Ιστορικά, ο Δεκέμβριος πάντα προσφέρεται για αναλύσεις λόγω των γεγονότων του 1944 και της ένοπλης σύγκρουσης για τη νομή της εξουσίας μεταξύ της πρώτης μετακατοχικής κυβέρνησης του Γεωργίου Παπανδρέου και των Αγγλων από τη μία πλευρά και του ΕΑΜ/ΕΛΑΣ από την άλλη. Τελικώς, στις 12 Φεβρουαρίου 1945 υπογράφηκε η Συμφωνία της Βάρκιζας μεταξύ κυβέρνησης και ΕΑΜ, η οποία επιχείρησε να τερματίσει θεσμικά τις πολιτικές και πολεμικές συγκρούσεις που έμειναν στην ιστορία ως «Δεκεμβριανά».
Το ζητούμενο του σημερινού σημειώματος είναι η νομική ισχύς της Συμφωνίας έως τις μέρες μας, καθώς το 2009 το Συμβούλιο της Επικρατείας κλήθηκε να αποφανθεί εάν η Συντακτική Πράξη 23/1945, παράγει έννομες συνέπειες. Στο πρωτόκολλο «διά στρατιωτικά ζητήματα», που προσαρτάται στη Συμφωνία, προβλέφθηκε μεταξύ άλλων ότι η κυβέρνηση θα αναγνωρίσει, κατ’ εξαίρεση και υπό προϋποθέσεις, την ιδιότητα του έφεδρου αξιωματικού σε όσους ονομάστηκαν έφεδροι από τον ΕΛΑΣ και άλλες αντιστασιακές οργανώσεις.
Το ζήτημα έφτασε στο Συμβούλιο της Επικρατείας, όταν αγωνιστής της Εθνικής Αντίστασης, απόφοιτος της Σχολής Εφέδρων Αξιωματικών του ΕΛΑΣ, προσέβαλε την απόρριψη από το υπουργείο Εθνικής Αμυνας του αιτήματος που είχε υποβάλει το 2002 κατ’ επίκληση της παραπάνω διάταξης της Συμφωνίας, για ένταξη στη δύναμη των εφέδρων αξιωματικών. Το ΣτΕ απεφάνθη ότι η Συμφωνία της Βάρκιζας έχει απωλέσει τη νομική ισχύ της με το άρθρο 111 παρ. 4 του συντάγματος του 1975 και τον εκτελεστικό αυτού νόμο υπ’ αριθμόν 233/1975, μιας και καταργήθηκε σιωπηρώς, και το αίτημα του αιτούντος απερρίφθη...