα διστακτικοί σχετικά με την επιστροφή στα τουρκικά assets καθώς και τη λίρα και ενδέχεται, αν μη τι άλλο, να μειώσουν περαιτέρω την έκθεσή τους βλέποντας την αύξηση των επιτοκίων του περασμένου μήνα ως μία one-off κίνηση. Ελλείψει αξιόπιστης πολιτικής, τα προβλήματα της λίρας θα συνεχιστούν, καταλήγει η Oxford Economics.
Πηγή: capital.gr