Υπέρ της παροχής ουσιαστικών κινήτρων στους Έλληνες γεωργούς και κτηνοτρόφους, στο πλαίσιο της νέας Κοινής Αγροτικής Πολιτικής, «ώστε να κατευθυνθούν προς την επίτευξη περιβαλλοντικών στόχων, με κατάλληλη και δίκαιη ανταμοιβή για την παροχή βελτιωμένων περιβαλλοντικών υπηρεσιών και προστιθέμενη αξία για την προστασία του κλίματος, των υδάτων, του εδάφους και της βιοποικιλότητας», τάχθηκε η υφυπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης & Τροφίμων κ. Φωτεινή Αραμπατζή, μιλώντας σήμερα (2/12) σε ημερίδα του Μπενάκειου Φυτοπαθολογικού Ινστιτούτου για το ερευνητικό πρόγραμμα PlantUP που αφορά στη βιοποικιλότητα.
«Στην εποχή της κλιματικής αλλαγής και ιδίως όσον αφορά στην διαφύλαξη της βιοποικιλότητας, οι αγρότες και κτηνοτρόφοι πρέπει να είναι μέρος της λύσης και όχι του προβλήματος», επισήμανε η κ. Αραμπατζή στα οικολογικά προγράμματα eco-schemes.
Σε ό,τι αφορά τη σημασία της βιοποικιλότητας η Σερραία υφυπουργός κατέθεσε δύο προτάσεις:
-«Η προστασία και αξιοποίηση της βιοποικιλότητας να αποτελούν κεντρικό στόχο στο Στρατηγικό Σχέδιο της χώρας που θα εκπονηθεί για τη νέα Κοινή Αγροτική Πολιτική
-Η Ελλάδα να είναι πρωτοπόρος στη διάσκεψη της Σύμβασης για τη βιολογική ποικιλότητα του 2020, στο πλαίσιο της νέας Ευρωπαϊκής Πράσινης Συμφωνίας (European Green Deal) της ΕΕ και της νέας στρατηγικής βιοποικιλότητας για το 2030».
Ανυπολόγιστης αξίας «πράσινο» κεφάλαιο η Ελληνική φυτική βιοποικιλότητα
Η κ. Αραμπατζή χαρακτήρισε την Eλληνική φυτική βιοποικιλότητα, την οποία καταγράφει το πρόγραμμα PlantUP, ως «το σημαντικότερο συγκριτικό πλεονέκτημα της ελληνικής γεωργίας και κτηνοτροφίας σε συνδυασμό με τις εδαφοκλιματολογικές συνθήκες».
Πρόκειται, όπως εξήγησε, για έναν θησαυρό από 6.700 είδη φυτών, εκ των οποίων τα 1.278 είναι ενδημικά. Με άλλα λόγια, το 22% των φυτών, υπάρχει μόνο εδώ στη χώρα μας και πουθενά αλλού στον πλανήτη.
«Έχουμε, λοιπόν, στα χέρια μας ένα ανυπολόγιστης αξίας “πράσινο” κεφάλαιο, το οποίο μέσω της επιστήμης, της έρευνας και της καινοτομίας και πάντοτε με τρόπο ορθολογικό και αειφόρο, μπορούμε να αξιοποιήσουμε στην παραγωγή νέων προϊόντων όπως φάρμακα, τρόφιμα και καλλυντικά, που ν’ απαντούν στις αυξανόμενες και διαφοροποιούμενες ανάγκες του παγκόσμιου πληθυσμού, άρα να είναι περιζήτητα στις διεθνείς αγορές», υπογράμμισε αναδεικνύοντας, εκτός από την περιβαλλοντική, και την οικονομική, κοινωνική και εθνική διάσταση της βιοποικιλότητας.
«Για παράδειγμα, τι άλλο είναι η φέτα, από το συνδυασμό της ελληνικής βιοποικιλότητας όπως αποτυπώνεται στη μοναδική γεύση του γάλακτος, με τις ελληνικές φυλές αιγοπροβάτων και τις παραδοσιακές μεθόδους παραγωγής;», διερωτήθη η υφυπουργός.
Στρατηγική προτεραιότητα η σύνδεση της έρευνας και της καινοτομίας με την παραγωγή
Η κ. Φωτεινή Αραμπατζή κατέστησε σαφές ότι για την Κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη «η έρευνα, η καινοτομία και η σύνδεσή τους με την παραγωγή και την πραγματική οικονομία, δεν είναι σύνθημα κενό περιεχομένου ούτε όμορφα λόγια μιας χρήσεως σε συνέδρια και ημερίδες».
Είναι -είπε με έμφαση-
-«Στρατηγική επιλογή, για ν’ αξιοποιήσουμε το ομολογουμένως υψηλής ποιότητας επιστημονικό δυναμικό της πατρίδας μας και να δημιουργήσουμε τις προϋποθέσεις επιστροφής – κόντρα στο braindrain- όλων των εξαιρετικών επιστημόνων, που έχουν διασκορπιστεί σε όλα τα μήκη και τα πλάτη της υφηλίου με τη σημαντική τεχνογνωσία και εμπειρία στις αποσκευές τους και
-Στρατηγική προτεραιότητα, για τη νέα Ελλάδα που θέλουμε να οικοδομήσουμε, μια χώρα μοντέρνα, με θεσμούς που λειτουργούν και οικονομία ισχυρή, που στέκεται επάξια στο διεθνές στερέωμα».
Παράλληλα, αναφερόμενη στο Μπενάκειο Φυτοπαθολογικό Ινστιτούτο, η κ. Αραμπατζή επισήμανε ότι «τιμά την πατρίδα μας με το επιστημονικό – ερευνητικό του έργο στην φυτοπαθολογία, τη φυτοϋγεία, την τοξικολογία, την επιστήμη γενικότερα, επί 90 συναπτά έτη», ευχαριστώντας τον Πρόεδρο του Μπενάκειου Φυτοπαθολογικού Ινστιτούτου, κ. Αλέξανδρο Σαμαρά για την πρόσκληση.