Σε μια εποχή που η πολιτική αντιπαράθεση θα έπρεπε να βασίζεται σε επιχειρήματα, προτάσεις και όραμα για τη χώρα, η αντιπολίτευση επιλέγει συστηματικά τον δρόμο της τοξικότητας. Με όχημα τα fake news, τις καθημερινές επιθέσεις χωρίς τεκμηρίωση και την καλλιέργεια καχυποψίας για κάθε θετικό βήμα που γίνεται, δηλητηριάζει τον δημόσιο διάλογο. Δεν πρόκειται για απλή πολιτική διαφωνία, αλλά για μια γνήσια στρατηγική υπονόμευσης κάθε προσπάθειας προόδου.
Τελευταίο χαρακτηριστικό παράδειγμα αυτής της στάσης είναι η περίπτωση του έργου Πάτρα-Πύργος. Παρά το γεγονός ότι πρόκειται για ένα έργο πνοής, που σώζει ζωές, μειώνει αποστάσεις και ενισχύει την περιφερειακή ανάπτυξη, δεν λείπουν οι φωνές που αμφισβητούν ακόμη και την... ύπαρξή του. Όχι γιατί το έργο δεν είναι εκεί –είναι και λειτουργεί– αλλά γιατί η καχυποψία έχει γίνει πλέον πολιτική ταυτότητα. Και αυτό δεν είναι σύμπτωμα λαϊκής δυσπιστίας, είναι αποτέλεσμα συνειδητής πολιτικής επιλογής.
Από την εποχή της πανδημίας μέχρι την τραγωδία των Τεμπών, η αντιπολίτευση στον κύριο κορμό της έσπειρε αμφιβολίες, αμφισβητήσεις και «εκπαίδευσε» τους ψηφοφόρους της να αμφισβητούν μέχρι και το αν ο ουρανός είναι γαλάζιος, με αποτέλεσμα, δυστυχώς, αυτή η στάση ζωής να έχει εισχωρήσει σε πολλά επίπεδα της καθημερινότητας.
Η αντιπολίτευση οφείλει να ασκεί έλεγχο, αλλά όταν το μόνο που προσφέρει είναι άρνηση, μηδενισμός και υπονόμευση, τότε λειτουργεί ως τοξικός παράγοντας. Αυτός ο τρόπος πολιτικής όχι μόνο δεν πείθει, αλλά απομακρύνει τους πολίτες από την ουσία της Δημοκρατίας: τον ειλικρινή διάλογο για το κοινό καλό. Διότι η πολίτευση, τελικά, καθρεφτίζεται και στο πώς αντιπολιτεύεσαι.