Η Αθήνα χθες βράδυ φορούσε το πιο όμορφο της φόρεμα: το ασημένιο. Στον ουρανό, το Φεγγάρι του Οξύρρυγχου -λαμπρό, στρογγυλό, βαρύ σαν μυστικό- κρεμόταν ακριβώς πάνω από τον Ιερό Βράχο. Οι πρώτες νότες από τα μουσικά σύνολα που έπαιζαν στον περίγυρο έμοιαζαν να συντονίζονται με την ανάσα της πόλης.
Από νωρίς το απόγευμα, ο κόσμος είχε αρχίσει να συγκεντρώνεται. Στο Μουσείο Ακρόπολης, η είσοδος παρέμενε ανοιχτή ως τα μεσάνυχτα. Στις αίθουσες, οι επισκέπτες περπατούσαν αργά, σαν να μη θέλουν να χαλάσουν τη σιωπή που προκαλεί η τέχνη. Η ειδική ξενάγηση «Υδάτινες Διαδρομές» μετέφερε μικρούς και μεγάλους από τα αρχαία υδραγωγεία στις μυθικές πηγές του Παρθενώνα, ενώ η έκθεση Allspice – Michael Rakowitz and Ancient Cultures μιλούσε για την πολιτιστική συνέχεια που ξεπερνά αιώνες.
Στο εστιατόριο του δεύτερου ορόφου, τα τραπέζια ήταν γεμάτα. Από τα ποτήρια με το κρασί αντανακλούσε το φως του φεγγαριού, ενώ οι παρέες μιλούσαν χαμηλόφωνα για να μην «ενοχλήσουν» το τοπίο. «Είναι σαν να βλέπω μια ταινία που την ξέρω, αλλά κάθε φορά αλλάζει το φως και γίνεται καινούρια», είπε η Ελένη, επισκέπτρια από τη Θεσσαλονίκη, δείχνοντας προς το φωτισμένο Ερέχθειο.
Λίγο πιο πέρα, στους Δυτικούς Λόφους και στην Ακαδημία Πλάτωνος, άλλες παρέες απολάμβαναν δωρεάν συναυλίες. Κάποιος έπαιζε σαξόφωνο στον δρόμο για το Θησείο, σκορπώντας μελωδίες που μπλέκονταν με τα γέλια παιδιών που έτρεχαν στο γρασίδι. Φωτογράφοι κυνηγούσαν την τέλεια λήψη του φεγγαριού να ακουμπά στην άκρη του Παρθενώνα, στήνοντας τρίποδα σαν να ετοιμάζονταν για μάχη με τον χρόνο.
Στο Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο, οι αρχαιολόγοι οδηγούσαν μικρές ομάδες σε θεματικές περιηγήσεις. «Η λάμψη της πανσελήνου πάνω στο χρυσάφι των Μυκηνών είναι κάτι που δεν μπορείς να ξεχάσεις», σημείωσε ένας από τους ξεναγούς, ενώ ένα μικρό παιδί ψιθύριζε στη μητέρα του: «Μαμά, αυτό είναι πιο ωραίο από ταινία».
Στην Πνύκα, μικρές παρέες είχαν στρώσει κουβέρτες, άλλοι διάβαζαν ποιήματα του Ελύτη και του Σεφέρη υπό το φως του κινητού, ενώ κάθε τόσο σηκώνονταν να κοιτάξουν τον ουρανό.
Κι ύστερα ήρθε εκείνη η στιγμή: λίγο πριν τα μεσάνυχτα, όταν η μουσική χαμήλωσε και οι άνθρωποι, σχεδόν ασυναίσθητα, σήκωσαν το βλέμμα ψηλά. Το φως του φεγγαριού αγκάλιαζε τις κολόνες του Παρθενώνα, ενώ η πόλη απλωνόταν γύρω σαν θάλασσα από σπίτια και φώτα. Ένας τουρίστας από την Ιταλία, ακουμπώντας στο κιγκλίδωμα του Αρείου Πάγου, είπε χαμηλόφωνα: «Σε καμία φωτογραφία δεν θα είναι τόσο όμορφο όσο τώρα».
Η Αυγουστιάτικη Πανσέληνος της Αθήνας δεν είναι απλώς ένα φυσικό φαινόμενο. Είναι μια υπόσχεση ότι, έστω για μια νύχτα, η Ιστορία, η Τέχνη και η Ζωή μπορούν να συνυπάρχουν σε απόλυτη αρμονία.
Και χθες το βράδυ, κάτω από την Ακρόπολη, αυτή η υπόσχεση τηρήθηκε.