Στη διάσκεψη COP25 στη Μαδρίτη η διεθνής κοινότητα «έχασε μια σημαντική ευκαιρία» να σταθεί στο ύψος της «κλιματικής κρίσης», δήλωσε σήμερα ο Γενικός Γραμματέας των Ηνωμένων Εθνών, λίγο μετά το τέλος της συνόδου του ΟΗΕ για το κλίμα.
«Απογοητεύθηκα από το αποτέλεσμα της COP25», ανέφερε σε μια ανακοίνωση ο Αντόνιο Γκουτέρες. «Η διεθνής κοινότητα έχασε μια σημαντική ευκαιρία προκειμένου να αποδείξει ότι έχει μεγαλύτερες φιλοδοξίες στον τομέα της μείωσης των εκπομπών αερίου του θερμοκηπίου, της προσαρμογής και της χρηματοδότησης της κλιματικής κρίσης», επέμεινε.
«Δεν πρέπει να εγκαταλείψουμε, και δεν θα εγκαταλείψω.»
Έπειτα από έναν χρόνο που σημαδεύτηκε από κλιματικές καταστροφές κάθε είδους, τις ηχηρές εκκλήσεις εκατομμυρίων νέων που κατέβηκαν στους δρόμους πίσω από την έφηβη Σουηδέζα Γκρέτα Τούνμπεργκ, και τις πάντα πιο ψυχρές επιστημονικές εκθέσεις, οι περίπου 200 χώρες που υπέγραψαν τη Συμφωνία του Παρισιού υπέστησαν μια άνευ προηγουμένου πίεση για αυτή την COP25 υπό την προεδρία της Χιλής που μεταφέρθηκε στη Μαδρίτη λόγω της κρίσης που πλήττει τη χώρα αυτή της Νότιας Αμερικής.
Όμως μετά το τέλος αυτής της διάσκεψης που υπερέβη κατά 40 και πλέον ώρες το αρχικό πρόγραμμα, κανείς δεν είδε στα κείμενα που εγκρίθηκαν σήμερα να αντανακλάται αυτό το αίτημα για ριζοσπαστικές και άμεσες ενέργειες. Αυτή η COP «αφήνει μια γλυκόπικρη γεύση», σχολίασε η Ισπανίδα υπουργός Περιβάλλοντος Τερέσα Ριμπέρα.
Το τελικό κείμενο καλεί πράγματι για «επείγουσες ενέργειες» προκειμένου να μειωθεί η απόσταση ανάμεσα στις δεσμεύσεις και τους στόχους της συμφωνίας του Παρισιού για τη μείωση της αύξησης της θερμοκρασίας στους +2 βαθμούς Κελσίου , ακόμη και στον 1,5 βαθμό Κελσίου. Όμως το λεκτικό είναι «στρυφνό» και το αποτέλεσμα «μέτριο», εκτίμησε η Κατρίν Αμπρέ, από το Climate Action Network.
«Οι κύριοι δρώντες από τους οποίους αναμενόταν πρόοδος δεν ανταποκρίθηκαν στις προσδοκίες», δήλωσε η Λοράνς Τουμπιανά, αρχιτέκτονας της Συμφωνίας του Παρισιού, σημειώνοντας ωστόσο πως η συμμαχία των νησιωτικών ευρωπαϊκών, αφρικανικών και λατινοαμερικανικών χωρών επέτρεψε να «βγει το λιγότερο κακό δυνατό αποτέλεσμα, ενάντια στη βούληση των μεγάλων ρυπαντών».
Το προσχέδιο για τους στόχους που παρουσίασε χθες, Σάββατο, η χιλιανή προεδρία είχε προκαλέσει την αντίδραση των χωρών αυτών, οδηγώντας σε έναν νέο γύρο διαπραγματεύσεων.
Όμως παρά τις βελτιώσεις, ορισμένες χώρες που πλήττονται ιδιαίτερα από την απορύθμιση του κλίματος εξέφρασαν την οργή τους. «Το αποτέλεσμα δεν βρίσκεται καθόλου κοντά σε εκείνο που θέλαμε. Είναι το αυστηρό ελάχιστο», δήλωσε η εκπρόσωπος των Νησιών Μάρσαλ Τίνα Στετζ.
«Οι συζητήσεις αυτές αντανακλούν την ασυμφωνία ανάμεσα στους ηγέτες από τη μια πλευρά και την επιτακτικότητα της κατάστασης που δείχνει η επιστήμη και τα αιτήματα των πολιτών στους δρόμους [από την άλλη]», συνοψίζει η Χέλεν Μάουντφορντ από το World Resources Institute, η οποία εκτιμά πως το πνεύμα της Συμφωνίας του Παρισιού δεν είναι παρά μια «μακρινή ανάμνηση».
Με τον σημερινό ρυθμό εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα, ο υδράργυρος μπορεί να αυξηθεί μέχρι 4 ή και 5 βαθμούς Κελσίου μέχρι το τέλος του αιώνα. Ακόμα κι αν οι περίπου 200 χώρες που υπέγραψαν τη Συμφωνία του Παρισιού τηρήσουν τις δεσμεύσεις τους, η υπερθέρμανση μπορεί να ξεπεράσει τους τρεις βαθμούς Κελσίου.
Ως εκ τούτου για να μειωθεί αυτή η απόκλιση όλες οι χώρες πρέπει να υποβάλουν μέχρι την COP26 που θα διεξαχθεί στη Γλασκόβη το επόμενο έτος μια αναθεωρημένη εκδοχή των σχεδίων τους για μειώσεις εκπομπών. Όμως δύο εβδομάδες συζητήσεων ανέδειξαν μια ολοφάνερη διαίρεση στο πλαίσιο της διεθνούς κοινότητας όσον αφορά τους στόχους αυτούς.